Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΡΩΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΡΩΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 1 Σεπτεμβρίου 2012

Ορφικός Ύμνος Έρωτος (θυμίαμα αρώματα)


Επικαλούμαι τον μεγάλον, τον αγνόν τον περιπόθητον, τον γλυκύν Ερωτα, τον ισχυρόν τοξότην τον πτερωτόν πού φλογίζει με δύναμιν τους ανθρώπους, τον ταχύν και ορμητικόν που παίζει μαζί με τους θεούς και με τους θνητούς ανθρώπους τον έξυπνον τον εφευρετικόν με τάς δύο φύσεις, πού κρατεί τα κλειδιά των πάντων, τα κλειδιά του επουρανίου αιθέρος, της θαλάσσης και της γης και όσα πνεύματα, πού γεννούν τα πάντα εις τους ανθρώπους, τρέφει ή θεά, παράγουσα χλωρούς καρπούς και όσα έχει ο ευρύς Τάρταρος και η θορυβώδης θάλασσα διότι μόνον εσύ κρατείς το πηδάλιον (είσαι, κυρίαρχος) όλων αυτών. Αλλά ώ μακάριε, με καθαρές διαθέσεις έλα μαζί με τους μύστας και απομάκρυνε από αυτούς τις φαύλες και παράδοξες ορμές.

Κικλήσκω μέγαν, ἁγνόν, ἐράσμιον, ἡδὺν Ἔρωτα, τοξαλκῆ, πτερόεντα, πυρίδρομον, εὔδρομον ὁρμῆι,   συμπαίζοντα θεοῖς ἠδὲ θνητοῖς ἀνθρώποις, εὐπάλαμον, διφυῆ, πάντων κληῖδας ἔχοντα, αἰθέρος οὐρανίου, πόντου, χθονός, ἠδ᾽ ὅσα θνητοῖς πνεύματα παντογένεθλα θεὰ βόσκει χλοόκαρπος, ἠδ᾽ ὅσα Τάρταρος εὐρὺς ἔχει πόντος· θ᾽ ἁλίδουπος· μοῦνος γὰρ τούτων πάντων οἴηκα κρατύνεις. ἀλλά, μάκαρ, καθαραῖς γνώμαις μύσταισι συνέρχου, φαύλους δ᾽ ἐκτοπίους θ᾽ ὁρμὰς ἀπὸ τῶνδ᾽ ἀπόπεμπε.

Σάββατο 25 Αυγούστου 2012

ΕΡΩΣ ΚΑΙ ΨΥΧΗ (αποσυμβολισμός)

 O αλληγορικός αυτός μύθος είναι στην ουσία ένα αρχέτυπο κι επομένως, έχει να κάνει με τη συλλογική συνείδηση της ανθρωπότητας. Εάν θα έπρεπε να του δώσουμε έναν άλλο τίτλο αντί "Έρως και Ψυχή" νομίζω ότι αυτός θα έπρεπε να είναι "Η Ερώτηση της Ψυχής". Θα έλεγα, μάλιστα, πως ολόκληρο το σύμπαν γεννήθηκε ακριβώς από μια ερώτηση.

   Λοιπόν, ο Έρωτας είναι ακριβώς αυτό: μια ερώτηση! Προσέξτε τη συνάφεια των λέξεων έρωτας - ερώτηση. Όλοι μας οι έρωτες ισορροπούν ανάμεσα στην κενότητα και την πλησμονή. Όλες μας οι ερωτήσεις περιέχουν ένα στοιχείο κενού, μια απουσία πληροφορίας. Η απάντηση είναι η πλήρωση αυτού του κενού. Και από την ερωτική συνάντηση της ερώτησης με την απάντηση προκύπτει η γνώση. Αυτό ακριβώς το πέρασμα από την άγνοια στην αυτογνωσία κάνει η Ψυχή, όταν ερωτεύεται τον Έρωτα. Ο Έρωτας είναι η προσωποποιημένη ερώτηση της Ψυχής που αναζητά την αλήθεια για τον εαυτό της. Τον αναζητά σπαρακτικά όσο σπαρακτικά αναζητά την απάντηση της κάθε ερώτησης.


ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΟΥ


Με έναν παράξενο τρόπο αυτή η ανάγκη απεικονίζεται στο ελληνικό σύμβολο του ερωτηματικού. Όπως εμείς αναζητάμε έναν σύντροφο για να συμπληρωθούμε, έτσι και κάθε ερώτηση ζητά τον δικό της σύντροφο, την απάντηση. Στο τέλος κάθε ερωτηματικής πρότασης λοιπόν, υπάρχει μια άνω τελεία και από κάτω ένα κόμμα. Το κόμμα είναι ένα είδος αγκίστρου που επιδιώκει να συλλάβει κάτι, στην προκειμένη περίπτωση την απάντηση. Από την αλληλεπίδραση ερώτησης απάντησης προκύπτει η δημιουργία ή η γνώση. Αυτό έχει το αντίστοιχο του και στη δημιουργία του φυσικού σύμπαντος. Όπως μας λένε οι αστροφυσικοί, τα πρώτα μόρια ύλης φτιάχτηκαν όταν -με τις κατάλληλες θερμικές συνθήκες- οι πυρήνες των ατόμων συνέλαβαν με τα "άγκιστρα" τους άλλα στοιχειώδη σωματίδια. Έτσι από τον μακρόκοσμο μέχρι τον μικρόκοσμο τα πάντα είναι, από μια άποψη, η ερωτική αλληλεπίδραση της ερωταπόκρισης.

Όπως κάθε ερώτηση καταλήγει σε ένα ερωτηματικό, έτσι και κάθε απάντηση καταλήγει σε μια τελεία. Η τελεία, που όπως δηλώνει και το όνομα της είναι τέλεια, αποτελεί την ολοκλήρωση. Εδώ μάλιστα υπάρχει κάτι αξιοσημείωτο: η ψυχή παριστάνεται σε πολλές παραδόσεις με ένα μισοφέγγαρο. Το μισό ερωτηματικό είναι ακριβώς το μισοφέγγαρο. Κάτω από μια Άνω Τελεία. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι η ψυχή, που βρίσκεται κάτω από μια ανώτερη τελειότητα, θέτει ερωτήματα για να βρει την "κάτω τελεία" της απάντησης. Βρίσκεται δηλαδή ανάμεσα σε δυο κόσμους, τον ουράνιο και τον επίγειο. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με την ηρωίδα του μύθου. Ο παράφορος έρωτας της για τον Έρωτα, δεν είναι παρά οι εναγώνιες ερωτήσεις της για την αληθινή της φύση, αλλά για να πάρει την απάντηση θα πρέπει πρώτα να ανακαλύψει τον εαυτό της.




Η «ΑΝΑΛΥΣΗ» ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ
Ζούσε κάποτε μια κοπέλα που την έλεγαν Ψυχή. Ήταν η μικρότερη και η πιο όμορφη από τρεις αδελφές, αλλά και η πιο άτυχη, γιατί το Μαντείο του Απόλλωνα στη Μίλητο όρισε να οδηγηθεί νυφοστολισμένη, σαν να ήταν να παντρευτεί στον Κάτω Κόσμο, στην πιο ψηλή κορφή ενός έρημου και μακρινού βουνού. Εκεί θα συναντούσε τον γαμπρό που της είχε τάξει το ριζικό της-ένα πελώριο φτερωτό φίδι που προξενούσε τον φόβο και τον τρόμο ακόμα και στον ίδιο τον Αία. Έτσι όλος ο λαός, μαζί με τους γονείς της, τη συνόδεψε με κλάματα και μοιρολόγια ως την κορυφή του βουνού, όπου την άφησαν και έφυγαν.



Το βουνό δεν είναι τυχαίο σύμβολο. Καθώς υψώνεται πάνω από τη γη τείνει περισσότερο προς τον ουρανό, δηλαδή προς τον πνευματικό κόσμο. Και ο πνευματικός κόσμος ταυτίζεται με το φως. Γι' αυτό στην αρχαιότητα στα ιερά κορυφής λατρευόταν ο θεός Ήλιος, που μεταφορικά είναι αυτό το πνευματικό φως. Στις μεταγενέστερες εποχές, οι ναοί στα υψώματα αφιερώθηκαν στον προφήτη Ηλία. Παρατηρήστε την εγγύτητα των λέξεων ΗΛΙΟΣ - ΗΛΙΑΣ. Βλέπουμε επίσης ότι ο Μωυσής συναντά τον Θεό στην κορυφή ενός βουνού, δηλαδή στο όρος Σινά. Η Μεταμόρφωση του Ιησού όταν ο ίδιος και τα ενδύματα του έγιναν ολόλαμπρα και φωτεινά, έγινε στο όρος Θαβώρ, ενώ η πνευματική του παρακαταθήκη δόθηκε επίσης σε ένα βουνό και είναι γνωστή ως "Η Επί του Όρους Ομιλία". Εδώ, λοιπόν, ο μύθος κάνει έναν υπαινιγμό για την άνοδο της Ψυχής σε μια πνευματική κορυφή. Τείνει από τα επίγεια στα ουράνια κι αυτό είναι μια μορφή "θανάτου" έτσι όπως θα το έκρινε ο κόσμος της ύλης που αντιπροσωπεύεται από το πλήθος που θρηνεί συνοδεύοντας την Ψυχή.

Όταν έμεινε μόνη η Ψυχή συνέβη κάτι παράξενο. Αντί να εμφανιστεί το θεριό που φοβόταν εμφανίστηκε ο Ζέφυρος. Την ανασήκωσε απαλά και ταξιδεύοντας πάνω από θάλασσες και από στεριές, την έφερε και την ακούμπησε απαλά μέσα σε έναν μαγεμένο κήπο. Σε αυτόν τον κήπο η Ψυχή σαστισμένη πήρε να σεργιανάει εδώ κι εκεί, όταν ξαφνικά βρέθηκε μπροστά σε ένα ολόχρυσο παλάτι. Αστραφταν οι πύλες και οι τοίχοι του. Παρόλο τον φόβο που ένιωθε μπήκε μέσα κι άρχισε να το τριγυρίζει ώσπου άκουσε μια φωνή: "όλα όσα βλέπεις, κυρά μου, είναι δικά σου. Μη φοβάσαι! Κάθισε να ξαποστάσεις, και όταν θελήσεις να λουστείς και να νοιαστείς για την ομορφιά σου, φώναξε μας να σε βοηθήσουμε. Εμείς είμαστε οι υπηρέτες σου. Η κάθε σου επιθυμία είναι για μας προσταγή".

Οι ώρες κυλούσαν κι άρχισε να νυχτώνει. Τότε οι αφανείς υπηρέτες την οδήγησαν στην κάμαρα της και της είπαν να περιμένει τον άντρα της. Κύλησαν κι άλλες ώρες και αργά τη νύχτα έφτασε ο άγνωστος άντρας της. Μέσα στο βαθύ σκοτάδι την έκανε δική του με μεγάλη προσοχή, στοργή και τρυφερότητα. Προτού όμως να χαράξει χάθηκε από κοντά της. Έτσι περνούσε πλέον ο καιρός: την ημέρα οι αόρατοι υπηρέτες φρόντιζαν να μην της λείψει τίποτα και τη νύχτα ερχόταν ο μυστηριώδης σύντροφος της και τη γέμιζε χάδια και φιλιά κάνοντας την ευτυχισμένη. Αλλά η Ψυχή άρχισε να αισθάνεται δυστυχισμένη ολομόναχη τη μέρα να ζει ανάμεσα σε αόρατα πνεύματα και τη νύχτα να πλαγιάζει στην αγκαλιά ενός άντρα, που ούτε για μια στιγμή δεν είχε αντικρίσει το πρόσωπο του. Στο τέλος με δάκρυα και παρακάλια κατάφερε η Ψυχή να πείσει τον άντρα της να επιτρέψει να την επισκεφθούν για λίγο οι αδελφές της. Εκείνος της έδωσε τελικά την άδεια αλλά με έναν όρο: "Μπορείς", της είπε "να τους χαρίσεις ό,τι θελήσουν από τα πλούτη του παλατιού. Αλλά, μην πλανηθείς από τα λόγια τους και θελήσεις να με αντικρίσεις στο φως. Θα με χάσεις για πάντα και θα γίνεις δυστυχισμένη". Η Ψυχή του υπόσχεται να σεβαστεί την επιθυμία του. Άλλωστε, και η ίδια τον έχει αγαπήσει στο μεταξύ και δεν θέλει να τον χάσει.


Η Ψυχή εδώ έχει φτάσει σε κατάσταση γονιμότητας και κυοφορίας. Στην ουσία κυοφορεί τον εαυτό ης. Ανάλογα με τις επιλογές που θα κάνει θα παραμείνει θνητή ή θα κατακτήσει την αθανασία. Στην πραγματικότητα, βέβαια, είναι αθάνατη από την ίδια τη φύση της. Αλλά αυτό η Ψυχή δεν το γνωρίζει. Της λείπει η ουσιαστική γνώση, η αυτογνωσία. Όμως για να φτάσει κανείς στην αυτοανακάλυψή του, πρέπει να συγκρουστεί με πολλά κομμάτια που βρίσκονται μέσα στον ίδιο τον εαυτό του. Έχουν κολλήσει πάνω του σαν κισσός και τον απομυζούν. Αυτά τα στοιχεία μέσα στον εαυτό αντιπροσωπεύονται από τις αδελφές της Ψυχής.

Ύστερα από λίγες μέρες οι αδελφές ανεβαίνουν στο βουνό για να κλάψουν την Ψυχή που τη νόμιζαν πια χαμένη για πάντα. Στους θρήνους τους ανταποκρίνεται η φωνή της ίδιας της Ψυχής που τις καλεί κοντά της. Σε λίγο ταξιδεμένες κι αυτές από τον Ζέφυρο βρίσκονται στο παλάτι. Η χαρά τους είναι ανείπωτη που βλέπουν τη Ψυχή ζωντανή. Βλέπουν όμως και το ολόχρυσο παλάτι, τον μαγεμένο κήπο του. Προσέχουν ότι αόρατοι υπηρέτες περιποιούνται με κάθε τρόπο την Ψυχή και σιγά σιγά αρχίζουν να ζηλεύουν την τύχη της αδελφής τους. Ο φθόνος τους μεγαλώνει καθώς η Ψυχή, εντελώς ανυποψίαστη για τα αισθήματα τους, τις σεργιανίζει μέσα στο παλάτι και τους δείχνει τους αναρίθμητους θησαυρούς του.

Όπως και το παλάτι, ο κήπος, οι υπηρέτες που έχουν τα αντίστοιχα τους στον εσωτερικό κόσμο της Ψυχής, το ίδιο συμβαίνει και με τις δύο αδελφές της. Ο μύθος μας πληροφορεί ότι είναι μεγαλύτερες σε ηλικία, συνεπώς πρόκειται για προγενέστερα και λιγότερο εξελιγμένα επίπεδα συνείδησης όπως φαίνεται από τη συμπεριφορά και τον χαρακτήρα τους. Η Ψυχή που είναι η μικρότερη, αντιπροσωπεύει ένα μεταγενέστερο, πιο εξελιγμένο επίπεδο κατανόησης. Είναι η επίγνωση. Βρίσκεται όμως και αυτή στα πρώτα στάδια της γι' αυτό και είναι ευεπίφορη σε επιρροές. Οι δυο αδελφές της είναι το εγώ της. Και τα υλικά κατασκευής αυτού του εγώ είναι ο φόβος και η άγνοια. Μέσα από την άγνοια και τον φόβο γεννιούνται όλα τα αρνητικά συναισθήματα, όπως ο φθόνος τον οποίο εκδηλώνουν έντονα οι δύο αδελφές. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι μέσα στον ίδιο τον ψυχισμό της Ψυχής παρουσιάζονται συγκρούσεις. Αυτή είναι μια κατάσταση που όλοι τη βιώνουμε με κάποιον τρόπο. Υπάρχουν μέσα μας πολλές φωνές και πολλές αντιφάσεις. Κι εμείς είμαστε θύματα των αντιθέσεων μας. Αυτό ακριβώς θα συμβεί στην Ψυχή, όταν θα υποκύψει στις πιέσεις των πιο ανε-ξέλικτων κομματιών της.

ΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Οι δυο αδελφές δεν σκέφτονται παρά μόνο πως θα κάνουν κακό στην Ψυχή. Τη ρωτούν συνέχεια για τον άντρα της και η Ψυχή αναγκάζεται στο τέλος να παραδεχθεί πως τον άντρα της δεν τον είχε ποτέ δει στα μάτια της. Τότε ο φθόνος τους βρίσκει γόνιμο έδαφος και αρχίζουν να της δημιουργούν αμφιβολίες, καταφέρνοντας να την πείσουν πως ο μυστηριώδης άνδρας της δεν είναι παρά το φίδι που μνημόνευε η προφητεία του Απόλλωνα. "Αν σε φροντίζει, της λένε, είναι γιατί θέλει να σε φάει μόλις γεννήσεις το παιδί που μεγαλώνει στα σπλάχνα σου. Γι' αυτό αδελφή μας μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να γλυτώσεις από τον θάνατο: να σκοτώσεις εσύ το τέρας πριν σε σκοτώσει αυτό. Μια νύχτα που θα κοιμάται πλάι σον, άναψε το λυχνάρι και κόψε το κεφάλι του".

Εδώ η εσωτερική σύγκρουση έχει φθάσει στην κορύφωση της. Η Ψυχή έχει κάνει χώρο μέσα της και έχει επιτρέψει στα ανεξέλικτα κομμάτια του εγώ να τη "μολύνουν" με αμφιβολίες. Η πίστη της δοκιμάζεται και αποδεικνύεται χλιαρή. Αλλά οι αμφιβολίες και τα διλήμματα παγιδεύουν την ψυχή μας. Αυτό τονίζεται και στην Καινή Διαθήκη όπου αναφέρεται: "θα ήθελα να είσαι είτε κρύος είτε ζεστός. Αλλά επειδή είσαι χλιαρός θα σε εμμέσω εκ του στόματος μου". Αυτό ακριβώς βιώνει και η Ψυχή στη συνέχεια της ιστορίας.

Έτσι, μια μέρα, όταν έπεσε το σκοτάδι και ο άντρας της πλάγιασε κοντά της τον άφησε να αποκοιμηθεί βαθιά κι ύστερα σηκώθηκε σιγά σιγά και ακροπατώντας άναψε το λυχνάρι. Μέσα στο τρεμουλιαστό φως του, της αποκαλύφθηκε ένα απερίγραπτο θέαμα που την έκανε να τα χάσει. Ο άγνωστος άντρας που είχε παντρευτεί, ήταν ο ίδιος ο Έρωτας, πιο ωραίος κι απ' ότι τον φανταζόταν.

Η Ψυχή δεν μπορεί να τραβήξει τα μάτια της από τον πανώριο άντρα της και παίρνοντας το λυχνάρι, σκύβει για να δει το πρόσωπο του καλύτερα. Το λυχνάρι γέρνει και μια σταγόνα από το καυτό λάδι του, πέφτει στον γυμνό ώμο του κοιμισμένου θεού. Ο Έρωτας πετιέται πάνω αλαφιασμένος και διαπιστώνει ότι η γυναίκα του είχε παραβιάσει την εντολή του και είχε δείξει έλλειψη εμπιστοσύνης.


Η απιστία που είχε δείξει η Ψυχή, ήταν απιστία προς τον ίδιο της τον εαυτό και τα βιώματα του. Μολονότι είχε άμεση, προσωπική εμπειρία της φροντίδας και της στοργής τους άντρα της, αφέθηκε να γλιστρήσει στην αμφιβολία. Αυτή είναι μια από τις τραγικότερες αντιφάσεις του ψυχισμού μας. Συχνά αμφισβητούμε τα ίδια μας τα βιώματα, αμφισβητούμε τα έργα μας και υποκύπτουμε σε έναν αυτούπονομευτικό μηχανισμό μέσα μας. Το εγώ έχει ταυτίσει τον εαυτό του με το "λάθος" και την "ενοχή" και έτσι, νιώθει απειλημένο από τα αντίθετα του, δηλαδή την τελειότητα και την αθωότητα. Είναι απόλυτα δυϊστικό κι έτσι για κάθε θετικό μας επίτευγμα, έχει πάντα πρόχειρη μια αρνητική υπενθύμιση. Σαν τις δύο αδελφές της Ψυχής είναι μικρόψυχο και μοχθηρό και δεν μας αφήνει να χαρούμε τις νίκες μας ή να συνειδητοποιήσουμε το μεγαλείο μας. Προκειμένου να σωθεί, δηλαδή να σώσει την ταυτότητα του της ατέλειας, έχει αναπτύξει εξαιρετικά ευέλικτους τρόπους για να μας παγιδεύσει. Ένας από τους πιο "ευφυείς" τρόπους του είναι αυτός της μεταμφίεσης. Έτσι, πλαστογραφεί τα ηθικά παραγγέλματα, αναλαμβάνει τον ρόλο του Μεγάλου Αυστηρού Κριτή και σπεύδει να μας υπενθυμίσει τις ατέλειες μας, τάχα για να μας συνετίσει και για να μην πάρουν τα μυαλά μας αέρα από τα επιτεύγματα μας. Γι' αυτό έχει την τάση να τα αμφισβητεί ή να τα υποβαθμίζει. Μας μολύνει με τον αρνητισμό του, που τον ονομάζει δήθεν αυτοκριτική ή ταπεινοφροσύνη, και στρέφει την προσοχή μας στα ελαττώματα μας. Αυτό είναι από τα πιο ύπουλα τεχνάσματα του. Γιατί υποχρεώνει τον νου μας να εστιαστεί στην ατέλεια, τάχα για να τη διορθώσει. Αλλά ο νους είναι σαν ηλεκτρονικός υπολογιστής: ό,τι πρόγραμμα του βάλεις αυτό ακριβώς και θα λάβεις. Με τον δικό της τρόπο διατυπώνει και η μοντέρνα φυσική όταν μας λέει ότι ο παρατηρητής επηρεάζει το παρατηρούμενο και πως η πραγματικότητα διαμορφώνεται ανάλογα με τις προσδοκίες του. Αν αναζητά σωματίδιο, σωματίδιο θα βρει, αν αναζητά ενέργεια θα βρει ενέργεια. Έτσι ακριβώς αν εστιάσουμε τον νου μας στην ατέλεια, όπως μας συμβουλεύει το εγώ, θα γίνουμε οι ειδήμονες της ατέλειας. Αν όμως επιδιώκουμε την τελειότητα πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στην τελειότητα. Οι νόμοι της συνείδησης επιβάλλουν: ό,τι σκέψεις σπέρνουμε αυτές και να θερίζουμε. Και η ενοχή, η αυτοκαταδίκη, απαιτεί πάντα σκληρή τιμωρία. Αυτό ακριβώς θα αντιμετωπίσει και η Ψυχή στη συνέχεια της ιστορίας.

ΦΕΥΓΑΛΕΑ ΜΑΤΙΑ ΣΤΟΝ ΥΠΕΡΛΑΜΠΡΟ ΚΟΣΜΟ

Θυμωμένος ο Έρωτας, ανοίγει τα φτερά του να φύγει πετώντας μακριά της. Μόλις που προλαβαίνει η ψυχή να πιαστεί από το πόδι του και να ανυψωθεί μαζί του πάνω από τα σύννεφα. Αλλά δεν μπορεί να κρατηθεί έτσι για πολύ. Ύστερα από λίγο εξαντλημένη από την κούραση, αφήνεται και πέφτει στη γη, αλλά, πράγμα παράξενο, δεν σκοτώνεται.

Η Ψυχή που πέφτει στη γη αφού έχει υψωθεί για λίγο πάνω από τα σύννεφα, θυμίζει τη Βιβλική ιστορία της πτώσης των ψυχών. Στην ιστορία του Έρωτα και της Ψυχής τη βλέπουμε να ανεβαίνει πάνω από τα σύννεφα πιασμένη από το πόδι του. Πρόκειται για έναν υπαινιγμό σχετικό με την καθαρή όραση. Πάνω από τα σύννεφα λάμπει πάντα ο ήλιος. Πάνω από τα νέφη των λογισμών και τη συσκότιση που προκαλούν, φέγγει πάντα το πνευματικό φως. Αυτό το φως ατενίζει για λίγο η Ψυχή κι έρχεται έτσι εγγύτερα στη Μεγάλη Αλήθεια. Μέσα από αυτή την ενόραση γνωρίζει πια ποιος είναι ο σκοπός και η αποστολή της. Για τα μάτια του ανθρώπινου σώματος μας υπάρχουν πολλοί έρωτες. Για την ψυχή μας, όμως, ο Μέγας Έρωτας είναι ο Θεός!

Από εκείνη τη στιγμή ένας είναι πια ο σκοπός της ζωής της: να ξαναβρεί τη χαμένη της ευτυχία. Πρώτα όμως πρέπει να τιμωρήσει τις αδελφές της. Στην πρώτη εξομολογείται πως ο Έρωτας έφυγε από κοντά της τάχα για να παντρευτεί εκείνη. Δεν χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για να πειστεί η φθονερή αδελφή να παρατήσει τον άντρα της, και να ανεβεί στο βουνό και να γκρεμιστεί στα βράχια πιστεύοντας ως την τελευταία στιγμή πως θα τη σηκώσει, όπως και την άλλη φορά, ο Ζέφυρος. Με τον ίδιο τρόπο σκοτώνεται και η δεύτερη.

Σε αυτό το σημείο βλέπουμε μια πολύ σημαντική μεταβολή να συντελείται μέσα στην Ψυχή. Πρόκειται για ένα αποφασιστικό εσωτερικό ξεκαθάρισμα. Ο φόνος των δύο αδελφών συμβολίζει την ακύρωση του αυτοϋπονομευτικού μηχανισμού. Η Ψυχή "θανατώνει" τις αντιδραστικές φωνές μέσα της. Είναι πλέον αποφασισμένη να ακούει τη Μία Φωνή και να μην ξαναπαγιδευτεί σε διλήμματα και αμφιβολίες.

Ύστερα από την τιμωρία τους η Ψυχή ξενικά να βρει ξανά τον Έρωτα. Άδικα όμως παραδέρνει σε στεριές και θάλασσες.

Όταν εξαντλεί κάθε ελπίδα πια, όταν έχει ψάξει παντού, δεν της μένει παρά μόνο ένα μέρος να πάει: το παλάτι της Αφροδίτης. Εκεί, ελπίζει πως θα βρει τον γιο της θεάς, τον Έρωτα. Έτσι πέφτει ασυλλόγιστα στα χέρια της. Από καιρό άλλωστε η θεά είχε στείλει τον Ερμή να τη βρει και να την οδηγήσει με το καλό ή με το ζόρι μπροστά της. Από τη στιγμή αυτή αρχίζουν οι μεγάλες δοκιμασίες για την Ψυχή. Δυο έμπιστες δούλες της θεάς τη μαστιγώνουν αλύπητα. Τη μια τη λένε Θλίψη και την άλλη Έγνοια. Της βγάζουν τρίχα τρίχα τα μαλλιά, ενώ η Αφροδίτη η ίδια τη δέρνει και της σκίζει τα ρούχα.

Κάτι αντιφατικό μοιάζει να συμβαίνει εδώ. Η Αφροδίτη, η θεά του κάλλους και μητέρα του Έρωτα, είναι ουσιαστικά μια αγαθή θεότητα. Το κάλλος παραπέμπει στο καλό και κατ' επέκταση στο αγαθό. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να είναι τόσο μοχθηρή; Εδώ ακριβώς πρέπει να τραβήξουμε μια γραμμή που θα ξεχωρίσει δυο διαφορετικές οπτικές γωνίες ή θα μας δείξει τις δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Η μια του πλευρά ονομάζεται δοκιμασία, η άλλη ευκαιρία. Η κατάσταση αυτή, μας είναι αρκετά γνώριμη: πολλές φορές αντιμετωπίζουμε προκλήσεις και δυσκολίες στη ζωή για τις οποίες δυσφορούμε έντονα. Ύστερα, όμως, όταν η καταιγίδα έχει περάσει και τα πάντα έχουν γαληνέψει μπορούμε να διακρίνουμε πως ό,τι κάποτε μας φαινόταν δοκιμασία, ήταν στην ουσία οι πόνοι του τοκετού μιας νέας, καλύτερης πραγματικότητας. Έτσι λοιπόν η Αφροδίτη, που φαίνεται να τυραννά την Ψυχή, στην ουσία την εκπαιδεύει. Οι δοκιμασίες στις οποίες την υποβάλλει έχουν ως στόχο την ωρίμανση της και την ανάδειξη των κρυφών ταλέντων και ικανοτήτων της.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΜΥΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ


Στην αρχή την προστάζει μέσα σε λίγες ώρες να ξεόιαλέξει από έναν τεράστιο σωρό καρπούς της γης το κάθε είδος -στάρι, παπαρουνόσπορο, κεχρί, ρεβίθια, φακή, κουκιά, κριθάρι- πρέπει να βάλει το καθένα χωριστά. Η Ψυχή καταφέρνει να τα βγάλει πέρα με τη βοήθεια των μυρμηγκιών. Την άλλη μέρα υποχρεώνεται να πάει να βρει και να φέρει το χρυσό μαλλί από τα άγρια πρόβατα του βουνού κι ύστερα να κουβαλήσει νερό από την πηγή τηςΣτύγας, που τη φύλαγαν νύχτα και μέρα δράκοι ακοίμητοι. Στις επικίνδυνες αυτές αποστολές της δεν έλειψαν οι παραστάτες: πρώτα το προφητικό καλάμι τη συμβούλεψε να μαζέψει με την ησυχία της τις τούφες από το μαλλί που άφηναν τα πρόβατα πάνω στα αγκάθια των θάμνων κι ύστερα ο αετός τον Δία που γέμισε το κανάτι με το νερό της Στύγας.

Η Αφροδίτη, λοιπόν, εκπαιδεύει την Ψυχή σε όλα τα επίπεδα της. Ξεκινώντας από το σωματικό επίπεδο, που συμβολίζεται από τους καρπούς της γης, της δίνει τη δυνατότητα της ορθής διάκρισης. Έχει μάλιστα ιδιαίτερη σημασία το γεγονός ότι πρέπει να κάνει το ξεδιάλεγμα μέσα σε λίγο χρόνο. Μας υπενθυμίζει τη δύναμη της αποφασιστικότητας. Πρέπει να είμαστε σε θέση να κάνουμε τη σωστή εκλογή ταχύτατα γιατί διαφορετικά, υπάρχει ο κίνδυνος να μπούμε στην αμφιβολία και να αρχίσει το παζάρι με τον εαυτό. Αυτό το παζάρι που μας κάνει να μην μπορούμε να δώσουμε λύση σε βασανιστικά διλήμματα και αδιέξοδες καταστάσεις. Γρήγορη και όχι βεβιασμένη απόφαση ότι μέσα μας ηχεί η Μία Φωνή. Και πράγματι από τότε που η Ψυχή είχε σκοτώσει τις αδελφές της, μέσα της ηχούσε μόνο μια φωνή. Αυτό καλείται τώρα να το κάνει πράξη, δηλαδή να το εκδηλώσει. Κα τα καταφέρνει να περάσει με επιτυχία τη δοκιμασία. Αλλά δεν είναι μόνη της, έχει βοηθούς τα μυρμήγκια. Τα μυρμήγκια είναι πλάσματα της γης και γνωρίζουν πολύ καλά τους καρπούς της. Έχουν όμως και μια επιπλέον ιδιότητα: φτιάχνουν τις φωλιές τους μέσα της κι έτσι μετέχουν και των δύο κόσμων και του επίγειου και του υπόγειου. Γεννιούνται μέσα στις υπόγειες φωλιές τους όπως η ικανότητα της ορθής διάκρισης γεννιέται στον αφανή κόσμο του υποσυνειδήτου υπό την επίδραση της Μίας Φωνής. Όπως και τα μυρμήγκια όμως που βγαίνουν από τις φωλιές τους και κινούνται επάνω στη γη, έτσι και η εξωτερική ικανότητα πρέπει να εκφραστεί και στον εμφανή εξωτερικό κόσμο. Στην πραγματικότητα η Ψυχή δεν ξεδιαλέγει καρπούς αλλά σπόρους, επτά διαφορετικά είδη που τα ταξινομεί σωστά. Σε ένα άλλο επίπεδο θα μπορούσαμε να πούμε ότι ταξινομεί τα επτά ενεργειακά επίπεδα του σώματος της.

Εδώ έχουμε λοιπόν μια μύηση σε υλικό επίπεδο ή μια εκπαίδευση σε σωματικό. Ακολουθούν κατόπιν η διανοητική και συναισθηματική μύηση. Η διανοητική εκφράζεται από τη συλλογή του μαλλιού των χρυσών προβάτων. Τα πρόβατα αυτά έχουν σχέση με την ορθή, την αγαθή σκέψη. Εφόσον είναι τέτοια, είναι άριστη και γι' αυτό αντιπροσωπεύεται από το χρυσό, το άριστο μέταλλο από το οποίο είναι φτιαγμένο το μαλλί των προβάτων. Το προφητικό καλάμι που τη συμβουλεύει και τη βοηθά είναι άλλο ένα σύμβολο της Εσωτερικής Μίας Φωνής που την καθοδηγεί. Έτσι συντελείται και η διανοητική εναρμόνιση με τη συλλογή μόνο των άριστων σκέψεων. Κατόπιν ακολουθεί η συναισθηματική μύηση στα ύδατα της Στύγας. Και πάλι έχει βοηθό, στην προκειμένη περίπτωση τον αετό του Δία. Ο αετός αυτός πετάει μέχρι την κορυφή του Ολύμπου, όπου κατοικεί ο Δίας, δηλαδή η ανώτερη συνείδηση και είναι ο αγγελιαφόρος της. Έτσι βοηθά την Ψυχή να κάνει τη σωστή εκλογή και στο συναισθηματικό επίπεδο που σημαίνει να επιλέξει τα ανώτερα συναισθήματα. Έτσι έχει περάσει από τρεις μυήσεις ή τρία επίπεδα εκπαίδευσης, το υλικοσωματικό, το διανοητικό και το συναισθηματικό. Εκκρεμεί τώρα το τέταρτο επίπεδο, το πνευματικό.

Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ

Οι δοκιμασίες όμως και τα βάσανα της Ψυχής δεν τελειώνουν. Η Αφροδίτη τη στέλνει στον κάτω κόσμο να δανειστεί από την Περσεφόνη την αλοιφή της ομορφιάς, μιας και η δική της είχε τάχα τελειώσει. Αυτή τη φορά η Ψυχή έχει έρθει πια στα όρια της αντοχής της καθώς είναι αντιμέτωπη με την έσχατη δοκιμασία: πρέπει να κατεβεί ζωντανή στον Άδη! Η ατυχία της όμως δεν είχε όρια. Μόλις πήρε το βάζο με τη θεϊκή αλοιφή, θέλησε να δοκιμάσει και η ίδια το θαυματουργό φάρμακο. Τη στιγμή όμως που άνοιξε το βάζο, ένιωσε να την τυλίγει σαν αποπνικτικός καπνός ο Ύπνος και έχασε τις αισθήσεις της.

Ο κάτω, ο αφανής κόσμος, όπως είδαμε και με τα μυρμήγκια, είναι ο κόσμος του υποσυνειδήτου. Εκεί εισχωρεί τώρα η ψυχή, στον Άδη, για να κάνει το μεγάλο ξεκαθάρισμα στα βαθύτερα επίπεδα του εαυτού της. Πρόκειται για μια αυτοκάθαρση. Το καθαρό όμως είναι και ωραίο γι' αυτό και η Ψυχή φοράει και η ίδια την αλοιφή της ομορφιάς που φορούσαν οι θεές. Αυτό έχει συνέπειες όμως, μας λέει ο μύθος, γιατί ο Ύπνος βγαίνει σαν πυκνός καπνός και τυλίγει την Ψυχή. Αυτός ο ύπνος είναι ένας είδος αυτολησμονιάς. Πράγματι πρέπει να ξεχάσει το παρελθόν, τον πόνο, τα παράπονα της, τους φόβους της, όλα αυτά που αποτελούσαν την ταυτότητα του Εγώ. Πρέπει "να κοιμηθεί", δηλαδή να περάσει από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο σαν μια σταγόνα που επιστρέφει στα αιώνια ύδατα, χάνοντας τον εαυτό της για να τον ξανακερδίσει στην απεραντοσύνη του Θείου Ωκεανού.

Τα βάσανα της Ψυχής βρίσκονται πια στο τέλος τους. Αρκετά είχε δοκιμαστεί. Ο Έρωτας τρέχει κοντά στην Ψυχή, τη συνεφέρει και την οδηγεί στον Όλυμπο όπου γίνεται μεγάλη γιορτή για να τιμηθεί η γαμήλια ένωση του θεού με τη θνητή. Η Ψυχή γίνεται πια επίσημα γυναίκα τον και την ίδια ώρα της χαρίζεται η ΑΘΑΝΑΣΙΑ. Ύστερα από λίγο καιρό φέρνει στον κόσμο τον καρπό της αγάπης με τον Έρωτα. Ήταν ένα πανέμορφο κοριτσάκι που το βάφτισαν οι θεοί και του έδωσαν το όνομα Ηδονή.

Το τέλος του μύθου, μας δείχνει ότι όταν η Ψυχή είναι πια έτοιμη, όταν έχει φτάσει στο ανώτατο στάδιο αυτοτελειοποίησής της, μπορεί πια να ενωθεί με τον Μέγα Έρωτα. Και αυτή τη φορά η ένωση τους θα είναι πλήρης, ολοκληρωτική και επί ίσοις όροις.

Δεν θα συναντιούνται πια μόνο στο σκοτάδι γιατί η Ψυχή έχει κατακτήσει τη δυνατότητα να τον βλέπει στο φως της αφυπνισμένης της συνειδητότητας. Έτσι όλα τα θνητά της κομμάτια έχουν μετουσιωθεί. Έχει κατακτήσει πλέον την αθανασία. Η Οδύσσεια της είχε αίσιο τέλος και δρέπει πια τους γλυκούς καρπούς. Η Ηδονή, είναι ακριβώς αυτοί οι, ηδείς, γλυκοί καρποί. Να πως περιγράφει αυτή τη γλύκα της εσωτερικής κατάκτησης ο Νίκος Καζαντζάκης:

"Πάντα, (ίσο περνώ την αγωνία), μάχομαι
απελπίζομαι και φωνάζω.
Μα όταν πια σιμώνει η ώρα
Να δρέψω τον καρπό της άσκησης,
Γλύκα χύνεται στην καρδιά μου
Σιωπή κι ανάπαυση.
Κι αγάλια, χωρίς προσπάθεια,
Πότε σε όραμα, πότε στον ύπνο
Ή πηγαίνοντας στο δρόμο -κι έχοντας το νου μου αλλού- ;
Δέχομαι τη Λύτρωση".

Πότε έρχεται αυτή η ανάπαυση και λύτρωση; 'Όταν απαντηθούν όλα τα ερωτήματα και κατακτηθεί η γνώση. Ο Έρωτας ήταν τα ερωτήματα της Ψυχής. Η απάντηση ήταν η ΓΝΩΣΗ της αληθινής της φύσης, δηλαδή η αθανασία και η Θεία Αιωνιότητα.



Ιουλία Πιτσούλη

Κυριακή 4 Μαρτίου 2012

ΓΡΟΙΚΗΣΑΤΕ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ....


"ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ" ΤΟΥ ΒΙΤΣΕΝΤΖΟΥ ΚΟΡΝΑΡΟΥ
ΜΟΥΣΙΚΗ:ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ
ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ "ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ ΚΑΙ ΑΡΕΤΗ", ΟΠΕΡΑ ΣΕ 2 ΠΡΑΞΕΙΣ 
ΤΡΑΓΟΥΔΙ: ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ & ΧΟΡΩΔΙΑ

ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΘΕΣΗ ΔΥΟ ΜΕΡΩΝ:
ΤΟΥ "ΓΡΟΙΚΗΣΑΤΕ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ" ΚΑΙ "Ο ΕΡΩΤΑΣ ΑΝΥΦΑΝΤΗΣ"

Ο "ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ" ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΕΠΟΣ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΕΙ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΝΕΩΤΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ, ΜΕΣΩ ΜΙΑΣ ΗΡΩΙΚΗΣ - ΕΡΩΤΙΚΗΣ ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΚΡΗΤΗΣ - ΑΘΗΝΑΣ.

O ποιητής του αφηγηματικού ποιήματος «Ερωτόκριτος» Βιτσέντζος Κορνάρος (1553 - 1614) ήταν Έλληνας από την Σητεία της Κρήτης. Θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της αναγεννησιακής λογοτεχνίας της Κρήτης, συγγραφέας και του θρησκευτικού δράματος «Η θυσία του Αβραάμ».
Ο "Ερωτόκριτος" ανήκει στην κατηγορία των επικών ποιημάτων και θεωρείται ως ένα από τα αριστουργήματα της Ελληνικής Λογοτεχνίας. Τον τίτλο του τον έχει πάρει από τον Ερωτόκριτο, το κύριο πρόσωπο του έργου, το οποίο υποδηλώνει «αυτόν που έχει κριθεί από τον Έρωτα».

Ο «Ερωτόκριτος» είναι ένα επικό, αφηγηματικό ποίημα δέκα χιλιάδων δώδεκα (10.012) δεκαπεντασύλλαβων στίχων. Η γλώσσα του είναι το Κρητικό ιδίωμα, αλλά επεξεργασμένο έτσι ώστε να καταστεί εξαιρετικό λογοτεχνικό όργανο, και η στιχουργία στηρίζεται μεν στο δημοτικό τραγούδι, ταυτόχρονα όμως διαφοροποιείται αρκετά. Το έργο ήταν πολύ δημοφιλές και κυκλοφορούσε σε χειρόγραφα όλον τον 17ο αι. Η πρώτη έντυπη έκδοσή του έγινε στην Βενετία το 1713. Η διάδοση του έπους υπήρξε τεράστια, σε όλες τις Περιοχές όπου ζούσε τότε ο Ελληνισμός. Ο Κοραής χαρακτηρίζει τον Κορνάρο «Όμηρο της λαϊκής φιλολογίας» και το έπος του λειτούργησε για τους νεώτερους ποιητές ως σημείο αναφοράς και αστείρευτη πηγή Ελληνικότητας.

ΒΙΝΤΕΟ-ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ: ΗΛΙΟΔΡΟΜΙΟΝ
Video-creation: HELIODROMION
http://heliodromion.blogspot.com/

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2011

Ο ανώτατος άθλος του ανθρώπου... ΈΡΩΣ...





Αρχικώς θα τονίσουμε ότι αφενός το ισχυρότερο όπλο του ανθρώπου, η σημαντικότερη δυνατότητα, που του δόθηκε στον αγώνα του να προσεγγίσει του “Είναι” (όντως ύπαρξη), την τελειότητα & το όλον, είναι ο Έρως : Άλλωστε όπως λέγει ο Σωκράτης του «Συμποσίου, 192.e.10 – 193.a.1» : «Του ολοκλήρου η επιθυμία και η ορμή έχει το όνομα έρως – τοῦ ὅλου οὖν τῇ ἐπιθυμίᾳ καὶ διώξει ἔρως ὄνομα»!.

Άλλωστε ο αιώνας του σύμπαντος αισθητοποιεί την κίνησή του απάνω στην διαδοχική ταλάντωση που ενεργεί το φαινόμενο του αφανισμού και της ξαναδημιουργίας. Έτσι το σημείο που σχεδόν συναγγίζεται η ανθρώπινη ύπαρξη με έναν απο τους βαθύτερους νόμους της φύσης είναι το ενικό γεγονός του έρωτα και του θανάτου. [1]

Αφετέρου ότι η ουσία της ανθρώπινης φύσης συνοδεύεται σταθερά από την «αρχή του Αντιθέτου». Άλλωστε «ἐκ τῶν διαφερόντων καλλίστην ἁρμονίην» έλεγε ο Ηράκλειτος (απ. Νο.8).

Ο αυθεντικός έρωτας, δηλ., προϋποθέτει την υποταγή στην αρχή της κοσμικής αντίφασης.

Το ίδιο όμως και ο ίμερος, η αντιφατική σύσταση της ερωτικής ορμής, χαρακτηρίζεται από δύο συστατικές αρχές : την ηδονή και τη οδύνη ως στέρηση & κορεσμός μαζί, λαχτάρα και αποστροφή μαζί, δάκρυ και γέλωτας μαζί – «δακρυόεν γελάσασα» στον Όμηρο![2]

Μάλιστα η Σαπφώ – η αιολική ποιήτρια που ο ερωτικός της άθλος ταυτίζεται με τα έργα του Ηρακλή - είχε εφεύρει νέα μονάδα μέτρησης του ίμερου, την οποία δίνει η οργανική σύγκραση του “πόθου” και του “πόνου”. Όλη η ποίηση της Σαπφώς είναι αυτό το αρχιμήδειο «εύρηκα» της ερωτικής Φυσικής.

Κατά αυτή την έννοια η ουσία του Ίμερου είναι ο «πόθος» ως αμφίσημο έρεισμα του «πάθους». Από το «ποθώ» που αντιστοιχεί στο «έχειν και μη έχειν» (που ως άλλο σωκρατικό «Ἐν οἶδα, ὅτι οὐδέν οἶδα» καταδεικνύει την γνώση της απουσίας και την άγνοια της παρουσίας, ή την παρουσία της άγνοιας και την απουσία της γνώσης.) και στο «πάσχω» που δηλοί το Ηρακλείτειο «εἶμέν τε καὶ οὐκ εἶμεν – είμεθα και δεν είμεθα» (που καταδεικνύει την οντολογική πραγματικότητα του ανθρώπου : είμαστε της στιγμής : μια αείροη παρουσία – απουσία.). Μάλιστα ο ίμερος στον Όμηρο, στην Ιλιάδα ραψωδία Ψ’ σ. 14, είναι γείτονας του θρήνου : «και μεταξύ τους η Θέτις τον ίμερο του γόου όρθωσε – μετὰ δέ σφι Θέτις γόου ἵμερον ὦρσε».

Ως εκ τούτων μόνο ο ερωτικός δεσμός που πληρούται από την οδύνη του θανάτου είναι γνήσιος, μιας και μόνο τότε η ερωτική πλησμονή είναι ευγένεια της πενίας και αρχέγονη στέρηση απέναντι στο τέλειο και στο απόλυτο, στις αρχετυπικές καταβολές του όντος. Με άλλα λόγια μόνο ο ερωτικός δεσμός που στο σμίξιμο έχει την ένταση και την ποιότητα που μετριέται και βρίσκεται ισόμετρη προς την ένταση και τη σκληρότητα του θανάτου! Άλλωστε η ταύτιση του έρωτα και του θανάτου, κατά το ηρακλείτειο «Άδης και Διόνυσος εν και το αυτό - ὡυτὸς δὲ Ἀίδης καὶ Διόνυσος», πρακτικά σημαίνει ότι η ερωτική ζωή είναι συνυφασμένη με τον πόνο. Ένα είδος πόνου ζωντανού, που δεν γαυριά, αλλά ούτε πραΰνεται ούτε μετριάζεται ούτε τελειώνει [3] – (εξ ου και η συνηθισμένη μορφή του έρωτα της υπερ-πλειοψηφίας των ανθρώπων είναι ολονυκτία καρικών γυναικών & σκηνοπηγία πτωμάτων).

Μάλιστα, για του λόγου το αληθές, μέσα στην ιστορία της παγκόσμιας τέχνης υπάρχουν πάμπολα παραδείγματα που το αποδεικνύουν. Υπάρχει, όμως, ένα παράδειγμα που το δείχνει με ξεκάθαρο τρόπο: είναι η συναπαντή του Φάουστ και της Μαργαρίτας. Με αυτή, ο Γκαίτε θα χτίσει έναν μεγάλο έρωτα στην ιστορία της παγκόσμιας τέχνης. Έναν έρωτα που θα τον εξορύξει από τα κρύσταλλα της μεγάλης έμπνευσης. Τα υλικά του θα τα λάβει από τη στέρνα του Ομήρου με την Ανδρομάχη, του Δάντη με τη Βεατρίκη, του Πλάτωνα με τη Διοτίμα, του Σαίξπηρ με την Ιουλιέττα, του Ευριπίδη με την Μήδεια και την Άλκηστη. Και όχι αλλιώτικα, παρά καθώς όλοι εκείνοι οι μεγάλοι ερωτολόγοι, την ουσία του έρωτα θα την αποκαλύψει στην καταστροφή και την οδύνη.

Εν ολίγοις, ο Γκαίτε μας ξαναέδωσε με τη σειρά του το απόσταγμα της παλαιής σοφίας: ο έρωτας που δε φέρνει μέσα του σπόρο τη συφορά και το θάνατο είναι θέμα της κωμωδίας!

Έτσι καθώς θα τελειώσει η τρυφερή ιστορία, η μικρή Μαργαρίτα θα βρεθεί χρεωμένη με πολλαπλό άγος. Θα σκοτώσει το εξώγαμο μωρό της. Θα φαρμακώσει τη μητέρα της. Θα σταθεί αφορμή να σφαχτεί ο στρατιώτης αδερφός της. Θα δικάσει τον εαυτό της να της κοπεί το κεφάλι από τον ουδέτερο δήμιο. Και όλα αυτά τα φοβερά θα τα κάνει η Μαργαρίτα. Η παιδίσκη η ακηλίδωτη. Που πριν απαντήσει τον έρωτα, έζησε καθαρή όσο μια σταγόνα δροσιάς στο κύπελλο της αυγής. 

Ο ορισμός, λοιπόν, που δόθηκε στον έρωτα, και που όλοι οι ποιητές τον διατύπωσαν με τα δικά τους λόγια ο καθένας, είναι ο ακόλουθος : έρωτας είναι τέχνη του να φεύγεις, έτσι που η σφαγή που νιώθεις να είναι πολύ πιο σφαγερή από την σφαγή που νιώθει ο σύντροφος που αφήνεις. Αν εκείνος πονάει τρεις, εσύ να πονέσεις εννιά.[4]

Φανταστείτε μια ερωτευμένη γυναίκα (ή έναν ερωτευμένο νέο αντίστοιχα) που περιμένει τον εραστή/αγαπημένο της (ή την ερωμένη/αγαπημένη του αντίστοιχα), ο πόνος της έλλειψης που νιώθει….. δεν συγκρίνεται με τίποτα.

Η γυναίκα όμως είναι η ευνοημένη της ερωτικής εκλογής, οι δεσμοί της με τον ίμερο/έρωτα είναι πολύ πιο οικείοι και ισχυροί από τους δεσμούς του άντρα και η μετοχή της στο ερωτικό αγαθό της χορηγεί ηγεμονικά προνόμια. Ακόμα και σε καθαρά υλική σφαίρα την ευαισθησία της στις προσβολές του ρίγους, που συνοδεύει την γενετήσια πράξη, χαρακτηρίζει εύνοια. Η Ελληνική μυθολογία μας παραδίδει την σχετική διένεξη των φύλων και την κρίση του ερμαφρόδιτου Τειρεσία, ο οποίος ελεεινολόγησε την ηδονιστική πενία του αρσενικού. «Αν είναι δέκα τα μερίδια ευχαρίστησης κατά την συνουσία, το ένα ανήκει στον άνδρας και τα υπόλοιπα στην γυναίκα – δέκα μοιρῶν περὶ τὰς συνουσίας οὐσῶν τὴν μὲν μίαν ἄνδρας ἥδεσθαι, τὰς δὲ ἐννέα γυναῖκας» είπε ο Τειρεσίας. [5]

Στον έρωτα δηλ. όλα γίνονται για το θηλυκό! Η Φύση ορίζει το αρσενικό να γίνεται ατελείωτη προσφορά, και θεία στέρηση για το θηλυκό. Πάντα, όταν φεύγει η γυναίκα, θα φταίει ο άντρας : γιατί όταν το θηλυκό είναι θηλυκό, την ευθύνη για να γίνει και να μείνει ως το τέλος σωστή η ερωτική σμίξη, την έχει ο άντρας. Στην διαλεκτική με τον έρωτα η γυναίκα λαμβάνει 1 μέρος ερωτικής απουσίας & 9 μέρη ερωτικής παρουσίας, ενώ ο άνδρας το αντίστροφο (εξ ου και άλλοτε ο ένας και άλλοτε ο άλλος δεν “χορταίνουν” την πείνα τους, και το αποτέλεσμα είναι γνωστό).

Όμως o έρωτας και ο θάνατος είναι αδελφοί και ομοιότητες, είναι συμπληρώματα, και οι δυο όψεις του ίδιου προσώπου : επί παραδείγματι ένας δημοτικός 15-σύλλαβος που λέγει: «Τι έρωτας, τι θάνατος, δεν έχει να διαλέξεις» αλλά κυρίως ο Ηράκλειτος που έλεγε: «Άδης και Διόνυσος εν και το αυτό - ὡυτὸς δὲ Ἀίδης καὶ Διόνυσος» το επικυρώνει και κάνει τον Έρωτα να είναι η ιερογλυφική ονομασία του θανάτου και αντίστροφα! Ως εκ τούτου, και παραφράζοντας τα λόγια του Τειρεσία, αν «είναι δέκα τα μερίδια ερωτικού πόνου (μικρού θανάτου), το ένα ανήκει στον άνδρα και τα υπόλοιπα στην γυναίκα» : η σφαγή που βιώνει η γυναίκα, ο πόνος που νιώθει, ο βαθμός που πάσχει είναι ανάλογος.

Στην διαλεκτική με τον ερωτικό πόνο - ως μικρό θάνατο – η γυναίκα λαμβάνει 1 μέρος θανατηφόρου παρουσίας και 9 μέρη θανατηφόρου απουσίας, ενώ ο άνδρας το αντίστροφο – εξ ου και τον θάνατο οι γυναίκες τον αντιμετωπίζουν ξεσκίζοντας τα μάγουλά τους, κυρίως όμως με γοερά μοιρολόγια που σε ένταση και δυναμική δεν έχουν να ζηλέψουν σε τίποτα την ερωτική κορύφωση!

Εξ όλων αυτών συμπεραίνουμε ότι ο ερωτικός πόνος της «απαρνημένης» είναι ο ανώτατος άθλος του ανθρώπου και μόνο αυτός αρκεί για να την ανυψώσει ως τα γόνατα των θεών !! [6]

Κατά αυτή την έννοια λέμε ότι το τιμιότερο έργο που θα είχε να παρουσιάσει ο άνθρωπος σαν απολογία μπροστά στην θεότητα και να το επικαλεσθεί για να μαρτυρήσει την αγωνιστική προθυμία του, δεν είναι ούτε η αρχιτεκτονική ούτε η μουσική τέχνη, αλλά μια ερωτευμένη γυναίκα, που ατενίζει ήρεμα από το παράθυρό της τη νύχτα και διαλέγεται με τα σκοτάδια της ερωτικής απουσίας της![7]

*******Μάλιστα τα ερωτικά έργα της γυναίκας αντιπροσωπεύουν την ανώτερη επίδοση του ανθρώπου και ουδέποτε θα μπορέσουμε να τα υμνήσουμε άξια! Και ακόμη πιο πέρα: τα μεγάλα έργα του ανθρώπου, που καθρεφτίζουν την ανεξάντλητη δυνατότητα της ανδρικής φύσης, δεν ημπορούν να υπομείνουν τη δοκιμασία της σύγκρισης με τα ερωτικά έργα της γυναίκας, εφόσον είναι αληθινά. Μάλιστα από την άποψη της ανδρείας ότι είναι ο ήρωας άνδρας ανάλογο και αντίστοιχο του είναι η ερωτευμένη γυναίκα, τα μεγάλα όμως κατορθώματα του ήρωα άνδρα υστερούν μπροστά σε θαυμάσια έργα εκείνης. Άλλωστε γνωστό είναι ότι η γυναίκα υπήρξε η μούσα της δημιουργίας. Οι μεγάλοι διδάσκαλοι του ανθρώπου δεν εζήτησαν να τους φωτίσουν οι θεοί, για να κάμουν το όραμά τους έργο. Εζήτησαν ταπεινά την συμπαράσταση και την εύνοια της γυναίκας, της μούσας! Η γυναίκα ανοίγει τις πύλες της ανδρικής ψυχής, αποσφραγίζει τους καταρράκτες του ίμερου/έρωτα, φέρνει τον άντρα σε φωτισμό και του διδάσκει του έρωτα. Είναι η σωκρατική Διοτίμα. Ταυτόχρονα όμως κατευθύνει την ερωτική του ορμή, καθοδηγεί την πορεία, εξευγενίζει το ήθος και ημερώνει την πράξη του. Αυτή την φορά είναι η φαουστική Μαργαρίτα. Ο έρωτάς της συνενώνει τη γνώση και την πράξη στη μεγαλειώδη σύνθεση, που ανεβάζει τον άντρα επάνω : το αιώνιο θηλυκό μας τραβάει ψηλά – όπως έλεγε ο Φάουστ! Η γυναίκα συνοδοιπόρος του άνδρα στην οδυνηρή του πορεία, εμπνεύστρια, φρουρός και οδηγήτρια, θα μεταλλάξει την οργή καταστροφής σε πνοή δημιουργίας. Ο μεγάλος, μάλιστα, λυρικός ποιητής & πεζογράφος Ράινερ Μαρια Ρίλκε (Rainer Maria Rilke) γνώρισε τη βαθειά φύση της γυναίκας όσο λίγοι και περιέγραψε το χρέος της προς τον άνδρα και τον Κόσμο με τρόπο απλό : συγκράτα τον! Έτσι η αντίληψη που θέλει το έργο του πολιτισμού να κατοπτρίζει τη δημιουργία του άντρα μόνο [ήρωες, νομοθέτες, φιλόσοφοι, ποιητές], είναι παντελώς λάθος, μιας και παραβλέπει το γεγονός ότι η παρουσία της γυναίκας υπήρξε όρος εκ των «sine qua non, δηλαδή απαραίτητη προϋπόθεση»). Εξίσου λανθασμένο όμως είναι και το σύγχρονο κίνημα για την αποκατάσταση της γυναίκας (φεμινισμός), ανεξάρτητα αν εκφράζει τη δίκαιη αντίδραση στην πολυαιώνια υποτίμησή της, και αυτό διότι στηρίζεται στην εξωτερική όψη της δύναμης της γυναίκας αλλά παραβλέπει την πηγή της. Δυστυχώς. Και αυτό είναι μέγα λάθος. Ο φεμινισμός σήμερα κινδυνεύει να περιπέσει στη χονδροκόπο και άκριτη εξομοίωση των φύλων με την αγνόηση της φυσικής διαφοράς τους. Εκείνης της διαφοράς που καθρεπτίζεται στην μακάρια σύμπλεξη του αρχαίου γυμνού, που ηρεμεί ανάμεσα στον κοίλο Ερμή και στην κυρτή Αφροδίτη. Ο φεμινισμός αξιώνει και οι δύο θεοί να ευρίσκονται στην ίδια στάση. Εν ολίγοις η γυναίκα αντί να επιδιώκει την επανενθρόνιση της στο θρόνο της μούσας, κυνηγά μετά μανίας αφενός ανούσια και αφετέρου επικίνδυνα πράγματα!).[8] *******

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η κατά μία εκδοχή απαρνημένη και εγκαταλελειμμένη από τον Θησέα στην νήσο Δία/Νάξο Αριάδνη. Έπειτα ο Διόνυσος παντρεύεται την απαρνημένη που λαμβάνει δώρο από την Αφροδίτη και τις Ώρες ένα χρυσό στεφάνι. Η Αριάδνη μετά τον θάνατό της καταστερίζεται από τον Διόνυσο μαζί με το στεφάνι της ως Βόρειος Στέφανος (Γκέμμα)!!

Μια άλλη μορφή με την ίδια όμως ποιότητα και δυναμική είναι η Πηνελόπη, που ζει το κλίμα της απουσίας είκοσι έτη. Μάλιστα η Πηνελόπη δεν αποτελεί απλά ένα οικοδομικό εράνισμα στο γενικό σχέδιο της Οδύσσεια. Εάν το κεντρικό πρόβλημα του ομηρικού έπους είναι η δραματική κίνηση του ήρωα πάνω από καταιγίδες και κατακλυσμούς, που μέλλουν να τον οδηγήσουν στην τελική του υπαρκτική αυτό-βεβαίωση, την ίδια πορεία πρέπει να περπατήσει και η Πηνελόπη στην σιωπή και την απουσία – η άλλη μορφή των κινδύνων και των τεράτων του ομηρικού ήρωα – για να φθάσει στην δική της υπαρκτική αυτό-βεβαίωση, στην επιστροφή του αγαπημένου. Η Πηνελόπη πρέπει να καταταχθεί στις «απαρνημένες» και αξίζει περισσότερο από τον Οδυσσέα, τον ήρωα!![9]

Παράδειγμα είναι και η Ηρώ, η κόρη που με τον λύχνο (το άστρο) καθοδηγεί κατά την ενύπνιο διαδικασία τον αγαπημένο της να έρθει προς αυτή : η παρθένος κόρη που από τον πύργο της στην Σηστό του Βοσπόρου/Ελλήσποντου αγναντεύει τα αντικριστά ασιατικά παράλια και την εκεί πόλη της Αβύδου, περιμένοντα τον αγαπημένο της «ἱμερόει Λέανδρο – θελκτικό Λέανδρο» να έρθει κολυμπώντας από την μία άκρη στην άλλη, καθώς ήτο κάτοικοι αντικριστών πόλεων και κατά συνέπεια πολικά αντίθετα!

Το σπουδαιότερο όμως παράδειγμα είναι η Μαγδαληνή : Η Μαγδαληνή, η νύφη στα νερά. Συντροφιά με Νημερτή και Κυμοθόη, με Δωτώ και Πρωτώ, με Δεξαμένη και Φέρουσα. Είναι η σύνοδος και η συμβολή σε πολιτείες και πύλες παλαιές. Το Δίπυλο, η Τρίπολη, η Πεντάπολη, το Σεπτιμόντιο, ο Επτάλοφος. Στην μορφή της Μαγδαληνής συρρέουν και όρχουνται όλες οι θεμελιώδεις κατηγορίες του θηλυκού στην διαλεκτική του με τον άντρα: Η αγία μητέρα Ιοκάστη. Η σταμνοφόρος στο φιλιατρό του πηγαδιού. Η μοιχαλίδα, που κυνηγιέται να λιθασθεί από τον όχλο στην πλατιά ρούγα. Η πόρνη στο πανδοχείο της νύχτας, που δίνει τους μαύρους κρίκους των ματιών της, για να πάρει τα δηνάρια του στρατιώτη της λεγεώνας των Αγριοχοίρων. Η μυροφόρος, όταν πλένει με αλόη τα πόδια του άντρα εραστή, και τα σπογγίζει με το λαιμό και τα μαλλιά της. Και η άλλη Μαρία, που γονατίζει σιωπηλή μπροστά στα μάτια του δασκάλου, και διαλέγει την αγαθή μερίδα. Να ακούει. Να ακούει τα λόγια του, την ώρα που στάζει τη δροσιά της αυγής το περιβόλι. Η Μαγδαληνή δεν προπέμπει τον Ιησού στον Άδη, όπως έκαμε η Κίρκη, η Σίβυλλα και η Λιβιδώ. Αντίθετα, υποδέχεται τον άντρα που αγάπησε στους κήπους και στις ελιές, όταν εκείνος θα γυρίσει από την έκπληξη του θανάτου. Υποδέχεται, δηλ., και φιλοξενεί τον αιώνιο χωρισμό, ζωντανό και λειτουργικό και νύσσοντα στη συνείδηση της. Και τον μεταμορφώνει σε βασική θυρίδα των διαλογισμών της, όσο χρόνο της μέλλεται να ζήσει. Της μένει τώρα α θυμάται. Να θυμάται τον κλονισμό του φευγαλέου, και τους δονητούς οίστρους. Την στάση την αρχαία με τα ανοιχτά γόνατα και τα ανοιχτά μάτια. Και τις φωνές της, καθώς ανέβαινε στην παραλαλιά, όταν τις μεθούσε το σπίρτο του ονείρου. Έτσι στέκεται, και έτσι παντυχαίνει. Τον ζητεί καθισμένη στο λευκό μνημείο της απουσίας. Και σιγά – σιγά μαθαίνει να τρώει και να πίνει τη θύμηση του, όπως οι άλλοι τρώνε και πίνουν το κρασί και τον άρτο. Και κλαίει. Κλαίει ήσυχα, τραβηγμένη σε παράμερο μέρος. Γιατί τώρα είναι που έμαθε ότι δε θα τον ξαναγγίξει ποτέ. Εκείνο το αγρίμι, που αγκάλιαζε τρέμοντας κάτω από τα αγκάθια του λευκού θάμνου στους λόφους, έγινε το λευκό σημείο στα βάθη του σύμπαντος. Είναι και στέκει εκεί με το θάνατο του άστρου, τον αφεγγή και παγωμένο στους αιώνες αιώνων. Στην Μαγδαληνή ότι μένει είναι η μνήμη. Μονιά και μνημείο στο μυαλό της. Μέσα της έχει το λατομείο του μαρμάρου για τα αγάλματα, και την αλωνιά του σταριού για τους άρτους. Την σκηνή του κήπου τη σκέπασαν τα στερνά του λόγια : Μαρία με τα γλαρά μάτια, δεν θα μ’ αγγίξεις πια![10]

πηγή
Κεφάλας Ευστάθιος [Αμφικτύων] (15/12/2008, Ελλάς)



[1] Βλ. Λιαντίνης Δημήτριος «Ο Νηφομανής – η ποιητική του Σεφέρη, σελ. 37».
[2] Βλ. Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 190.

[3] Βλ. Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 201 & 351 – σχόλιο 212,12 – 26 & σχόλιο 213,22.

[4] Βλ Λιαντίνης Δημήτριος «Γκέμμα», σελ. 170.

[5] Βλ. Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 202 – 203.

[6] Βλ. Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 200.

[7] Βλ. Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 202.

[8] Βλ. Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 201 – 208

[9] Βλ. Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 195.

[10] Βλ. Λιαντίνης Δημήτριος «Γκέμμα», σελ. 197-198.



Πηγή: http://www.ellinikoarxeio.com

Πέμπτη 5 Μαΐου 2011

Έρως και Ψυχή - Μια μυθική ιστορία αγάπης



Ο Ερωτας και η Ψυχη είναι ένα μυθολογικό ζευγάρι, που βασανίστηκαν πολύ μέχρι να μπορέσουν να χαρούν την αγάπη τους ανεμπόδιστα. Αυτός είναι ο μύθος του Ερωτα και της Ψυχής όπως τον αναφέρει ο Απουλήιος, Ρωμαίος συγγραφέας του 2ου μ.Χ. αιώνα:




"Μια φορά κι έναν καιρό ζούσαν σε μια πολιτεία μεγάλη, πλούσια και δυνατή ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα. Η μικρότερη από τις τρεις κόρες τους την έλεγαν Ψυχή ήταν τόσο όμορφη, που μόνο με τη θεά Αφροδίτη μπορούσε να παραβληθεί. Έτσι, όποιος την έβλεπε, έπεφτε θαμπωμένος και την προσκυνούσε σαν να είχε μπροστά του την ίδια τη θεά. Με τον καιρό όλοι πίστεψαν πως η ψυχή δεν ήταν παρά η ίδια η θεά του έρωτα που είχε κατεβεί στη γη. Τα ιερά της Αφροδίτης στην Πάφο, στα Κύθηρα, στην Κνίδο, ερημώθηκαν. Οι προσευχές λησμονήθηκαν. Οι θυσίες σταμάτησαν. Ο κόσμος, που λάτρευε πριν τη μεγάλη θεά, σαγηνεύτηκε από την ομορφιά της θνητής, και αυτήν προσκυνούσε πια και λάτρευε. 

Η Αφροδίτη δεν άντεξε την προσβολή και αποφάσισε να εκδικηθεί... Πρόσταξε λοιπόν το γιο της, τον Έρωτα, να χτυπήσει την αντίζηλό της με τα βέλη του και να την κάνει να αγαπήσει παράφορα τον πιο ασήμαντο και περιφρονημένο άνθρωπο του κόσμου. Έτσι, όπως άλλωστε γίνεται συχνά, η ομορφιά της Ψυχής στάθηκε η αιτία της μεγάλης της δυστυχίας: όλοι οι νέοι έμειναν μαγεμένοι από τη χάρη της, κανείς όμως δεν αποφάσιζε να την κάνει γυναίκα του, και η Ψυχή έμενε μόνη και έρημη. Οι δύο αδερφές της είχαν παντρευτεί πριν από καιρό στα ξένα, και η Ψυχή, κλεισμένη στο παλάτι, έκλαιγε τη μοίρα της και καταριόταν την ομορφιά της. 

Όταν ο βασιλιάς είδε κι απόειδε, αποφάσισε να ρωτήσει το μαντείο του Απόλλωνα στη Μίλητο, για την τύχη της κόρης του. Η απάντηση του θεού ήταν αλλόκοτη και σκληρή: έπρεπε να οδηγήσουν την Ψυχή νυφοστολισμένη, σαν να ήταν να παντρευτεί στον Κάτω Κόσμο, στην πιο ψηλή κορφή ενός έρημου και μακρινού βουνού. Εκεί θα συναντούσε το γαμπρό που της είχε τάξει το ριζικό της: ένα πελώριο φίδι φτερωτό που προξενούσε το φόβο και τον τρόμο, ακόμη και στον μεγάλο Δία. Τρόμαξε ο βασιλιάς. Μήπως όμως μπορούσε να κάνει κι αλλιώς; Έτσι όλος ο λαός, μαζί με τους γονείς της, τη συνόδεψε με κλάματα και μοιρολόγια ως την κορφή του βουνού, όπου την άφησαν κι έφυγαν. Τότε ο Ζέφυρος την ανασήκωσε, και ταξιδεύοντάς την πάνω από στεριές και θάλασσες, την έφερε και την άφησε μέσα σε ένα μαγεμένο περιβόλι. Σ' αυτό το περιβόλι η Ψυχή σαστισμένη πήρε να σεργιανάει εδώ κι εκεί, όταν ξαφνικά βρέθηκε μπροστά σ' ένα ολόχρυσο παλάτι, εντελώς αφύλαχτο. Παρ' όλο το φόβο που ένιωθε, μπήκε μέσα και άρχισε να το τριγυρίζει, ώσπου άκουσε μια φωνή: «όλα όσα βλέπεις, κυρά μου, είναι δικά σου. Μη φοβάσαι! Κάθισε να ξαποστάσεις, και όταν θελήσεις να λουστείς και να νοιαστείς για την ομορφιά σου, φώναξέ μας να σε βοηθήσουμε. Εμείς είμαστε οι υπηρέτες σου. Η κάθε σου επιθυμία είναι για μας προσταγή»

Πραγματικά, οι υπηρέτες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να την περιποιηθούν και να τη διασκεδάσουν. Τη βοήθησαν να λουστεί, της έστρωσαν πλούσιο το τραπέζι και της τραγούδησαν, χωρίς όμως να τους δει. Τη νύχτα έφτασε ο άγνωστος άντρας της και μέσα στο βαθύ σκοτάδι την έκανε δική του, προτού όμως ξημερώσει ακόμη, χάθηκε από κοντά της. 

Έτσι περνούσε ο καιρός: την ημέρα οι αόρατοι υπηρέτες φρόντιζαν να μην της λείψει τίποτα και τη νύχτα ερχόταν ο μυστηριώδης εραστής της και την έκανε ευτυχισμένη. Στο μεταξύ οι γονείς της γερνούσαν μέσα στην απελπισία και στο πένθος. Κοντά τους είχαν έρθει οι δυο άλλες θυγατέρες τους και προσπαθούσαν μάταια να τους παρηγορήσουν. Αλλά και η Ψυχή άρχισε να αισθάνεται δυστυχισμένη: ολομόναχη τη μέρα να ζει ανάμεσα σε αόρατα πνεύματα και το βράδυ να πλαγιάζει στην αγκαλιά ενός άντρα, που ούτε για μια στιγμή δεν είχε αντικρίσει το πρόσωπό του. Στο τέλος με δάκρυα και παρακάλια καταφέρνει η Ψυχή να πείσει τον άντρα της μέσα στα χάδια να επιτρέψει να έρθουν, ας είναι και για λίγον καιρό, οι αδερφές της για να της κρατήσουν συντροφιά. Η άδεια δίνεται, με έναν όρο όμως: «Μπορείς, της είπε, να τους χαρίσεις ό,τι θελήσουν από τα πλούτη του παλατιού. Μα μην πλανηθείς από τα λόγια τους και θελήσεις να με αντικρίσεις στο φως. Θα με χάσεις για πάντα και θα γίνεις δυστυχισμένη». Η Ψυχή του υπόσχεται να σεβαστεί την επιθυμία του. Άλλωστε και η ίδια τον έχει αγαπήσει στο μεταξύ και δεν θέλει να τον χάσει. Ξέρει ακόμη πως από τη διαγωγή της θα εξαρτηθεί και η φύση του παιδιού που έχει στα σπλάχνα της: αν συμμορφωθεί με την εντολή του άντρα της, το παιδί που θα γεννήσει θα είναι αθάνατο. Αν όχι, θνητό. 


Ύστερα από λίγες μέρες οι αδερφές ανεβαίνουν στο βουνό για να κλάψουν την Ψυχή, που τη νόμισαν πια χαμένη για πάντα. Στους θρήνους τους αποκρίνεται η φωνή της ίδιας της Ψυχής που τις καλεί κοντά της. Σε λίγο, ταξιδεμένες κι αυτές από το Ζέφυρο, βρίσκονται μέσα στο παλάτι. Η χαρά τους είναι ανείπωτη. Όμως, σιγά σιγά αρχίζουν να ζηλεύουν την τύχη της αδερφής τους και ο φθόνος τους μεγαλώνει ύστερα από κάθε επίσκεψη, καθώς η Ψυχή, εντελώς ανυποψίαστη για τα αισθήματά τους, τις σεργιανίζει μέσα στο παλάτι και τους δείχνει τους αρίθμητους θησαυρούς. Στους γέρους γονείς τους δεν λένε κουβέντα για την τύχη της Ψυχής. Τους αφήνουν να πιστεύουν πως η μικρότερη αδερφή είναι από καιρό πεθαμένη. Οι φθονερές αδερφές δεν σκέφτονται παρά μόνο πώς θα κάνουν κακό στην Ψυχή. Δεν σταματούν να τη ρωτούν για τον άντρα της. Και η Ψυχή αναγκάζεται στο τέλος να τους πει ψέματα, πως τάχα ο άντρας της είναι ένας νέος όμορφος και δυνατός που περνά τη μέρα του πάνω στα βουνά κυνηγώντας. 

Η ομολογία της Ψυχής κάνει να φουντώνει ακόμα πιο πολύ ο φθόνος στα στήθη των αδερφάδων της, γιατί και οι δυο έχουν παντρευτεί γέρους και ανήμπορους βασιλιάδες. Όμως και ο σύντροφος της Ψυχής ξέρει τι διαθέσεις έχουν οι κακές αδερφές και σε κάθε ευκαιρία την προειδοποιεί για την ανεπανόρθωτη καταστροφή που θα προκαλέσει η ίδια αν τυχόν παραβεί την εντολή του. Οι αδερφές της ωστόσο επιμένουν να μάθουν λεπτομέρειες και έτσι, κάποτε που η Ψυχή ξεχάστηκε και είπε πως ο άντρας της είναι κάποιος πλούσιος έμπορος από την κοντινή επαρχία, κάπως μεγάλος στην ηλικία, πέφτουν πάνω της και την αναγκάζουν να παραδεχτεί, μια και η ίδια άλλα τους είχε πει πιο παλιά, πως τον άντρα της δεν τον είχε ποτέ δει στα μάτια της. Στο τέλος κατορθώνουν να την πείσουν πως αυτός ο άγνωστος άντρας της δεν ήταν παρά το φοβερό φίδι που μνημόνευε η προφητεία του Απόλλωνα. Αν τη φροντίζει, της είπαν, είναι γιατί θέλει να τη φάει, μόλις το παιδί μεγαλώσει στα σπλάχνα της. Ένας μόνο τρόπος υπάρχει για να γλιτώσει από το θάνατο: μια νύχτα, να ανάψει ένα λυχνάρι και να κόψει το κεφάλι του τέρατος. 



Η ψυχή βασανίστηκε πολύ ώσπου να πάρει την απόφαση, αλλά στο τέλος πίστεψε πως αυτή θα έπρεπε να χτυπήσει πρώτη. Έτσι, μια μέρα, όταν έπεσε το σκοτάδι και ο άντρας της πλάγιασε κοντά της και αποκοιμήθηκε βαθιά, σηκώθηκε και άναψε το λυχνάρι. Κάτω όμως από το φως του η Ψυχή τα έχασε: μπροστά της βρισκόταν ο ίδιος ο Έρωτας, πιο ωραίος κι απ' ό,τι τον φανταζόταν. Στα πόδια του κρεβατιού ήταν ριγμένα τα άρματά του : το τόξο, η φαρέτρα και τα βέλη. Η Ψυχή πήρε τότε μια σαΐτα και, καθώς την περιεργαζόταν, πληγώθηκε ελαφρά στο δάχτυλο. Από κείνη τη στιγμή, χωρίς και η ίδια να το καταλάβει, ερωτεύεται παράφορα τον ίδιο τον Έρωτα. Μετανιωμένη για την ευπιστία και την αμυαλιά της προσπαθεί να αυτοκτονήσει για να τιμωρήσει τον εαυτό της. Άδικος κόπος. Το μαχαίρι γλιστρά και πέφτει από το χέρι της. 



Ξαφνικά, μια σταγόνα καφτό λάδι χύνεται από το λυχνάρι και πέφτει πάνω στον γυμνό ώμο του κοιμισμένου θεού. Ο Έρωτας πετιέται πάνω αλαφιασμένος από τον πόνο και, διαπιστώνοντας την απιστία της γυναίκας του, ανοίγει τα φτερά του για να φύγει. Μόλις που προφταίνει η Ψυχή να πιαστεί από το πόδι του και να ανυψωθεί μαζί του πάνω στα σύννεφα. Ύστερα από λίγο, εξαντλημένη από την κούραση, πέφτει στη γη, χωρίς να σκοτωθεί. Και ο Έρωτας όμως κατέβηκε, στάθηκε στην κορυφή ενός κοντινού κυπαρισσιού, και αφού της παραπονέθηκε για την αχαριστία που έδειξε, πέταξε πάλι στα ύψη. Η Ψυχή ρίχτηκε από την απελπισία της σ' ένα ποτάμι για να πνιγεί, εκείνο όμως τη σήκωσε απαλά πάνω στα νερά του και την άφησε πάνω στην πυκνή χλόη της όχθης του. Ο Παν, που βρισκόταν εκεί κοντά, κατάφερε να τη μεταπείσει και να της δώσει θάρρος. 

Από εκείνη τη στιγμή ένας είναι ο σκοπός της ζωής της: να ξαναβρεί τη χαμένη της ευτυχία. Πρώτα όμως πρέπει να τιμωρήσει τις αδερφές της. Στην πρώτη εξομολογείται πως ο Έρωτας έφυγε από κοντά της, τάχα για να παντρευτεί εκείνην. Δεν χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για να πειστεί η φθονερή αδερφή να παρατήσει τον άντρα της, λέγοντάς του πως τάχα πέθαναν οι γονείς της, να ανεβεί στο βουνό και να γκρεμιστεί στα βράχια, πιστεύοντας ως την τελευταία στιγμή πως θα τη σηκώσει, όπως και την άλλη φορά, ο Ζέφυρος. Με τον ίδιο τρόπο σκοτώνεται και η δεύτερη. 

Ύστερα από την τιμωρία τους, η Ψυχή ξεκινάει να βρει τον Έρωτα. Άδικα όμως παραδέρνει σε στεριές και θάλασσες. Οι θεοί την έχουν εγκαταλείψει. Ούτε η Ήρα, ούτε η Δήμητρα, παρόλο που τη συμπονούν, δέχονται να τη βοηθήσουν, όταν καταφεύγει στα ιερά τους, γιατί δεν θέλουν να έρθουν σε σύγκρουση με την Αφροδίτη, που τη μισεί θανάσιμα, επειδή μπόρεσε αυτή, μια θνητή, να ξελογιάσει το γιο της. Τέλος, πηγαίνει στο παλάτι της Αφροδίτης, με την ελπίδα πως εκεί θα έβρισκε τον Έρωτα, και πέφτει ασυλλόγιστα στα χέρια της. Από καιρό άλλωστε η θεά είχε στείλει τον Ερμή να τη βρει και να την οδηγήσει με το καλό ή με τη βία μπροστά της. 

Από τη στιγμή αυτή αρχίζουν οι μεγάλες δοκιμασίες για την Ψυχή. Δύο έμπιστες δούλες της ζηλότυπης θεάς, η Θλίψη και η Έγνοια, τη μαστιγώνουν αλύπητα. Άλλη της βγάζει τρίχα τρίχα τα μαλλιά, η Αφροδίτη η ίδια τη δέρνει και της ξεσκίζει τα ρούχα. Ύστερα την προστάζει μέσα σε λίγες ώρες να ξεδιαλέξει από έναν τεράστιο σωρό καρπούς της γης το κάθε είδος στάρι, παπαρουνόσπορο, κεχρί, ρεβίθια, φακή, κουκιά, κριθάρι και να το βάλει χωριστά. Η Ψυχή καταφέρνει να τα βγάλει πέρα με τη βοήθεια των μυρμηγκιών. Την άλλη μέρα υποχρεώνεται να πάει να βρει και να φέρει το χρυσό μαλλί από τα άγρια πρόβατα του βουνού, και ύστερα να κουβαλήσει νερό από την πηγή της Στύγας, που τη φύλαγαν, νύχτα και μέρα, δράκοι ακοίμητοι. Στις επικίνδυνες αυτές αποστολές δεν της έλειψαν ωστόσο οι παραστάτες: πρώτα το προφητικό καλάμι που τη συμβούλεψε να μαζέψει με την ησυχία της τις τούφες το μαλλί που άφηναν τα πρόβατα πάνω στα αγκάθια των θάμνων και ύστερα ο αετός του Δία που γέμισε το κανάτι με το νερό της πηγής. 

Οι δοκιμασίες όμως και τα βάσανα της Ψυχής δεν τελειώνουν. Η Αφροδίτη τη στέλνει στον Κάτω Κόσμο να δανειστεί από την Περσεφόνη την αλοιφή της ομορφιάς, μια και η δική της είχε τελειώσει. Και αυτή τη φορά η Ψυχή, παίρνοντας κουράγιο από τη δύναμη του πάθους της και έχοντας βοηθό έναν μαγικό πύργο, θα τα καταφέρει, όχι βέβαια χωρίς δοκιμασίες. Ο πύργος αυτός, όπου είχε ανέβει για να αυτοκτονήσει, τη συμβούλεψε πώς θα κατεβεί στον Άδη και της φανέρωσε τι είχε να αντιμετωπίσει εκεί. Η ατυχία της, όμως, δεν είχε όρια. Μόλις πήρε το βάζο με τη θεϊκή αλοιφή, θέλησε να δοκιμάσει η ίδια το θαυματουργό φάρμακο, ελπίζοντας πως, αν έβαζε λίγη αλοιφή στο πρόσωπό της, θα γινόταν ακόμη πιο όμορφη, και έτσι θα μπορούσε να ξανακερδίσει την αγάπη του Έρωτα. Τη στιγμή όμως που άνοιξε το βάζο, ένιωσε να την τυλίγει σαν αποπνικτικός καπνός, ο Ύπνος, και έχασε τις αισθήσεις της. 

Τα βάσανα της Ψυχής βρίσκονται όμως πια στο τέλος τους. Αρκετά είχε δοκιμαστεί. Ο Έρωτας που δεν την είχε ποτέ απολησμονήσει, κατορθώνει να γλιστρήσει από το δωμάτιο όπου τον είχε κλειδωμένο η Αφροδίτη, τάχα για να του γιατρέψει την πληγή, τρέχει και ξανακλείνοντας τον Ύπνο μέσα στο βάζο, τη συνεφέρνει. Έπειτα κατορθώνει, σε ένα συμβούλιο των θεών, να καταπραΰνει το θυμό της μητέρας του με τη βοήθεια του Δία, που αντιμετωπίζει με κατανόηση την περιπέτεια του Έρωτα, και πρωτοστατεί στο μεγάλο γλέντι που στήνεται στον Όλυμπο, για να τιμηθεί η γαμήλια ένωση του θεού με τη θνητή. 

Η Ψυχή γίνεται πια επίσημα γυναίκα του και την ίδια ώρα της χαρίζεται η αθανασία. Ύστερα από λίγο καιρό φέρνει στον κόσμο τον καρπό της αγάπης της με τον Έρωτα: την Ηδονή." 

Αντιγραφή από: (Ελληνική Μυθολογία, Εκδοτική Αθηνών)

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...