Arno Breker - Psyche |
Η ΨΥΧΗ ΔΕΝ
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ «ΥΛΙΚΟ ΨΥΧΙΚΟ ΑΤΟΜΟ»
(ή αλλοιώς «ΠΟΣΟ ΑΝΟΗΤΟΙ ΚΑΙ ΑΣΕΒΕΙΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΠΟΙΟΙ»)
(ή αλλοιώς «ΠΟΣΟ ΑΝΟΗΤΟΙ ΚΑΙ ΑΣΕΒΕΙΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΠΟΙΟΙ»)
Κάποιοι που
διατείνονται ότι οι θέσεις τους απεικονίζουν την «Ελληνική Κοσμοθέαση»
αποκαλούν την ψυχή «υλικό ψυχικό άτομο» ισχυριζόμενοι ότι η ψυχή έχει συσταθεί
από υλικά συστατικά, κατά παραποίηση και διαστρέβλωση του 35α του Τιμαίου του
Πλάτωνα, το οποίο όμως και επικαλούνται. Και έτσι στήνουν ολόκληρο σκεπτικό,
ότι εμείς δήθεν προήλθαμε από την ύλη, είμασταν κάποτε πέτρα, μετά γίναμε ζώα,
μετά ανθρώπινες ψυχές, μετά γινόμαστε θεοί με συνεχή εξέλιξη της οποίας δεν
υπάρχει τέλος(!) (κατά διαστρέβλωση ανάμεσα σε άλλα και σχετικού αποσπάσματος
του Εμπεδοκλέους , το οποίο δεν θα διαπραγματευθούμε εδώ μιας και εστιαζόμαστε
στον Πλάτωνα, αλλά θα το κάνουμε στο άμεσο μέλλον).
Αυτό μάλλον που δεν έχει τέλος είναι η άγνοια τους σε βασικά θέματα Ελληνικής Κοσμοθέασης και/ή η προσπάθεια τους να παραποιήσουν την Ελληνική σκέψη για λόγους που θα μπορούσαμε να υποθέσουμε και να αναπτύξουμε.
‘Όπως θα δούμε δε λίγο πιο κάτω, ο ίδιος ο Πλάτων στους Νόμους αποκαλεί ανοήτους και ασεβείς όσους έχουν αυτή την άποψη.
Διαβάζοντας τον διάλογο «Τίμαιο» και ακολουθώντας την αφήγηση του Τιμαίου, στο 32a διαβάζουμε πράγματι ότι ο δημιουργός έφτιαξε το σώμα του κόσμου από τα τέσσερα στοιχεία και αφού το έφτιαξε, τοποθέτησε στην μέση του την ψυχή («ψυχὴν δὲ εἰς τὸ μέσον αὐτου̂ θεὶς διὰ παντός τε ἔτεινεν καὶ ἔτι ἔξωθεν τὸ σω̂μα αὐτῃ̂ περιεκάλυψεν» (34b)), παρασυρόμαστε δε,αν διαβάζουμε επιπόλαια, να συμπεράνουμε έτσι ότι η ψυχή φτιάχτηκε μετά το υλικό σώμα. Πράγμα που έχει υπ’όψιν του ο Πλάτων να διαπραγματευθεί γιατί αμέσως μετά, στο 34b-c του Τιμαίου, σπεύδει να ξεκαθαρίσει:
« τὴν δὲ δὴ ψυχὴν οὐχ ὡς νυ̂ν ὑστέραν ἐπιχειρου̂μεν λέγειν, οὕτως ἐμηχανήσατο καὶ ὁ θεὸς νεωτέραν--οὐ γὰρ ἂν ἄρχεσθαι πρεσβύτερον ὑπὸ νεωτέρου συνέρξας εἴασεν--ἀλλά πως ἡμει̂ς πολὺ μετέχοντες του̂ προστυχόντος τε καὶ εἰκῃ̂ ταύτῃ πῃ καὶ λέγομεν, ὁ δὲ καὶ γενέσει καὶ ἀρετῃ̂ προτέραν καὶ πρεσβυτέραν ψυχὴν σώματος ὡς δεσπότιν καὶ ἄρξουσαν ἀρξομένου συνεστήσατο ἐκ τω̂νδέ τε καὶ τοιῳ̂δε τρόπῳ...»
Δηλαδή :
«Την δε ψυχή δεν την κατασκεύασε ο θεός μετά από το σώμα ώστε να είναι νεότερη, όπως εμείς τώρα αναφέρουμε. Όταν ο θεός τα συνέδεσε μεταξύ τους, δεν ήταν δυνατό ν' αφήσει το αρχαιότερο να κυβερνιέται από το νεότερο. Εμείς που μετέχουμε στο τυχαίο και το άτακτο, μιλάμε με τον ίδιο τρόπο. Ο θεός όμως δημιούργησε την ψυχή πριν από το σώμα κι έτσι είναι ανώτερη του τοσο στην ηλικία όσο και στην αρετή, για να το εξουσιάζει και όχι να εξουσιάζεται απ' αυτό. Την έφτιαξε μάλιστα από τα εξής και κατά τέτοιο τρόπο….»
Το σημείο αυτό σχολιάζει εκτενώς και αναλυτικώς ο Πρόκλος στο βιβλίο Γ των Σχολίων του στον Τίμαιο ,από το 113.15 κ.επ., τονίζοντας ότι «νοεροὶ γάρ ἐσμεν κατ’ οὐσίαν»(116.29) δηλαδή ότι είμαστε φτιαγμένοι από μια νοερή ουσία (δηλαδή ανώτερη από την ύλη) και όχι βέβαια από ύλη.
Άλλωστε ο Πλάτων στον Φαίδρο 246a δηλώνει ότι η ψυχή είναι αγέννητος και άφθαρτη, συνεπώς δεν θα μπορούσε να υπήρξε κάποια στιγμή κατά την οποία να έχει κατασκευαστεί, πράγμα που μας υπενθυμίζει ο Πρόκλος : «ἀγένητον γὰρ καὶ ἀνώλεθρον ἔδειξεν ἐν Φαίδρῳ τὴν ψυχήν» - Πρόκλος – Σχόλια στον Τίμαιο βιβλίο Γ 117.2
Σημαντική όμως αντιμετώπιση αυτού του θέματος κάνει ο Πλάτων και στους Νόμους, στην προσπάθεια του να διαπραγματευτεί κάποια θέματα που άπτονται της πρόνοιας, της ευσέβειας και της αποδοχής της ύπαρξης των θεών, εντάσσοντας στα θέματα αυτά και την ψυχή, αποκαλεί δε ανοήτους και ασεβείς όσους δέχονται ότι η ψυχή είναι φτιαγμένη από ύλη.
Παρατίθεται ένα εκτενές σχετικό απόσπασμα (τα σχετικά σημεία περικλείονται με αστερίσκους) και προτείνεται να μελετηθεί εν εκτάσει το ευρύτερο κείμενο :
{ΑΘ.} Ἀλλὰ δὴ λέγε μοι πάλιν, Κλεινία, καὶ σύ—κοι-
(c.) νωνὸν γὰρ δεῖ σε εἶναι τῶν λόγων—κινδυνεύει γὰρ ὁ λέγων
ταῦτα πῦρ καὶ ὕδωρ καὶ γῆν καὶ ἀέρα πρῶτα ἡγεῖσθαι τῶν
πάντων εἶναι, καὶ τὴν φύσιν ὀνομάζειν ταῦτα αὐτά, ψυχὴν
δὲ ἐκ τούτων ὕστερον. ἔοικεν δὲ οὐ κινδυνεύειν ἀλλὰ
ὄντως σημαίνειν ταῦτα ἡμῖν τῷ λόγῳ. (5)
{ΚΛ.} Πάνυ μὲν οὖν.
{ΑΘ.} Ἆρ’ οὖν πρὸς Διὸς οἷον πηγήν τινα ἀνοήτου δόξης
ἀνηυρήκαμεν ἀνθρώπων ὁπόσοι πώποτε τῶν περὶ φύσεως
ἐφήψαντο ζητημάτων; σκόπει πάντα λόγον ἐξετάζων· οὐ
(d.) γὰρ δὴ σμικρόν γε τὸ διαφέρον, εἰ φανεῖεν οἱ λόγων ἁπτό-
μενοι ἀσεβῶν, ἄλλοις τε ἐξάρχοντες, μηδὲ εὖ τοῖς λόγοις
ἀλλ’ ἐξημαρτημένως χρώμενοι. δοκεῖ τοίνυν μοι ταῦτα
οὕτως ἔχειν.
{ΚΛ.} Εὖ λέγεις· ἀλλ’ ὅπῃ, πειρῶ φράζειν. (5)
{ΑΘ.} Ἔοικεν τοίνυν ἀηθεστέρων ἁπτέον εἶναι λόγων.
{ΚΛ.} Οὐκ ὀκνητέον, ὦ ξένε. μανθάνω γὰρ ὡς νομο-
θεσίας ἐκτὸς οἰήσῃ βαίνειν, ἐὰν τῶν τοιούτων ἁπτώμεθα
(e.) λόγων. εἰ δὲ ἔστι μηδαμῇ ἑτέρως συμφωνῆσαι τοῖς νῦν
κατὰ νόμον λεγομένοις θεοῖς ὡς ὀρθῶς ἔχουσιν ἢ ταύτῃ,
λεκτέον, ὦ θαυμάσιε, καὶ ταύτῃ.
{ΑΘ.} Λέγοιμ’ ἄν, ὡς ἔοικεν, ἤδη σχεδὸν οὐκ εἰωθότα
λόγον τινὰ τόνδε. ὃ πρῶτον γενέσεως καὶ φθορᾶς αἴτιον (5)
ἁπάντων, τοῦτο οὐ πρῶτον ἀλλὰ ὕστερον ἀπεφήναντο εἶναι
γεγονὸς οἱ τὴν τῶν ἀσεβῶν ψυχὴν ἀπεργασάμενοι λόγοι, ὃ δὲ
ὕστερον, πρότερον· ὅθεν ἡμαρτήκασι περὶ θεῶν τῆς ὄντως
οὐσίας.
892.
(a.) {ΚΛ.} Οὔπω μανθάνω.
{ΑΘ.} Ψυχήν, ὦ ἑταῖρε, ἠγνοηκέναι κινδυνεύουσι μὲν
ὀλίγου σύμπαντες οἷόν τε ὂν τυγχάνει καὶ δύναμιν ἣν ἔχει,
τῶν τε ἄλλων αὐτῆς πέρι καὶ δὴ καὶ γενέσεως, ὡς ἐν
πρώτοις ἐστί, σωμάτων ἔμπροσθεν πάντων γενομένη, καὶ (5)
μεταβολῆς τε αὐτῶν καὶ μετακοσμήσεως ἁπάσης ἄρχει
παντὸς μᾶλλον· εἰ δὲ ἔστιν ταῦτα οὕτως, ἆρ’ οὐκ ἐξ ἀνάγκης
τὰ ψυχῆς συγγενῆ πρότερα ἂν εἴη γεγονότα τῶν σώματι
(b.) προσηκόντων, οὔσης γ’ αὐτῆς πρεσβυτέρας ἢ σώματος;
{ΚΛ.} Ἀνάγκη.
{ΑΘ.} Δόξα δὴ καὶ ἐπιμέλεια καὶ νοῦς καὶ τέχνη καὶ νόμος
σκληρῶν καὶ μαλακῶν καὶ βαρέων καὶ κούφων πρότερα ἂν
εἴη· καὶ δὴ καὶ τὰ μεγάλα καὶ πρῶτα ἔργα καὶ πράξεις (5)
τέχνης ἂν γίγνοιτο, ὄντα ἐν πρώτοις, τὰ δὲ φύσει καὶ
φύσις, ἣν οὐκ ὀρθῶς ἐπονομάζουσιν αὐτὸ τοῦτο, ὕστερα καὶ
ἀρχόμενα ἂν ἐκ τέχνης εἴη καὶ νοῦ.
(c.) {ΚΛ.} Πῶς οὐκ ὀρθῶς;
{ΑΘ.} Φύσιν βούλονται λέγειν γένεσιν τὴν περὶ τὰ
πρῶτα· εἰ δὲ φανήσεται ψυχὴ πρῶτον, οὐ πῦρ οὐδὲ ἀήρ,
ψυχὴ δ’ ἐν πρώτοις γεγενημένη, σχεδὸν ὀρθότατα λέγοιτ’
ἂν εἶναι διαφερόντως φύσει. ταῦτ’ ἔσθ’ οὕτως ἔχοντα, ἂν (5)
ψυχήν τις ἐπιδείξῃ πρεσβυτέραν οὖσαν σώματος, ἄλλως
δὲ οὐδαμῶς.
{ΚΛ.} Ἀληθέστατα λέγεις.
{ΑΘ.} Οὐκοῦν τὰ μετὰ ταῦτα ἐπ’ αὐτὸ δὴ τοῦτο στελ-
λώμεθα; (10)
(d.) {ΚΛ.} Τί μήν;
{ΑΘ.} Φυλάττωμεν δὴ παντάπασιν ἀπατηλὸν λόγον, μή
πῃ πρεσβύτας ἡμᾶς ὄντας νεοπρεπὴς ὢν παραπείσῃ καὶ
διαφυγὼν καταγελάστους ποιήσῃ, καὶ δόξωμεν μείζονα ἐπι-
βαλλόμενοι καὶ τῶν σμικρῶν ἀποτυχεῖν. σκοπεῖτε οὖν. (5)
εἰ καθάπερ ποταμὸν ἡμᾶς ἔδει τρεῖς ὄντας διαβαίνειν ῥέοντα
σφόδρα, νεώτατος δ’ ἐγὼ τυγχάνων ἡμῶν καὶ πολλῶν ἔμ-
πειρος ῥευμάτων, εἶπον ὅτι πρῶτον ἐμὲ χρῆναι πειραθῆναι
(e.) κατ’ ἐμαυτόν, καταλιπόντα ὑμᾶς ἐν ἀσφαλεῖ, σκέψασθαι εἰ
διαβατός ἐστι πρεσβυτέροις οὖσι καὶ ὑμῖν, ἢ πῶς ἔχει, καὶ
φανέντος μὲν ταύτῃ, καλεῖν ὑμᾶς τότε καὶ συνδιαβιβάζειν
ἐμπειρίᾳ, εἰ δὲ ἄβατος ἦν ὡς ὑμῖν, ἐν ἐμοὶ τὸν κίνδυνον
γεγονέναι, μετρίως ἂν ἐδόκουν λέγειν, καὶ δὴ καὶ νῦν ὁ (5)
μέλλων ἐστὶ λόγος σφοδρότερος καὶ σχεδὸν ἴσως ἄβατος
ὡς τῇ σφῷν ῥώμῃ· μὴ δὴ σκοτοδινίαν ἴλιγγόν τε ὑμῖν
893.
(a.) ἐμποιήσῃ παραφερόμενός τε καὶ ἐρωτῶν ἀήθεις ὄντας ἀπο-
κρίσεων, εἶτ’ ἀσχημοσύνην ἀπρέπειάν τε ἐντέκῃ ἀηδῆ, δοκεῖ
δή μοι χρῆναι ποιεῖν οὑτωσὶ τὰ νῦν ἐμέ, ἀνερωτᾶν πρῶτον
ἐμαυτόν, ἀκουόντων ὑμῶν ἐν ἀσφαλεῖ, καὶ μετὰ ταῦτα ἀπο-
κρίνασθαι πάλιν ἐμέ, καὶ τὸν λόγον ἅπαντα οὕτω διεξελθεῖν, (5)
μέχριπερ ἂν ψυχῆς πέρι διαπεράνηται καὶ δείξῃ πρότερον
ὂν ψυχὴν σώματος.
{ΚΛ.} Ἄριστ’, ὦ ξένε, δοκεῖς ἡμῖν εἰρηκέναι, ποίει τε ὡς
λέγεις. @
δηλαδή :
ΑΘΗΝΑΙΟΣ ΞΕΝΟΣ :«Τότε λοιπόν Κλεινία, πρέπει να πάρεις μέρος στην διαδικασία και να μου πεις πάλι την γνώμη σου. Υποθέτω ότι εκείνος που υποστηρίζει αυτή την δοξασία θεωρεί την φωτιά, το νερό, την γη και τον αέρα ως αρχικά στοιχεία και τα ονομάζει φύση, ενώ ***φαντάζεται ότι η ψυχή δημιουργήθηκε αργότερα από αυτά***. Μάλλον δεν πρέπει να πω ότι τα υποστηρίζει αλλά ότι πραγματικά τα πιστεύει απόλυτα.
ΚΛΕΙΝΙΑΣ. Πολύ σωστά.
***ΑΘ. Βρήκαμε λοιπόν, μα τον Δία, την πηγή των ανόητων απόψεων εκείνων που ασχολούνται από τα παλιά χρόνια με τα ζητήματα της φύσης. *** Ας εξετάσουμε καλά τα επιχειρήματα τους, γιατί θα είναι πολύ σημαντικό να αποδείξουμε ότι αυτοί, που ***υποστηρίζουν ασεβείς δοξασίες και κατευθύνουν τους άλλους, χρησιμοποιούν όχι σωστά αλλά λανθασμένα επιχειρήματα, κάτι που νομίζω είναι αλήθεια***.
ΚΛ. Μιλάς σωστά αλλά πρέπει να εξηγήσεις ποιά είναι τα λάθη τους.
ΑΘ. Φαίνεται λοιπόν ότι θα θίξουμε πολύ παράξενα θέματα.
ΚΛ. Μην διστάζεις φίλε μου. Καταλαβαίνω πως φοβάσαι ότι θα ξεφύγουμε από την θέσπιση των νόμων, αν ασχοληθούμε με αυτά τα ζητήματα. Αν όμως αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να αποδείξουμε ότι εκείνοι που ο νόμος θεωρεί θεούς είναι πραγματικά θεοί, τότε ας το κάνουμε.
ΑΘ. Τότε πρέπει να προχωρήσω. Οι δοξασίες που έκαναν τις ψυχές ασεβείς δεν χαρακτήρισαν ως πρώτο αλλά ως τελευταίο εκείνο ακριβώς που είναι η πρώτη αιτία της δημιουργίας και της φθοράς όλων των πραγμάτων. Αντίθετα αυτό που γεννήθηκε δεύτερο το θεώρησαν πρώτο. ***Έτσι ξεγελάστηκαν οι άνθρωποι σχετικά με την αληθινή φύση των θεών.***
ΚΛ. Εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω.
ΑΘ. Φαίνεται φίλε μου, ότι ***σχεδόν κανένας δεν καταλαβαίνει τι είναι η ψυχή και ποιες δυνάμεις έχει.*** Εκτός από τα άλλα στοιχεία της, ο κόσμος αγνοεί εντελώς την γέννηση της, ότι δηλαδή δημιουργήθηκε πριν από τα άλλα φυσικά σώματα και ότι παίζει τεράστιο ρόλο στην εξέλιξη και τις μεταβολές τους. Αν συμβαίνει αυτό, δεν θα πρέπει αναγκαστικά οτιδήποτε έχει στενή σχέση μαζί της να έχει δημιουργηθεί πριν από τα υλικά πράγματα αφού ***η ψυχή είναι πιο παλιά από την ύλη;***
ΚΛ. Αναγκαστικά.
ΑΘ. Τότε η σκέψη, η φροντίδα, η τέχνη και ο νόμος θα είναι προγενέστερα από τα σκληρά, τα μαλακά, τα βαριά και τα ελαφρά. Ειδικότερα τα μεγάλα και σημαντικά δημιουργήματα θα είναι πράξεις της τέχνης αφού ανήκουν στα προγενέστερα, ενώ η φύση και τα έργα της, που πολλοί εσφαλμένα τα θεωρούν ίδιο πράγμα, θα είναι μεταγενέστερα και θα προέρχονται από την τέχνη και το λογικό.
ΚΛ. Γιατί είπες εσφαλμένα;
ΑΘ. Όταν χρησιμοποιούν την λέξη φύση, οι άνθρωποι αυτοί εννοούν την διαδικασία της δημιουργίας των πρώτων πραγμάτων. Αν λοιπόν αποδειχτεί ότι πρώτη δημιουργήθηκε η ψυχή και όχι η φωτιά, ή ο αέρας, θα μπορούσαμε πολύ σωστά να υποστηρίξουμε ότι η ψυχή προϋπάρχει της φύσης. Σε αυτό θα καταλήξουμε μόνο αν αποδείξουμε ότι ***η ψυχή είναι πιο παλιά από την ύλη*** – και όχι με κανέναν άλλο τρόπο.
ΚΛ. Μιλάς πολύ σωστά.
ΑΘ. Αυτό λοιπόν είναι το θέμα με το οποίο πρέπει να ασχοληθούμε στην συνέχεια ;
ΚΛ. Φυσικά.
ΑΘ. …….Για να μην σας ζαλίσω λοιπόν με τις απανωτές μου ερωτήσεις και σας φέρω σε δύσκολη και δυσάρεστη θέση, μιας και είστε ασυνήθιστοι στις απαντήσεις, νομίζω ότι πρέπει να κάνω το εξής. Θα ρωτώ τον εαυτό μου και εσείς μόνο θα ακούτε με την ησυχιά σας. Ύστερα θα δίνω τις απαντήσεις και με αυτό τον τρόπο θα συνεχίσουμε το θέμα μας ***μέχρι να τελειώσει η συζήτηση σχετικά με την ψυχή και να αποδειχτεί ότι δημιουργήθηκε πριν από την ύλη***.
ΚΛ. Πολύ καλή ιδέα φίλε μου. Κάνε όπως είπες.
ΠΛΑΤΩΝ – ΝΟΜΟΙ 891c κ.επ.
Πάντα διαχρονικός ο Πλάτων λοιπόν με ένα εκπληκτικό κείμενο, γροθιά στο στομάχι των ψευτο-μυσταγωγών, κατακεραυνώνει όσους υποστηρίζουν ότι η ψυχή φτιάχτηκε από ύλη και μάλιστα τονίζει πόσο ανόητοι και ασεβείς είναι.
Είναι σαφές λοιπόν ότι αυτοί οι δήθεν μελετητές της «Ελληνικής Κοσμοθέασης», που μάλιστα ανερυθρίαστα ισχυρίζονται ότι εκφράζουν Πλατωνικές θέσεις, είτε θεωρούν ότι η χαλαρή και αποσπασματική ανάγνωση των φιλοσοφικών κειμένων –και δη των διαλόγων του Πλάτωνα – ως να ήσαν ύλη εφημερίδων ή περιοδικών, θεωρείται μελέτη είτε εξυπηρετούν δια της παραποιήσεως εσκεμμένα άλλους σκοπούς που μπορούμε να υποθέσουμε και με σημαντικό ποσοστό βεβαιότητας να κατονομάσουμε, πράγμα που δεν είναι της παρούσης, αλλά που κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον θα διαπραγματευθούμε.
Αυτό μάλλον που δεν έχει τέλος είναι η άγνοια τους σε βασικά θέματα Ελληνικής Κοσμοθέασης και/ή η προσπάθεια τους να παραποιήσουν την Ελληνική σκέψη για λόγους που θα μπορούσαμε να υποθέσουμε και να αναπτύξουμε.
‘Όπως θα δούμε δε λίγο πιο κάτω, ο ίδιος ο Πλάτων στους Νόμους αποκαλεί ανοήτους και ασεβείς όσους έχουν αυτή την άποψη.
Διαβάζοντας τον διάλογο «Τίμαιο» και ακολουθώντας την αφήγηση του Τιμαίου, στο 32a διαβάζουμε πράγματι ότι ο δημιουργός έφτιαξε το σώμα του κόσμου από τα τέσσερα στοιχεία και αφού το έφτιαξε, τοποθέτησε στην μέση του την ψυχή («ψυχὴν δὲ εἰς τὸ μέσον αὐτου̂ θεὶς διὰ παντός τε ἔτεινεν καὶ ἔτι ἔξωθεν τὸ σω̂μα αὐτῃ̂ περιεκάλυψεν» (34b)), παρασυρόμαστε δε,αν διαβάζουμε επιπόλαια, να συμπεράνουμε έτσι ότι η ψυχή φτιάχτηκε μετά το υλικό σώμα. Πράγμα που έχει υπ’όψιν του ο Πλάτων να διαπραγματευθεί γιατί αμέσως μετά, στο 34b-c του Τιμαίου, σπεύδει να ξεκαθαρίσει:
« τὴν δὲ δὴ ψυχὴν οὐχ ὡς νυ̂ν ὑστέραν ἐπιχειρου̂μεν λέγειν, οὕτως ἐμηχανήσατο καὶ ὁ θεὸς νεωτέραν--οὐ γὰρ ἂν ἄρχεσθαι πρεσβύτερον ὑπὸ νεωτέρου συνέρξας εἴασεν--ἀλλά πως ἡμει̂ς πολὺ μετέχοντες του̂ προστυχόντος τε καὶ εἰκῃ̂ ταύτῃ πῃ καὶ λέγομεν, ὁ δὲ καὶ γενέσει καὶ ἀρετῃ̂ προτέραν καὶ πρεσβυτέραν ψυχὴν σώματος ὡς δεσπότιν καὶ ἄρξουσαν ἀρξομένου συνεστήσατο ἐκ τω̂νδέ τε καὶ τοιῳ̂δε τρόπῳ...»
Δηλαδή :
«Την δε ψυχή δεν την κατασκεύασε ο θεός μετά από το σώμα ώστε να είναι νεότερη, όπως εμείς τώρα αναφέρουμε. Όταν ο θεός τα συνέδεσε μεταξύ τους, δεν ήταν δυνατό ν' αφήσει το αρχαιότερο να κυβερνιέται από το νεότερο. Εμείς που μετέχουμε στο τυχαίο και το άτακτο, μιλάμε με τον ίδιο τρόπο. Ο θεός όμως δημιούργησε την ψυχή πριν από το σώμα κι έτσι είναι ανώτερη του τοσο στην ηλικία όσο και στην αρετή, για να το εξουσιάζει και όχι να εξουσιάζεται απ' αυτό. Την έφτιαξε μάλιστα από τα εξής και κατά τέτοιο τρόπο….»
Το σημείο αυτό σχολιάζει εκτενώς και αναλυτικώς ο Πρόκλος στο βιβλίο Γ των Σχολίων του στον Τίμαιο ,από το 113.15 κ.επ., τονίζοντας ότι «νοεροὶ γάρ ἐσμεν κατ’ οὐσίαν»(116.29) δηλαδή ότι είμαστε φτιαγμένοι από μια νοερή ουσία (δηλαδή ανώτερη από την ύλη) και όχι βέβαια από ύλη.
Άλλωστε ο Πλάτων στον Φαίδρο 246a δηλώνει ότι η ψυχή είναι αγέννητος και άφθαρτη, συνεπώς δεν θα μπορούσε να υπήρξε κάποια στιγμή κατά την οποία να έχει κατασκευαστεί, πράγμα που μας υπενθυμίζει ο Πρόκλος : «ἀγένητον γὰρ καὶ ἀνώλεθρον ἔδειξεν ἐν Φαίδρῳ τὴν ψυχήν» - Πρόκλος – Σχόλια στον Τίμαιο βιβλίο Γ 117.2
Σημαντική όμως αντιμετώπιση αυτού του θέματος κάνει ο Πλάτων και στους Νόμους, στην προσπάθεια του να διαπραγματευτεί κάποια θέματα που άπτονται της πρόνοιας, της ευσέβειας και της αποδοχής της ύπαρξης των θεών, εντάσσοντας στα θέματα αυτά και την ψυχή, αποκαλεί δε ανοήτους και ασεβείς όσους δέχονται ότι η ψυχή είναι φτιαγμένη από ύλη.
Παρατίθεται ένα εκτενές σχετικό απόσπασμα (τα σχετικά σημεία περικλείονται με αστερίσκους) και προτείνεται να μελετηθεί εν εκτάσει το ευρύτερο κείμενο :
{ΑΘ.} Ἀλλὰ δὴ λέγε μοι πάλιν, Κλεινία, καὶ σύ—κοι-
(c.) νωνὸν γὰρ δεῖ σε εἶναι τῶν λόγων—κινδυνεύει γὰρ ὁ λέγων
ταῦτα πῦρ καὶ ὕδωρ καὶ γῆν καὶ ἀέρα πρῶτα ἡγεῖσθαι τῶν
πάντων εἶναι, καὶ τὴν φύσιν ὀνομάζειν ταῦτα αὐτά, ψυχὴν
δὲ ἐκ τούτων ὕστερον. ἔοικεν δὲ οὐ κινδυνεύειν ἀλλὰ
ὄντως σημαίνειν ταῦτα ἡμῖν τῷ λόγῳ. (5)
{ΚΛ.} Πάνυ μὲν οὖν.
{ΑΘ.} Ἆρ’ οὖν πρὸς Διὸς οἷον πηγήν τινα ἀνοήτου δόξης
ἀνηυρήκαμεν ἀνθρώπων ὁπόσοι πώποτε τῶν περὶ φύσεως
ἐφήψαντο ζητημάτων; σκόπει πάντα λόγον ἐξετάζων· οὐ
(d.) γὰρ δὴ σμικρόν γε τὸ διαφέρον, εἰ φανεῖεν οἱ λόγων ἁπτό-
μενοι ἀσεβῶν, ἄλλοις τε ἐξάρχοντες, μηδὲ εὖ τοῖς λόγοις
ἀλλ’ ἐξημαρτημένως χρώμενοι. δοκεῖ τοίνυν μοι ταῦτα
οὕτως ἔχειν.
{ΚΛ.} Εὖ λέγεις· ἀλλ’ ὅπῃ, πειρῶ φράζειν. (5)
{ΑΘ.} Ἔοικεν τοίνυν ἀηθεστέρων ἁπτέον εἶναι λόγων.
{ΚΛ.} Οὐκ ὀκνητέον, ὦ ξένε. μανθάνω γὰρ ὡς νομο-
θεσίας ἐκτὸς οἰήσῃ βαίνειν, ἐὰν τῶν τοιούτων ἁπτώμεθα
(e.) λόγων. εἰ δὲ ἔστι μηδαμῇ ἑτέρως συμφωνῆσαι τοῖς νῦν
κατὰ νόμον λεγομένοις θεοῖς ὡς ὀρθῶς ἔχουσιν ἢ ταύτῃ,
λεκτέον, ὦ θαυμάσιε, καὶ ταύτῃ.
{ΑΘ.} Λέγοιμ’ ἄν, ὡς ἔοικεν, ἤδη σχεδὸν οὐκ εἰωθότα
λόγον τινὰ τόνδε. ὃ πρῶτον γενέσεως καὶ φθορᾶς αἴτιον (5)
ἁπάντων, τοῦτο οὐ πρῶτον ἀλλὰ ὕστερον ἀπεφήναντο εἶναι
γεγονὸς οἱ τὴν τῶν ἀσεβῶν ψυχὴν ἀπεργασάμενοι λόγοι, ὃ δὲ
ὕστερον, πρότερον· ὅθεν ἡμαρτήκασι περὶ θεῶν τῆς ὄντως
οὐσίας.
892.
(a.) {ΚΛ.} Οὔπω μανθάνω.
{ΑΘ.} Ψυχήν, ὦ ἑταῖρε, ἠγνοηκέναι κινδυνεύουσι μὲν
ὀλίγου σύμπαντες οἷόν τε ὂν τυγχάνει καὶ δύναμιν ἣν ἔχει,
τῶν τε ἄλλων αὐτῆς πέρι καὶ δὴ καὶ γενέσεως, ὡς ἐν
πρώτοις ἐστί, σωμάτων ἔμπροσθεν πάντων γενομένη, καὶ (5)
μεταβολῆς τε αὐτῶν καὶ μετακοσμήσεως ἁπάσης ἄρχει
παντὸς μᾶλλον· εἰ δὲ ἔστιν ταῦτα οὕτως, ἆρ’ οὐκ ἐξ ἀνάγκης
τὰ ψυχῆς συγγενῆ πρότερα ἂν εἴη γεγονότα τῶν σώματι
(b.) προσηκόντων, οὔσης γ’ αὐτῆς πρεσβυτέρας ἢ σώματος;
{ΚΛ.} Ἀνάγκη.
{ΑΘ.} Δόξα δὴ καὶ ἐπιμέλεια καὶ νοῦς καὶ τέχνη καὶ νόμος
σκληρῶν καὶ μαλακῶν καὶ βαρέων καὶ κούφων πρότερα ἂν
εἴη· καὶ δὴ καὶ τὰ μεγάλα καὶ πρῶτα ἔργα καὶ πράξεις (5)
τέχνης ἂν γίγνοιτο, ὄντα ἐν πρώτοις, τὰ δὲ φύσει καὶ
φύσις, ἣν οὐκ ὀρθῶς ἐπονομάζουσιν αὐτὸ τοῦτο, ὕστερα καὶ
ἀρχόμενα ἂν ἐκ τέχνης εἴη καὶ νοῦ.
(c.) {ΚΛ.} Πῶς οὐκ ὀρθῶς;
{ΑΘ.} Φύσιν βούλονται λέγειν γένεσιν τὴν περὶ τὰ
πρῶτα· εἰ δὲ φανήσεται ψυχὴ πρῶτον, οὐ πῦρ οὐδὲ ἀήρ,
ψυχὴ δ’ ἐν πρώτοις γεγενημένη, σχεδὸν ὀρθότατα λέγοιτ’
ἂν εἶναι διαφερόντως φύσει. ταῦτ’ ἔσθ’ οὕτως ἔχοντα, ἂν (5)
ψυχήν τις ἐπιδείξῃ πρεσβυτέραν οὖσαν σώματος, ἄλλως
δὲ οὐδαμῶς.
{ΚΛ.} Ἀληθέστατα λέγεις.
{ΑΘ.} Οὐκοῦν τὰ μετὰ ταῦτα ἐπ’ αὐτὸ δὴ τοῦτο στελ-
λώμεθα; (10)
(d.) {ΚΛ.} Τί μήν;
{ΑΘ.} Φυλάττωμεν δὴ παντάπασιν ἀπατηλὸν λόγον, μή
πῃ πρεσβύτας ἡμᾶς ὄντας νεοπρεπὴς ὢν παραπείσῃ καὶ
διαφυγὼν καταγελάστους ποιήσῃ, καὶ δόξωμεν μείζονα ἐπι-
βαλλόμενοι καὶ τῶν σμικρῶν ἀποτυχεῖν. σκοπεῖτε οὖν. (5)
εἰ καθάπερ ποταμὸν ἡμᾶς ἔδει τρεῖς ὄντας διαβαίνειν ῥέοντα
σφόδρα, νεώτατος δ’ ἐγὼ τυγχάνων ἡμῶν καὶ πολλῶν ἔμ-
πειρος ῥευμάτων, εἶπον ὅτι πρῶτον ἐμὲ χρῆναι πειραθῆναι
(e.) κατ’ ἐμαυτόν, καταλιπόντα ὑμᾶς ἐν ἀσφαλεῖ, σκέψασθαι εἰ
διαβατός ἐστι πρεσβυτέροις οὖσι καὶ ὑμῖν, ἢ πῶς ἔχει, καὶ
φανέντος μὲν ταύτῃ, καλεῖν ὑμᾶς τότε καὶ συνδιαβιβάζειν
ἐμπειρίᾳ, εἰ δὲ ἄβατος ἦν ὡς ὑμῖν, ἐν ἐμοὶ τὸν κίνδυνον
γεγονέναι, μετρίως ἂν ἐδόκουν λέγειν, καὶ δὴ καὶ νῦν ὁ (5)
μέλλων ἐστὶ λόγος σφοδρότερος καὶ σχεδὸν ἴσως ἄβατος
ὡς τῇ σφῷν ῥώμῃ· μὴ δὴ σκοτοδινίαν ἴλιγγόν τε ὑμῖν
893.
(a.) ἐμποιήσῃ παραφερόμενός τε καὶ ἐρωτῶν ἀήθεις ὄντας ἀπο-
κρίσεων, εἶτ’ ἀσχημοσύνην ἀπρέπειάν τε ἐντέκῃ ἀηδῆ, δοκεῖ
δή μοι χρῆναι ποιεῖν οὑτωσὶ τὰ νῦν ἐμέ, ἀνερωτᾶν πρῶτον
ἐμαυτόν, ἀκουόντων ὑμῶν ἐν ἀσφαλεῖ, καὶ μετὰ ταῦτα ἀπο-
κρίνασθαι πάλιν ἐμέ, καὶ τὸν λόγον ἅπαντα οὕτω διεξελθεῖν, (5)
μέχριπερ ἂν ψυχῆς πέρι διαπεράνηται καὶ δείξῃ πρότερον
ὂν ψυχὴν σώματος.
{ΚΛ.} Ἄριστ’, ὦ ξένε, δοκεῖς ἡμῖν εἰρηκέναι, ποίει τε ὡς
λέγεις. @
δηλαδή :
ΑΘΗΝΑΙΟΣ ΞΕΝΟΣ :«Τότε λοιπόν Κλεινία, πρέπει να πάρεις μέρος στην διαδικασία και να μου πεις πάλι την γνώμη σου. Υποθέτω ότι εκείνος που υποστηρίζει αυτή την δοξασία θεωρεί την φωτιά, το νερό, την γη και τον αέρα ως αρχικά στοιχεία και τα ονομάζει φύση, ενώ ***φαντάζεται ότι η ψυχή δημιουργήθηκε αργότερα από αυτά***. Μάλλον δεν πρέπει να πω ότι τα υποστηρίζει αλλά ότι πραγματικά τα πιστεύει απόλυτα.
ΚΛΕΙΝΙΑΣ. Πολύ σωστά.
***ΑΘ. Βρήκαμε λοιπόν, μα τον Δία, την πηγή των ανόητων απόψεων εκείνων που ασχολούνται από τα παλιά χρόνια με τα ζητήματα της φύσης. *** Ας εξετάσουμε καλά τα επιχειρήματα τους, γιατί θα είναι πολύ σημαντικό να αποδείξουμε ότι αυτοί, που ***υποστηρίζουν ασεβείς δοξασίες και κατευθύνουν τους άλλους, χρησιμοποιούν όχι σωστά αλλά λανθασμένα επιχειρήματα, κάτι που νομίζω είναι αλήθεια***.
ΚΛ. Μιλάς σωστά αλλά πρέπει να εξηγήσεις ποιά είναι τα λάθη τους.
ΑΘ. Φαίνεται λοιπόν ότι θα θίξουμε πολύ παράξενα θέματα.
ΚΛ. Μην διστάζεις φίλε μου. Καταλαβαίνω πως φοβάσαι ότι θα ξεφύγουμε από την θέσπιση των νόμων, αν ασχοληθούμε με αυτά τα ζητήματα. Αν όμως αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να αποδείξουμε ότι εκείνοι που ο νόμος θεωρεί θεούς είναι πραγματικά θεοί, τότε ας το κάνουμε.
ΑΘ. Τότε πρέπει να προχωρήσω. Οι δοξασίες που έκαναν τις ψυχές ασεβείς δεν χαρακτήρισαν ως πρώτο αλλά ως τελευταίο εκείνο ακριβώς που είναι η πρώτη αιτία της δημιουργίας και της φθοράς όλων των πραγμάτων. Αντίθετα αυτό που γεννήθηκε δεύτερο το θεώρησαν πρώτο. ***Έτσι ξεγελάστηκαν οι άνθρωποι σχετικά με την αληθινή φύση των θεών.***
ΚΛ. Εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω.
ΑΘ. Φαίνεται φίλε μου, ότι ***σχεδόν κανένας δεν καταλαβαίνει τι είναι η ψυχή και ποιες δυνάμεις έχει.*** Εκτός από τα άλλα στοιχεία της, ο κόσμος αγνοεί εντελώς την γέννηση της, ότι δηλαδή δημιουργήθηκε πριν από τα άλλα φυσικά σώματα και ότι παίζει τεράστιο ρόλο στην εξέλιξη και τις μεταβολές τους. Αν συμβαίνει αυτό, δεν θα πρέπει αναγκαστικά οτιδήποτε έχει στενή σχέση μαζί της να έχει δημιουργηθεί πριν από τα υλικά πράγματα αφού ***η ψυχή είναι πιο παλιά από την ύλη;***
ΚΛ. Αναγκαστικά.
ΑΘ. Τότε η σκέψη, η φροντίδα, η τέχνη και ο νόμος θα είναι προγενέστερα από τα σκληρά, τα μαλακά, τα βαριά και τα ελαφρά. Ειδικότερα τα μεγάλα και σημαντικά δημιουργήματα θα είναι πράξεις της τέχνης αφού ανήκουν στα προγενέστερα, ενώ η φύση και τα έργα της, που πολλοί εσφαλμένα τα θεωρούν ίδιο πράγμα, θα είναι μεταγενέστερα και θα προέρχονται από την τέχνη και το λογικό.
ΚΛ. Γιατί είπες εσφαλμένα;
ΑΘ. Όταν χρησιμοποιούν την λέξη φύση, οι άνθρωποι αυτοί εννοούν την διαδικασία της δημιουργίας των πρώτων πραγμάτων. Αν λοιπόν αποδειχτεί ότι πρώτη δημιουργήθηκε η ψυχή και όχι η φωτιά, ή ο αέρας, θα μπορούσαμε πολύ σωστά να υποστηρίξουμε ότι η ψυχή προϋπάρχει της φύσης. Σε αυτό θα καταλήξουμε μόνο αν αποδείξουμε ότι ***η ψυχή είναι πιο παλιά από την ύλη*** – και όχι με κανέναν άλλο τρόπο.
ΚΛ. Μιλάς πολύ σωστά.
ΑΘ. Αυτό λοιπόν είναι το θέμα με το οποίο πρέπει να ασχοληθούμε στην συνέχεια ;
ΚΛ. Φυσικά.
ΑΘ. …….Για να μην σας ζαλίσω λοιπόν με τις απανωτές μου ερωτήσεις και σας φέρω σε δύσκολη και δυσάρεστη θέση, μιας και είστε ασυνήθιστοι στις απαντήσεις, νομίζω ότι πρέπει να κάνω το εξής. Θα ρωτώ τον εαυτό μου και εσείς μόνο θα ακούτε με την ησυχιά σας. Ύστερα θα δίνω τις απαντήσεις και με αυτό τον τρόπο θα συνεχίσουμε το θέμα μας ***μέχρι να τελειώσει η συζήτηση σχετικά με την ψυχή και να αποδειχτεί ότι δημιουργήθηκε πριν από την ύλη***.
ΚΛ. Πολύ καλή ιδέα φίλε μου. Κάνε όπως είπες.
ΠΛΑΤΩΝ – ΝΟΜΟΙ 891c κ.επ.
Πάντα διαχρονικός ο Πλάτων λοιπόν με ένα εκπληκτικό κείμενο, γροθιά στο στομάχι των ψευτο-μυσταγωγών, κατακεραυνώνει όσους υποστηρίζουν ότι η ψυχή φτιάχτηκε από ύλη και μάλιστα τονίζει πόσο ανόητοι και ασεβείς είναι.
Είναι σαφές λοιπόν ότι αυτοί οι δήθεν μελετητές της «Ελληνικής Κοσμοθέασης», που μάλιστα ανερυθρίαστα ισχυρίζονται ότι εκφράζουν Πλατωνικές θέσεις, είτε θεωρούν ότι η χαλαρή και αποσπασματική ανάγνωση των φιλοσοφικών κειμένων –και δη των διαλόγων του Πλάτωνα – ως να ήσαν ύλη εφημερίδων ή περιοδικών, θεωρείται μελέτη είτε εξυπηρετούν δια της παραποιήσεως εσκεμμένα άλλους σκοπούς που μπορούμε να υποθέσουμε και με σημαντικό ποσοστό βεβαιότητας να κατονομάσουμε, πράγμα που δεν είναι της παρούσης, αλλά που κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον θα διαπραγματευθούμε.