Ορφικός ύμνος Λευκοθέας (θυμίαμα αρώματα)
Λευκοθέα και Οδυσσέας
Την Λευκοθέαν προσκαλώ, την κόρην του Κάδμου, την σεμνήν θεάν, την δυνατήν, την τροφόν του καλλιστεφάνου Διονύσου.
Ακουσε με, θεά εσύ πού κυβερνάς τον βαθύστερνο πόντον πού τέρπεσαι στα κύματα, και είσαι ή μεγαλύτερα σωτηρία των ανθρώπων διότι από σε εξαρτάται η ασταθής ορμή των πλοίων, πού διατρέχουν το πέλαγος, και μόνον εσύ απολυτρώνεις τους ανθρώπους από τον θλιβερόν θάνατον εις την θάλασσαν, προς όσους εφορμώσα ήθελες έλθει ως φίλη σωτηρία.
Αλλά, ώ θεά δέσποινα, είθε να έλθης, επειδή είσαι βοηθός.
εις τα καλοφκιαγμένα πλοία ως σωτηρία με ευχάριστη διάθεσιν,
και εις τους μύστας, πού ευρίσκονται εις την θάλασσαν, να φέρης ούριον άνεμον πού επιταχύνει τον πλουν.
Ακουσε με, θεά εσύ πού κυβερνάς τον βαθύστερνο πόντον πού τέρπεσαι στα κύματα, και είσαι ή μεγαλύτερα σωτηρία των ανθρώπων διότι από σε εξαρτάται η ασταθής ορμή των πλοίων, πού διατρέχουν το πέλαγος, και μόνον εσύ απολυτρώνεις τους ανθρώπους από τον θλιβερόν θάνατον εις την θάλασσαν, προς όσους εφορμώσα ήθελες έλθει ως φίλη σωτηρία.
Αλλά, ώ θεά δέσποινα, είθε να έλθης, επειδή είσαι βοηθός.
εις τα καλοφκιαγμένα πλοία ως σωτηρία με ευχάριστη διάθεσιν,
και εις τους μύστας, πού ευρίσκονται εις την θάλασσαν, να φέρης ούριον άνεμον πού επιταχύνει τον πλουν.
Αρχαίο κείμενο
Λευκοθέαν καλέω Καδμηίδα, δαίμονα σεμνήν, εὐδύνατον, θρέπτειραν ἐυστεφάνου Διονύσου. κλῦθι, θεά, πόντοιο βαθυστέρνου μεδέουσα, κύμασι τερπομένη, θνητῶν σώτειρα μεγίστη· ἐν σοὶ γὰρ νηῶν πελαγοδρόμος ἄστατος ὁρμή, μούνη δὲ θνητῶν οἰκτρὸν μόρον εἰν ἁλὶ λύεις, οἷς ἂν ἐφορμαίνουσα φίλη σωτήριος ἔλθοις. ἀλλά, θεὰ δέσποινα, μόλοις ἐπαρωγὸς ἐοῦσα νηυσὶν ἐπ᾽ εὐσέλμοις σωτήριος εὔφρονι βουλῆι, μύσταις ἐν πόντωι ναυσίδρομον οὖρον ἄγουσα.