Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Περικλέους Επιτάφιος Θουκυδίδη


Θουκυδίδης, Επιτάφιος, αρχαίο κείμενο και μετάφραση του 

35. «Οι  περισσότεροι απ όσους έχουν μιλήσει ως τώρα απ αυτό το βήμα επαινούν τον νομοθέτη που συμπλήρωσε τη συνηθισμένη τελετή μ' αυτό τον λόγο, με τη σκέψη ότι είναι ωραίο να εκφωνείται πάνω στον τάφο των νεκρών του πολέμου. Εγώ όμως θα ήμουν της γνώμης πως είναι αρκετό, για άντρες που αποδείχτηκαν γενναίοι με έργα, με έργα να τους αποδίδονται τιμές, σαν κι αυτές που βλέπετε να συνοδεύουν αυτή την ταφή, κι όχι να κρέμεται η αναγνώριση του ηρωισμού πολλών από έναν άντρα, που ο λόγος του μπορεί να είναι ωραίος, μπορεί και κατώτερος. Γιατί είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς μ επιτυχία, εκεί που με κόπο εξασφαλίζεται η εντύπωση ότι λέει την αλήθεια. Κι αυτό, γιατί ο ακροατής που ξέρει καλά τα γεγονότα και τ' ακούει μ' ευνοϊκή διάθεση, ίσως θα σχημάτιζε τη γνώμη ότι τα λεγόμενα είναι κάπως κατώτερα, σε σύγκριση μ' αυτά που και θέλει ν’ ακούει και τα ξέρει καλά' όμως, αυτός που δεν τα γνώρισε, θα σχημάτιζε τη γνώμη πως πρόκειται για υπερβολές, επειδή νιώθει φθόνο, αν τυχόν ακούσει κάτι που ξεπερνά τη δική του δύναμη. Γιατί μόνο ως εκείνο το σημείο ανέχεται ο άνθρωπος ν’ ακούει επαίνους που λέγονται για άλλους, ως εκεί που κι ο καθείς πιστεύει ότι είναι ικανός να κατορθώσει κάτι απ όσα άκουσε' όμως, για καθετί που ξεπερνά τη δύναμη του, κυριεύεται απ' την πρώτη στιγμή από φθόνο, κι έτσι δεν δίνει πίστη. Αλλά, επειδή οι παλιότεροι δοκίμασαν στην πράξη το έθιμο χι έκριναν ότι έχει καλώς, έχω κι εγώ την υποχρέωση να συμμορφωθώ με τον νόμο και ν' ανταποκριθώ όσο γίνεται πιο πολύ στην επιθυμία και τις πεποιθήσεις του καθενός σας.


36. Θα μιλήσω πρώτα για τους προγόνους μας. Γιατί είναι δίκαιο, αλλά συγχρόνως και πρέπον, σε μια τέτοια περίσταση, όπως η σημερινή, να τους απονέμεται η τιμή αυτή να μνημονεύονται πρώτοι. Γιατί την χώρα αυτή, οι ίδιοι πάντα κατοικώντας από γενεά σε γενεά μέχρι των ημερών μας, χάρις στην ανδρεία τους μας την παράδωσαν ελεύθερη. Και εκείνοι λοιπόν είναι άξιοι επαίνου αλλά ακόμη περισσότερο οι πατέρες μας. Γιατί, μαζί με όσα κληρονόμησαν, αφού απέκτησαν όση εξουσία έχουμε με πολλούς κόπους τη κληροδότησαν σε μας τους σημερινούς. Τους περισσότερους τομείς εμείς οι ίδιοι που είμαστε συγκεντρωμένοι εδώ, οι οποίοι βρισκόμαστε ακόμη σε αυτήν ακριβώς την ηλικία μας, αυξήσαμε και προετοιμάσαμε την πόλη μας με όλα τα πράγματα, ώστε και για πόλεμο και για ειρήνη να είναι αυταρκέστατη. Από όλα δε αυτά εγώ όσα αναφέρονται σε πολεμικά κατορθώματα, με τα οποία έγινε η κάθε μια κατάκτηση, ή αφορούν τον τρόπο, με τον οποίο αποκρούσαμε πρόθυμα, είτε εμείς είτε οι πρόγονοί μας, κάποιον βάρβαρο ή Έλληνα επιτιθέμενο εχθρό, θα τα παραλείψω, γιατί δεν επιθυμώ να απεραντολογώ ενώπιον ανθρώπων, οι οποίοι τα γνωρίζουν. Αλλά με ποιον τρόπο φθάσαμε στο σημείο αυτό της δύναμης που είμαστε σήμερα, και με ποια μορφή πολιτεύματος και με ποιες συνήθειες έγινε μεγάλη η δύναμή μας, όλα αυτά θα αναπτύξω πρώτα, και έπειτα θα προχωρήσω στο εγκώμιο αυτών εδώ των νεκρών, γιατί νομίζω ότι δεν είναι ανάρμοστο να λεχθούν αυτά και για την παρούσα περίσταση, και δεν είναι ανώφελο να τα ακούσουν όλοι οι παρευρισκόμενοι, αστοί και ξένοι. 


 37. Έχουμε δηλαδή πολίτευμα, το οποίο δεν αντιγράφει τους νόμους άλλων, μάλλον δε εμείς οι ίδιοι είμαστε υπόδειγμα σε μερικούς παρά μιμούμαστε άλλους. Και ονομάζεται μεν δημοκρατία, γιατί η διοίκηση είναι στα χέρια των πολλών και όχι των ολίγων. Όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα έναντι δε των νόμων στις ιδιωτικές τους διαφορές, ενώ ως προς την θέση τους στον δημόσιο βίο κάθε ένας, ανάλογα με την επίδοση σε κάποιο τομέα, προτιμάται για ένα από τα δημόσια αξιώματα, και όχι από την πολιτική του παράταξη όσο από την αρετή του, ούτε εξαιτίας της φτώχειας, ενώ έχει την ικανότητα να παράσχει κάποια υπηρεσία στην πατρίδα του, εμποδίζεται από το γεγονός ότι είναι άγνωστος. Ζούμε ελεύθερα, και ως πολίτες στον δημόσιο βίο και ως άτομα στον ιδιωτικό, στις επιδιώξεις μας της καθημερινής ζωής, κατά τις οποίες δεν κοιτάμε ο ένας στον άλλον με καχυποψία, δεν θυμώνουμε με τον γείτονά μας, όταν κάνει σύμφωνα με την ευχαρίστησή του, ούτε παίρνουμε μια φυσιογνωμία σκυθρωπή, η οποία μπορεί να μην βλάπτει τον άλλο, πάντως όμως είναι δυσάρεστη. Ενώ δε στην ιδιωτική μας ζωή συναναστρεφόμαστε χωρίς να ενοχλεί ο ένας τον άλλον, στην δημόσιά μας ζωή από σεβασμό προ πάντων δεν παραβαίνουμε τους νόμους, υπακούμε σε όσους κάθε φορά έχουν τα αξιώματα και στους νόμους, και περισσότερο σε εκείνους από τους νόμους, που έχουν θεσπιστεί για ωφέλεια των αδικούμενων, και σε άλλους, οι οποίοι αν και άγραφοι, η παράβασή τους φέρνει πανθομολογούμενη ντροπή.


38. Αλλά και για το πνεύμα μας έχουμε εφεύρει πολλούς τρόπους να το ανακουφίζουμε από τους κόπους, με γιορταστικούς αγώνες και θυσίες, που έχουμε καθιερώσει καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, και με ευπρεπή ιδιωτικά οικήματα, η ευχαρίστηση που καθημερινά απολαμβάνουμε από όλα αυτά, διώχνει την μελαγχολία. Εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των κατοίκων της πόλης μας εισάγονται σε αυτήν προϊόντα όλου του κόσμου, και συμβαίνει να απολαμβάνουμε έτσι τα προϊόντα των άλλων χωρών με όση οικειότητα καταναλώνουμε τα δικά μας. 


39. Υπερέχουμε δε από τους αντιπάλους μας και στην πολεμική προετοιμασία κατά τα εξής: Την πόλη μας την παρέχουμε ανοιχτή, και ποτέ δεν αποκλείουμε κανέναν διώχνοντας τους ξένους από οποιοδήποτε μάθημα ή θέαμα, από το οποίο, αν δεν το κρατήσουμε μυστικό και το δει κανείς από τους εχθρούς μας, είναι δυνατόν να ωφεληθεί, γιατί πιστεύουμε όχι τόσο στις προετοιμασίες και τα στρατηγήματα όσο στην έμφυτη γενναιότητά μας στα έργα. Στο ζήτημα δε πάλι της αγωγής, ενώ εκείνοι υποβάλλονται από την νεαρή τους ηλικία σε επίπονη άσκηση, με την οποία επιδιώκουν να γίνουν γενναίοι, εμείς ζούμε με όλες τις ανέσεις και όμως είμαστε εξ ίσου πρόθυμοι να αντιμετωπίσουμε τους ίδιους μεγάλους κινδύνους. Και η απόδειξη: ενώ οι Λακεδαιμόνιοι εκστρατεύουν με όλους τους συμμάχους τους κατά της χώρας μας και ποτέ μόνοι, εμείς εισβάλλουμε κατά των άλλων εντελώς μόνοι, και τις περισσότερες φορές νικάμε χωρίς δυσκολία τους αντιπάλους μας, αν και εκείνοι μάχονται για την πατρίδα τους, εμείς δε είμαστε σε ξένο έδαφος. Και κανείς από τους εχθρούς μας δεν αντιμετώπισε μέχρι σήμερα τις δυνάμεις μας ενωμένες, γιατί από τη μία φροντίζουμε ταυτόχρονα για το ναυτικό μας, και από την άλλη στέλνουμε τις δυνάμεις μας σε πολλά σημεία της γης. Αν δε κάπου με μέρος μόνο της δύναμής μας συμπλακούν οι εχθροί μας, τότε, αν νικήσουν, καυχώνται ότι μας νίκησαν όλους, αν νικηθούν, διακηρύσσουν ότι νικήθηκαν από όλους. Και βέβαια, αν εμείς αντιμετωπίζουμε με πολλή προθυμία τους κινδύνους, περισσότερο με μια αφροντισιά και άνεση παρά μετά από επίπονη άσκηση, και με ανδρεία που οφείλεται όχι τόσο στην επιβολή των νόμων όσο στην φυσική μας ευψυχία, έχουμε το πλεονέκτημα ότι δεν κουραζόμαστε προκαταβολικά για δεινά, που ανήκουν ακόμα στο μέλλον, και, όταν φθάσουμε στα δεινά αυτά, ότι αποδεικνυόμαστε ότι δεν είμαστε λιγότερο τολμηροί από εκείνους που μοχθούν συνεχώς. Δεν είναι η πόλη μας άξια μόνο σε αυτά αλλά και σε πολλά ακόμη.


40. Γιατί αγαπούμε το ωραίο με απλότητα, και αγαπούμε τη σοφία χωρίς μαλθακότητα. Μεταχειριζόμαστε τον πλούτο περισσότερο σαν μια ευκαιρία έργων παρά σαν αφορμή κομπορρημοσύνης, το να ομολογεί δε κανείς την φτώχεια του δεν είναι ντροπή, είναι όμως αισχρότερο να μην προσπαθεί να την αποφύγει με την εργασία. Επί πλέον, οι ίδιοι εμείς είμαστε σε θέση να φροντίζουμε ταυτόχρονα για τις ιδιωτικές μας υποθέσεις και για τις υποθέσεις της πόλης μας, και ενώ ασχολούμαστε με διαφορετικά επαγγέλματα κατέχουμε καλά τα πολιτικά ζητήματα. Γιατί είμαστε ο μόνος λαός που αυτόν που δε μετέχει στα κοινά δεν τον θεωρούμε φιλήσυχο αλλά άχρηστο, και οι μόνοι που ή κρίνουμε ή διαμορφώνουμε σωστές γνώμες για τα πράγματα, γιατί δεν θεωρούμε τους λόγους εμπόδιο των έργων, αλλά μάλλον θεωρούμε εμπόδιο να μην έχουμε κατατοπισθεί προφορικά σε όσα έχουμε να κάνουμε, πριν καταπιαστούμε με αυτά. Γιατί υπερέχουμε από τους άλλους και ως προς αυτό, ότι δηλαδή εμείς οι ίδιοι τολμούμε να υπολογίσουμε για όσα πρόκειται να επιχειρήσουμε. Σχετικά μ΄ αυτό στους άλλους η αμάθεια φέρνει θράσος, ενώ η σκέψη τους κάνει να διστάζουν. Πιο γενναιόψυχοι όμως πρέπει να θεωρούνται όσοι γνωρίζουν με σαφήνεια τις συμφορές και τα ευχάριστα, και όμως η γνώση αυτή δεν τους κάνει να αποφεύγουν τους κινδύνους. Αλλά και στα ζητήματα της αρετής διαφέρουμε από τους πολλούς. Γιατί εμείς αποκτάμε τους φίλους τους περισσότερο ευεργετώντας παρά ευεργετούμενοι από αυτούς. Σταθερότερος δε φίλος είναι αυτός που ευεργέτησε, γιατί είναι φυσικό να προσπαθεί να διατηρεί την ευγνωμοσύνη του ευεργετημένου με τη συμπάθεια που του δείχνει. Ενώ αντιθέτως αυτός που οφείλει την ευεργεσία είναι απρόθυμος, γιατί γνωρίζει, ότι πρόκειται να ανταποδώσει την καλοσύνη σαν χρέος και όχι για να εξασφαλίσει την ευγνωμοσύνη του άλλου. Και είμαστε οι μόνοι που βοηθάμε τον άλλο χωρίς δισταγμό, όχι τόσο από υπολογισμό του συμφέροντος, όσο από την πίστη μας στη ελευθερία.


41. Συνοψίζοντας θεωρώ ότι η όλη πόλη είναι σχολείο της Ελλάδας και ότι, μου φαίνεται, ο καθένας από εμάς μπορεί να παρουσιάσει τον εαυτό του αυτάρκη σε πάρα πολλές δραστηριότητες με χάρη και επιδεξιότητα. Και ότι αυτά είναι μάλλον η αλήθεια και όχι απλή κομπορρημοσύνη, κατάλληλη για την παρούσα περίσταση, το αποδεικνύει η ίδια η δύναμη της πόλης, την οποία αποκτήσαμε με τους τρόπους αυτούς. Γιατί είναι η μόνη πόλη από τις σημερινές που όταν δοκιμάζεται αποδεικνύεται ανώτερη της φήμης της, και η μόνη, η οποία ούτε στον εχθρό που της επιτίθεται, δίνει αφορμή να αγανακτήσει με όσα παθαίνει από τέτοιους αντιπάλους, ούτε στους συμμάχους της δίνει αφορμή για παράπονα, γιατί τάχα εξουσιάζονται από ανάξιους. Αφού παρουσιάσαμε  τη δύναμή μας με μεγάλες αποδείξεις, και μαρτυρίες θα μας θαυμάζουν οι σύγχρονοί μας και οι επόμενοι, και μάλιστα χωρίς να χρειαζόμαστε τον Όμηρο να μας επαινεί, ούτε κανέναν άλλο που με λόγια θα μας ευχαριστήσει προς στιγμήν, όμως την ιδέα που θα σχηματιστεί για τα έργα μας θα τη βλάψει η αλήθεια, αλλά εξαναγκάσαμε με την τόλμη μας ολόκληρη τη θάλασσα και την ξηρά να γίνει προσιτή, ιδρύσαμε παντού αιώνια μνημεία και των συμφορών μας και των επιτυχιών μας. Για μια τέτοια πόλη και αυτοί εδώ λοιπόν πολεμώντας γενναία πέθαναν, για να μη τη στερηθούν, και είναι φυσικό ο καθένας από όσους απομένουν να θέλει να μοχθήσει γι’ αυτήν.


 42. Γι’ αυτόν μακρηγόρησα για όσα αφορούν την πόλη, αφ’ ενός γιατί ήθελα να σας δείξω, ότι εμείς δεν αγωνιζόμαστε για τον ίδιο σκοπό, που αγωνίζονται όσοι δεν έχουν κανένα από αυτά τα πλεονεκτήματα σε ίσο βαθμό με μας, και αφ’ ετέρου γιατί με αυτόν τον τρόπο ήθελα να κάνω φανερό με αποδείξεις το εγκώμιο των ανδρών, για τους οποίους μιλάω τώρα. Και έχουν ειπωθεί τα κυριότερα σημεία  αυτού του εγκωμίου. Γιατί οι αρετές αυτών και των ομοίων τους έκαναν στολίδια όσα ύμνησα για την πόλη, και άρα για λίγους από τους Έλληνες όπως ακριβώς γι’ αυτούς ο λόγος θα μπορούσε να φανεί ισάξιος με τα έργα τους. Έχω η γνώμη, ότι ο θάνατος αυτών εδώ των νεκρών παρέχει το μέτρο της αξίας ενός ανθρώπου, είτε είναι ο πρώτος που τη φανερώνει, είτε ο τελευταίος που την επισφραγίζει. Γιατί και εκείνοι ακόμη που υστερούν κατά τα άλλα, δικαιούνται να προβάλλουν την ανδραγαθία, που επέδειξαν κατά τους πολέμους, μαχόμενοι υπέρ της πατρίδας. Γιατί εξαφάνισαν το κακό με το καλό, και με τον κοινό αγώνα για το γενικό συμφέρον ωφέλησαν περισσότερο απ’ όσο έβλαψαν με τυχόν σφάλματά τους στην ιδιωτική τους ζωή. Από αυτούς εδώ κανείς δεν δείχθηκε δειλός μπροστά στον θάνατο εξ αιτίας του πλούτου του, δεν προτίμησε δηλαδή να συνεχίσει την απόλαυσή του, ούτε απέφυγε τον κίνδυνο εξ αιτίας της φτώχειας του, από την ελπίδα ότι μπορεί να την αποφύγει επί τέλους και να γίνει πλούσιος. Αντίθετα, πόθησαν την τιμωρία των εχθρών τους περισσότερο από όλα τα αγαθά, και συγχρόνως έκριναν αυτό τον κίνδυνο σαν τον πιο ωραίο από τους κινδύνους, και για αυτό αποφάσισαν να τον αντιμετωπίσουν, να εκδικηθούν τους εχθρούς τους, και για να επιδιώξουν την απόκτηση των αγαθών αυτών΄ την αβεβαιότητα δηλαδή της επιτυχίας την εμπιστεύθηκαν στην ελπίδα, ως προς τον κίνδυνο του θανάτου που βρισκόταν μπροστά τους κατά την μάχη ήταν αποφασισμένοι να στηριχθούν στον εαυτό τους και μόνο. Και μέσα στη μάχη θεώρησαν πάντα προτιμότερο να αντισταθούν και να βρουν τον θάνατο παρά να σωθούν υποχωρώντας, και γι’ αυτό απέφευγαν την αισχρή φήμη της δειλίας, και υπέβαλαν τα σώματά τους σε όλα τα δεινά της μάχης, σε μια κρίσιμη στιγμή, που ήταν στα χέρια της τύχης, στο ύψος της δόξας μάλλον παρά του τρόμου, βρήκαν τον θάνατο.


43. Αυτοί εδώ λοιπόν, σαν γνήσια παιδιά της πόλης, αυτό το φρόνημα έδειξαν. Όσοι όμως μένετε, έχετε καθήκον να εύχεστε το φρόνημά σας απέναντι στους εχθρούς να σας βάλει σε μικρότερο κίνδυνο, αλλά να μη καταδεχτείτε να είναι λιγότερο τολμηρό, λογαριάζοντας όχι μόνο με τα λόγια τις ωφέλειες - κάτι που θα μπορούσε ν' αναπτύξει κάποιος διεξοδικότερα σε σας, που κι από μόνοι σας τις ξέρετε εξίσου καλά, απαριθμώντας πόσα καλά εξασφαλίζει η αντίσταση στον εχθρό-, καλύτερα όμως προσηλώνοντας καθημερινά το βλέμμα σας στα έργα, που δείχνουν τη δύναμη της πόλης μας, κι έτσι να την αγαπήσετε με πάθος. Κι όταν αντιληφτείτε το μεγαλείο της, βάλτε στο νου σας ότι τη δύναμη αυτή την απέκτησαν άντρες τολμηροί που είχαν συνείδηση του καθήκοντος και με φιλότιμο την ώρα του αγώνα' και που, κάθε φορά που αποτύχαιναν σε κάποιο εγχείρημά τους, δεν επέτρεπαν βέβαια στον εαυτό τους να στερήσει την πόλη απ' τη δική τους ανδρεία, αλλά πρόσφεραν σ' αύτή την πιο ωραία συνεισφορά' γιατί, δίνοντας όλοι μαζί τη ζωή τους, έπαιρναν ο καθείς τους ξεχωριστά τον αγέραστο έπαινο και τον πιο περίλαμπρο τάφο: όχι τόσο τον τάφο, στον οποίο κείτονται, αλλά εκείνον όπου η δόξα τους επιζεί, για να μνημονεύεται αιώνια σε κάθε ευκαιρία που παρουσιάζεται, είτε για λόγο είτε για δράση. Γιατί τάφος των ενδόξων αντρών είναι η γη ολόκληρη, και τη μνήμη τους δεν τη διασώζει μόνο η επιγραφή μιας στήλης στην πατρίδα τους, αλλά και στα ξένα μέρη φωλιάζει στην Ψυχή του καθενός άγραφη η ανάμνηση όχι τόσο των ανδραγαθημάτων τους, όσο του φρονήματός τους. Εσείς λοιπόν να έχετε αυτούς εδώ πρότυπα και να θεωρήσετε θεμέλιο της ευτυχίας την ελευθερία και θεμέλιο της ελευθέριας τη δυνατή Ψυχή' κι έτσι μη δειλιάζετε μπροστά στους κινδύνους της μάχης. Γιατί δεν έχουν σοβαρότερο λόγο ν' αψηφούν το θάνατο οι απόκληροι της ζωής, που δεν έχουν να ελπίζουν καλύτερες μέρες, αλλά εκείνοι που, στη ζωή που τους απομένει, υπάρχει φόβος να μεταβληθεί ριζικά η καλή τύχη τους' αυτοί, αν κάπου σκοντάψουν, έχουν να χάσουν περισσότερα από κάθε άλλον. Γιατί, για έναν άντρα με υψηλό φρόνημα, είναι πιο πικρή η εξαθλίωση που φέρνει η δειλία παρά ο θάνατος που έρχεται χωρίς να τον νιώσει, σε στιγμή έξαρσης της δύναμής του και της κοινής ελπίδας.


44. Γι' αυτό και τους γονείς αυτών που ενταφιάζoυμε τώρα, όσοι βρίσκεστε εδώ, δε τους κλαίω, πιο πολύ θα προσπαθήσω να ελαφρώσω τον πόνο τους. Γιατί το ξέρουν καλά πως η ζωή τους πέρασε μέσ' από κάθε λογής μεταπτώσεις της τύχης' κι ότι ευτυχισμένοι είναι, όπως οι σημερινοί νεκροί μας, εκείνοι που η μοίρα τους χάρισε τον πιο ένδοξο θάνατο, και, όπως εσείς, για το τιμημένο πένθος σας, κι εκείνοι που κανονίστηκε το τέλος της ζωής τους να συμπέσει με το τέλος της ευτυχίας τους. Γνωρίζω βέβαια ότι είναι δύσκολο να πείσω εσάς, αφού θα σας φέρνουν ζωντανή τη θύμηση αυτών που χάσατε οι ευτυχίες των άλλων γονιών που κι εσείς κάποτε τις χαρήκατε' και θλίβεται ο άνθρωπος όχι επειδή του λείπουν αγαθά που δεν τα δοκίμασε, αλλά για όσα, ενώ είχε συνηθίσει να τα’ απολαμβάνει, τα έχασε. Πρέπει όμως να δείχνετε εγκαρτέρηση, με την ελπίδα άλλων παιδιών, όσοι ακόμα είστε σε ηλικία ν’ αποχτήσετε παιδία' γιατί, για τα άτομα, τα παιδιά που θα τους έρθουν στον κόσμο από δω και πέρα θα κάνουν πόλους να ξεχάσουν εκείνους που χάθηκαν, ενώ, για την πόλη, θα είναι διπλό το όφελος: και δε θα ερημώσει και θα έχει ασφάλεια' γιατί δεν είναι δυνατό να έχει την ίδια αξία ή να είναι το ίδιο δίκαιη η γνώμη για τα δημόσια πράγματα όσων δεν μπαίνουν στον ίδιο κίνδυνο, ρίχνοντας σ’ αυτόν τα παιδιά τους. Κι όσους πάλι σας πήραν τα χρόνια, να θεωρήσετε κέρδος το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σας, που το περάσατε ευτυχισμένοι, και ότι το μέρος της που απομένει θα είναι σύντομο, κι ας κάνει ελαφρότερο το πένθος σας η δόξα αυτών εδώ. Γιατί το μόνο που δεν γερνά είναι ο πόθος για τιμές, και στην ηλικία που ο άνθρωπος δεν μπορεί να προσφέρει τίποτε, δεν είναι, όπως λεν μερικοί, το κέρδος που δίνει τη μεγαλύτερη τέρψη, αλλά οι τιμές.


45. Τώρα, τα παιδιά των νεκρών μας, όσα βρίσκεστε εδώ ή τ' αδέρφια τους, βλέπω ότι έχετε μεγάλον αγώνα μπροστά σας (γιατί ο καθείς συνηθίζει να επαινεί αυτόν που δε βρίσκεται στη ζωή), και πολύ δύσκολα, ακόμη κι αν δείξετε μοναδικό ηρωισμό, θα σας κρίνουν κάπως κατώτερους - ποτέ το ίδιο ανδρείους! Γιατί οι ζωντανοί νιώθουν φθόνο για τον ανταγωνιστή τους' αντίθετα, όποιον δεν αντισκόφτει το δρόμο τους, τον τιμούν με αδιαφιλονίκητη εύνοια. Κι αν είμαι υποχρεωμένος ν' αναφέρω κάτι για την αρετή που ταιριάζει στη φύση της γυναίκας, θα δηλώσω, για όσες τώρα θα μείνουν χήρες, με μια σύντομη παραίνεση όλη μου τη σκέψη: δηλαδή, μεγάλη η δόξα σας, αν δεν φανείτε κατώτερες απ' τη γυναικεία φύση, όπως κι η δόξα εκείνης, που τ' όνομά της θ' ακουστεί λιγότερο, επαινετικά ή περιγελαστικά, ανάμεσα στους άντρες.


 46. Έχετε ακούσει κι από μένα, με την επιβαλλόμενη από το νόμο αγόρευσή μου, όσα είχα κατάλληλα, και με έργα αυτοί που θάβονται έχουν κιόλας πάρει τις τιμές τους΄ εξάλλου, από σήμερα τα παιδιά τους θα τ' αναθρέψει με δημόσια δαπάνη η πόλη ως την εφηβεία τους, προβάλλοντας ως βραβείο τέτοιων αγώνων και γι' αυτούς εδώ και για όσους επιζούν, ένα στεφάνι που πιάνει τόπο. Γιατί, όπου έχουν θεσμοθετηθεί τα πιο μεγάλα βραβεία ανδρείας, εκεί ζουν ως πολίτες άντρες με τη μεγαλύτερη αρετή. 

Και τώρα, αφού ο καθένας αποτέλειωσε το θρήνο για τον δικό του, να πάτε στο καλό.

[35] Οἱ μὲν πολλοὶ τῶν ἐνθάδε ἤδη εἰρηκότων ἐπαινοῦσι τὸν προσθέντα τῷ νόμῳ τὸν λόγον τόνδε, ὡς καλὸν ἐπὶ τοῖς ἐκ τῶν πολέμων θαπτομένοις ἀγορεύεσθαι αὐτόν. ἐμοὶ δὲ ἀρκοῦν ἂν ἐδόκει εἶναι ἀνδρῶν ἀγαθῶν ἔργῳ γενομένων ἔργῳ καὶ δηλοῦσθαι τὰς τιμάς, οἷα καὶ νῦν περὶ τὸν τάφον τόνδε δημοσίᾳ παρασκευασθέντα ὁρᾶτε, καὶ μὴ ἐν ἑνὶ ἀνδρὶ πολλῶν ἀρετὰς κινδυνεύεσθαι εὖ τε καὶ χεῖρον εἰπόντι πιστευθῆναι. χαλεπὸν γὰρ τὸ μετρίως εἰπεῖν ἐν ᾧ μόλις καὶ ἡ δόκησις τῆς ἀληθείας βεβαιοῦται. ὅ τε γὰρ ξυνειδὼς καὶ εὔνους ἀκροατὴς τάχ' ἄν τι ἐνδεεστέρως πρὸς ἃ βούλεταί τε καὶ ἐπίσταται νομίσειε δηλοῦσθαι, ὅ τε ἄπειρος ἔστιν ἃ καὶ πλεονάζεσθαι, διὰ φθόνον, εἴ τι ὑπὲρ τὴν αὑτοῦ φύσιν ἀκούοι. μέχρι γὰρ τοῦδε ἀνεκτοὶ οἱ ἔπαινοί εἰσι περὶ ἑτέρων λεγόμενοι, ἐς ὅσον ἂν καὶ αὐτὸς ἕκαστος οἴηται ἱκανὸς εἶναι δρᾶσαί τι ὧν ἤκουσεν· τῷ δὲ ὑπερβάλλοντι αὐτῶν φθονοῦντες ἤδη καὶ ἀπιστοῦσιν. ἐπειδὴ δὲ τοῖς πάλαι οὕτως ἐδοκιμάσθη ταῦτα καλῶς ἔχειν, χρὴ καὶ ἐμὲ ἑπόμενον τῷ νόμῳ πειρᾶσθαι ὑμῶν τῆς ἑκάστου βουλήσεώς τε καὶ δόξης τυχεῖν ὡς ἐπὶ πλεῖστον.


[36]   ῎Αρξομαι δὲ ἀπὸ τῶν προγόνων πρῶτον· δίκαιον γὰρ αὐτοῖς καὶ πρέπον δὲ ἅμα ἐν τῷ τοιῷδε τὴν τιμὴν ταύτην τῆς μνήμης δίδοσθαι. τὴν γὰρ χώραν οἱ αὐτοὶ αἰεὶ οἰκοῦντες διαδοχῇ τῶν ἐπιγιγνομένων μέχρι τοῦδε ἐλευθέραν δι' ἀρετὴν παρέδοσαν. καὶ ἐκεῖνοί τε ἄξιοι ἐπαίνου καὶ ἔτι μᾶλλον οἱ πατέρες ἡμῶν· κτησάμενοι γὰρ πρὸς οἷς ἐδέξαντο ὅσην ἔχομεν ἀρχὴν οὐκ ἀπόνως ἡμῖν τοῖς νῦν προσκατέλιπον. τὰ δὲ πλείω αὐτῆς αὐτοὶ ἡμεῖς οἵδε οἱ νῦν ἔτι ὄντες μάλιστα ἐν τῇ καθεστηκυίᾳ ἡλικίᾳ ἐπηυξήσαμεν καὶ τὴν πόλιν τοῖς πᾶσι παρεσκευάσαμεν καὶ ἐς πόλεμον καὶ ἐς εἰρήνην αὐταρκεστάτην. ὧν ἐγὼ τὰ μὲν κατὰ πολέμους ἔργα, οἷς ἕκαστα ἐκτήθη, ἢ εἴ τι αὐτοὶ ἢ οἱ πατέρες ἡμῶν βάρβαρον ἢ ῞Ελληνα πολέμιον ἐπιόντα προθύμως ἠμυνάμεθα, μακρηγορεῖν ἐν εἰδόσιν οὐ βουλόμενος ἐάσω· ἀπὸ δὲ οἵας τε ἐπιτηδεύσεως ἤλθομεν ἐπ' αὐτὰ καὶ μεθ' οἵας πολιτείας καὶ τρόπων ἐξ οἵων μεγάλα ἐγένετο, ταῦτα δηλώσας πρῶτον εἶμι καὶ ἐπὶ τὸν τῶνδε ἔπαινον, νομίζων ἐπί τε τῷ παρόντι οὐκ ἂν ἀπρεπῆ λεχθῆναι αὐτὰ καὶ τὸν πάντα ὅμιλον καὶ ἀστῶν καὶ ξένων ξύμφορον εἶναι ἐπακοῦσαι αὐτῶν.


[37] Ξρώμεθα γὰρ πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τοὺς τῶν πέλας νόμους, παράδειγμα δὲ μᾶλλον αὐτοὶ ὄντες τισὶν ἢ μιμούμενοι ἑτέρους. καὶ ὄνομα μὲν διὰ τὸ μὴ ἐς ὀλίγους ἀλλ' ἐς πλείονας οἰκεῖν δημοκρατία κέκληται· μέτεστι δὲ κατὰ μὲν τοὺς νόμους πρὸς τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ ἴσον, κατὰ δὲ τὴν ἀξίωσιν, ὡς ἕκαστος ἔν τῳ εὐδοκιμεῖ, οὐκ ἀπὸ μέρους τὸ πλέον ἐς τὰ κοινὰ ἢ ἀπ' ἀρετῆς προτιμᾶται, οὐδ' αὖ κατὰ πενίαν, ἔχων γέ τι ἀγαθὸν δρᾶσαι τὴν πόλιν, ἀξιώματος ἀφανείᾳ κεκώλυται. ἐλευθέρως δὲ τά τε πρὸς τὸ κοινὸν πολιτεύομεν καὶ ἐς τὴν πρὸς ἀλλήλους τῶν καθ' ἡμέραν ἐπιτηδευμάτων ὑποψίαν, οὐ δι' ὀργῆς τὸν πέλας, εἰ καθ' ἡδονήν τι δρᾷ, ἔχοντες, οὐδὲ ἀζημίους μέν, λυπηρὰς δὲ τῇ ὄψει ἀχθηδόνας προστιθέμενοι. ἀνεπαχθῶς δὲ τὰ ἴδια προσομιλοῦντες τὰ δημόσια διὰ δέος μάλιστα οὐ παρανομοῦμεν, τῶν τε αἰεὶ ἐν ἀρχῇ ὄντων ἀκροάσει καὶ τῶν νόμων, καὶ μάλιστα αὐτῶν ὅσοι τε ἐπ' ὠφελίᾳ τῶν ἀδικουμένων κεῖνται καὶ ὅσοι ἄγραφοι ὄντες αἰσχύνην ὁμολογουμένην φέρουσιν.


[38] Καὶ μὴν καὶ τῶν πόνων πλείστας ἀναπαύλας τῇ γνώμῃ ἐπορισάμεθα, ἀγῶσι μέν γε καὶ θυσίαις διετησίοις νομίζοντες, ἰδίαις δὲ κατασκευαῖς εὐπρεπέσιν, ὧν καθ' ἡμέραν ἡ τέρψις τὸ λυπηρὸν ἐκπλήσσει. ἐπεσέρχεται δὲ διὰ μέγεθος τῆς πόλεως ἐκ πάσης γῆς τὰ πάντα, καὶ ξυμβαίνει ἡμῖν μηδὲν οἰκειοτέρᾳ τῇ ἀπολαύσει τὰ αὐτοῦ ἀγαθὰ γιγνόμενα καρποῦσθαι ἢ καὶ τὰ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.


[39] Διαφέρομεν δὲ καὶ ταῖς τῶν πολεμικῶν μελέταις τῶν ἐναντίων τοῖσδε. τήν τε γὰρ πόλιν κοινὴν παρέχομεν, καὶ οὐκ ἔστιν ὅτε ξενηλασίαις ἀπείργομέν τινα ἢ μαθήματος ἢ θεάματος, ὃ μὴ κρυφθὲν ἄν τις τῶν πολεμίων ἰδὼν ὠφεληθείη, πιστεύοντες οὐ ταῖς παρασκευαῖς τὸ πλέον καὶ ἀπάταις ἢ τῷ ἀφ' ἡμῶν αὐτῶν ἐς τὰ ἔργα εὐψύχῳ· καὶ ἐν ταῖς παιδείαις οἱ μὲν ἐπιπόνῳ ἀσκήσει εὐθὺς νέοι ὄντες τὸ ἀνδρεῖον μετέρχονται, ἡμεῖς δὲ ἀνειμένως διαιτώμενοι οὐδὲν ἧσσον ἐπὶ τοὺς ἰσοπαλεῖς κινδύνους χωροῦμεν. τεκμήριον δέ· οὔτε γὰρ Λακεδαιμόνιοι καθ' ἑαυτούς, μεθ' ἁπάντων δὲ ἐς τὴν γῆν ἡμῶν στρατεύουσι, τήν τε τῶν πέλας αὐτοὶ ἐπελθόντες οὐ χαλεπῶς ἐν τῇ ἀλλοτρίᾳ τοὺς περὶ τῶν οἰκείων ἀμυνομένους μαχόμενοι τὰ πλείω κρατοῦμεν. ἁθρόᾳ τε τῇ δυνάμει ἡμῶν οὐδείς πω πολέμιος ἐνέτυχε διὰ τὴν τοῦ ναυτικοῦ τε ἅμα ἐπιμέλειαν καὶ τὴν ἐν τῇ γῇ ἐπὶ πολλὰ ἡμῶν αὐτῶν ἐπίπεμψιν· ἢν δέ που μορίῳ τινὶ προσμείξωσι, κρατήσαντές τέ τινας ἡμῶν πάντας αὐχοῦσιν ἀπεῶσθαι καὶ νικηθέντες ὑφ' ἁπάντων ἡσσῆσθαι. καίτοι εἰ ῥᾳθυμίᾳ μᾶλλον ἢ πόνων μελέτῃ καὶ μὴ μετὰ νόμων τὸ πλέον ἢ τρόπων ἀνδρείας ἐθέλομεν κινδυνεύειν, περιγίγνεται ἡμῖν τοῖς τε μέλλουσιν ἀλγεινοῖς μὴ προκάμνειν, καὶ ἐς αὐτὰ ἐλθοῦσι μὴ ἀτολμοτέρους τῶν αἰεὶ μοχθούντων φαίνεσθαι, καὶ ἔν τε τούτοις τὴν πόλιν ἀξίαν εἶναι θαυμάζεσθαι καὶ ἔτι ἐν ἄλλοις.


[40] Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ' εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας· πλούτῳ τε ἔργου μᾶλλον καιρῷ ἢ λόγου κόμπῳ χρώμεθα, καὶ τὸ πένεσθαι οὐχ ὁμολογεῖν τινὶ αἰσχρόν, ἀλλὰ μὴ διαφεύγειν ἔργῳ αἴσχιον. ἔνι τε τοῖς αὐτοῖς οἰκείων ἅμα καὶ πολιτικῶν ἐπιμέλεια, καὶ ἑτέροις πρὸς ἔργα τετραμμένοις τὰ πολιτικὰ μὴ ἐνδεῶς γνῶναι· μόνοι γὰρ τόν τε μηδὲν τῶνδε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα, ἀλλ' ἀχρεῖον νομίζομεν, καὶ οἱ αὐτοὶ ἤτοι κρίνομέν γε ἢ ἐνθυμούμεθα ὀρθῶς τὰ πράγματα, οὐ τοὺς λόγους τοῖς ἔργοις βλάβην ἡγούμενοι, ἀλλὰ μὴ προδιδαχθῆναι μᾶλλον λόγῳ πρότερον ἢ ἐπὶ ἃ δεῖ ἔργῳ ἐλθεῖν. διαφερόντως γὰρ δὴ καὶ τόδε ἔχομεν ὥστε τολμᾶν τε οἱ αὐτοὶ μάλιστα καὶ περὶ ὧν ἐπιχειρήσομεν ἐκλογίζεσθαι· ὃ τοῖς ἄλλοις ἀμαθία μὲν θράσος, λογισμὸς δὲ ὄκνον φέρει. κράτιστοι δ' ἂν τὴν ψυχὴν δικαίως κριθεῖεν οἱ τά τε δεινὰ καὶ ἡδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες καὶ διὰ ταῦτα μὴ ἀποτρεπόμενοι ἐκ τῶν κινδύνων. καὶ τὰ ἐς ἀρετὴν ἐνηντιώμεθα τοῖς πολλοῖς· οὐ γὰρ πάσχοντες εὖ, ἀλλὰ δρῶντες κτώμεθα τοὺς φίλους. βεβαιότερος δὲ ὁ δράσας τὴν χάριν ὥστε ὀφειλομένην δι' εὐνοίας ᾧ δέδωκε σῴζειν· ὁ δὲ ἀντοφείλων ἀμβλύτερος, εἰδὼς οὐκ ἐς χάριν, ἀλλ' ἐς ὀφείλημα τὴν ἀρετὴν ἀποδώσων. καὶ μόνοι οὐ τοῦ ξυμφέροντος μᾶλλον λογισμῷ ἢ τῆς ἐλευθερίας τῷ πιστῷ ἀδεῶς τινὰ ὠφελοῦμεν.


[41] Ξυνελών τε λέγω τήν τε πᾶσαν πόλιν τῆς ῾Ελλάδος παίδευσιν εἶναι καὶ καθ' ἕκαστον δοκεῖν ἄν μοι τὸν αὐτὸν ἄνδρα παρ' ἡμῶν ἐπὶ πλεῖστ' ἂν εἴδη καὶ μετὰ χαρίτων μάλιστ' ἂν εὐτραπέλως τὸ σῶμα αὔταρκες παρέχεσθαι. καὶ ὡς οὐ λόγων ἐν τῷ παρόντι κόμπος τάδε μᾶλλον ἢ ἔργων ἐστὶν ἀλήθεια, αὐτὴ ἡ δύναμις τῆς πόλεως, ἣν ἀπὸ τῶνδε τῶν τρόπων ἐκτησάμεθα, σημαίνει. μόνη γὰρ τῶν νῦν ἀκοῆς κρείσσων ἐς πεῖραν ἔρχεται, καὶ μόνη οὔτε τῷ πολεμίῳ ἐπελθόντι ἀγανάκτησιν ἔχει ὑφ' οἵων κακοπαθεῖ οὔτε τῷ ὑπηκόῳ κατάμεμψιν ὡς οὐχ ὑπ' ἀξίων ἄρχεται. μετὰ μεγάλων δὲ σημείων καὶ οὐ δή τοι ἀμάρτυρόν γε τὴν δύναμιν παρασχόμενοι τοῖς τε νῦν καὶ τοῖς ἔπειτα θαυμασθησόμεθα, καὶ οὐδὲν προσδεόμενοι οὔτε ῾Ομήρου ἐπαινέτου οὔτε ὅστις ἔπεσι μὲν τὸ αὐτίκα τέρψει, τῶν δ' ἔργων τὴν ὑπόνοιαν ἡ ἀλήθεια βλάψει, ἀλλὰ πᾶσαν μὲν θάλασσαν καὶ γῆν ἐσβατὸν τῇ ἡμετέρᾳ τόλμῃ καταναγκάσαντες γενέσθαι, πανταχοῦ δὲ μνημεῖα κακῶν τε κἀγαθῶν ἀίδια ξυγκατοικίσαντες. περὶ τοιαύτης οὖν πόλεως οἵδε τε γενναίως δικαιοῦντες μὴ ἀφαιρεθῆναι αὐτὴν μαχόμενοι ἐτελεύτησαν, καὶ τῶν λειπομένων πάντα τινὰ εἰκὸς ἐθέλειν ὑπὲρ αὐτῆς κάμνειν.


[42] Δι' ὃ δὴ καὶ ἐμήκυνα τὰ περὶ τῆς πόλεως, διδασκαλίαν τε ποιούμενος μὴ περὶ ἴσου ἡμῖν εἶναι τὸν ἀγῶνα καὶ οἷς τῶνδε μηδὲν ὑπάρχει ὁμοίως, καὶ τὴν εὐλογίαν ἅμα ἐφ' οἷς νῦν λέγω φανερὰν σημείοις καθιστάς. καὶ εἴρηται αὐτῆς τὰ μέγιστα· ἃ γὰρ τὴν πόλιν ὕμνησα, αἱ τῶνδε καὶ τῶν τοιῶνδε ἀρεταὶ ἐκόσμησαν, καὶ οὐκ ἂν πολλοῖς τῶν ῾Ελλήνων ἰσόρροπος ὥσπερ τῶνδε ὁ λόγος τῶν ἔργων φανείη. δοκεῖ δέ μοι δηλοῦν ἀνδρὸς ἀρετὴν πρώτη τε μηνύουσα καὶ τελευταία βεβαιοῦσα ἡ νῦν τῶνδε καταστροφή. καὶ γὰρ τοῖς τἆλλα χείροσι δίκαιον τὴν ἐς τοὺς πολέμους ὑπὲρ τῆς πατρίδος ἀνδραγαθίαν προτίθεσθαι· ἀγαθῷ γὰρ κακὸν ἀφανίσαντες κοινῶς μᾶλλον ὠφέλησαν ἢ ἐκ τῶν ἰδίων ἔβλαψαν. τῶνδε δὲ οὔτε πλούτου τις τὴν ἔτι ἀπόλαυσιν προτιμήσας ἐμαλακίσθη οὔτε πενίας ἐλπίδι, ὡς κἂν ἔτι διαφυγὼν αὐτὴν πλουτήσειεν, ἀναβολὴν τοῦ δεινοῦ ἐποιήσατο· τὴν δὲ τῶν ἐναντίων τιμωρίαν ποθεινοτέραν αὐτῶν λαβόντες καὶ κινδύνων ἅμα τόνδε κάλλιστον νομίσαντες ἐβουλήθησαν μετ' αὐτοῦ τοὺς μὲν τιμωρεῖσθαι, τῶν δὲ ἐφίεσθαι, ἐλπίδι μὲν τὸ ἀφανὲς τοῦ κατορθώσειν ἐπιτρέψαντες, ἔργῳ δὲ περὶ τοῦ ἤδη ὁρωμένου σφίσιν αὐτοῖς ἀξιοῦντες πεποιθέναι, καὶ ἐν αὐτῷ τῷ ἀμύνεσθαι καὶ παθεῖν μᾶλλον ἡγησάμενοι ἢ [τὸ] ἐνδόντες σῴζεσθαι, τὸ μὲν αἰσχρὸν τοῦ λόγου ἔφυγον, τὸ δ' ἔργον τῷ σώματι ὑπέμειναν καὶ δι' ἐλαχίστου καιροῦ τύχης ἅμα ἀκμῇ τῆς δόξης μᾶλλον ἢ τοῦ δέους ἀπηλλάγησαν.


[43] Καὶ οἵδε μὲν προσηκόντως τῇ πόλει τοιοίδε ἐγένοντο· τοὺς δὲ λοιποὺς χρὴ ἀσφαλεστέραν μὲν εὔχεσθαι, ἀτολμοτέραν δὲ μηδὲν ἀξιοῦν τὴν ἐς τοὺς πολεμίους διάνοιαν ἔχειν, σκοποῦντας μὴ λόγῳ μόνῳ τὴν ὠφελίαν, ἣν ἄν τις πρὸς οὐδὲν χεῖρον αὐτοὺς ὑμᾶς εἰδότας μηκύνοι, λέγων ὅσα ἐν τῷ τοὺς πολεμίους ἀμύνεσθαι ἀγαθὰ ἔνεστιν, ἀλλὰ μᾶλλον τὴν τῆς πόλεως δύναμιν καθ' ἡμέραν ἔργῳ θεωμένους καὶ ἐραστὰς γιγνομένους αὐτῆς, καὶ ὅταν ὑμῖν μεγάλη δόξῃ εἶναι, ἐνθυμουμένους ὅτι τολμῶντες καὶ γιγνώσκοντες τὰ δέοντα καὶ ἐν τοῖς ἔργοις αἰσχυνόμενοι ἄνδρες αὐτὰ ἐκτήσαντο, καὶ ὁπότε καὶ πείρᾳ του σφαλεῖεν, οὐκ οὖν καὶ τὴν πόλιν γε τῆς σφετέρας ἀρετῆς ἀξιοῦντες στερίσκειν, κάλλιστον δὲ ἔρανον αὐτῇ προϊέμενοι. κοινῇ γὰρ τὰ σώματα διδόντες ἰδίᾳ τὸν ἀγήρων ἔπαινον ἐλάμβανον καὶ τὸν τάφον ἐπισημότατον, οὐκ ἐν ᾧ κεῖνται μᾶλλον, ἀλλ' ἐν ᾧ ἡ δόξα αὐτῶν παρὰ τῷ ἐντυχόντι αἰεὶ καὶ λόγου καὶ ἔργου καιρῷ αἰείμνηστος καταλείπεται. ἀνδρῶν γὰρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος, καὶ οὐ στηλῶν μόνον ἐν τῇ οἰκείᾳ σημαίνει ἐπιγραφή, ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ μὴ προσηκούσῃ ἄγραφος μνήμη παρ' ἑκάστῳ τῆς γνώμης μᾶλλον ἢ τοῦ ἔργου ἐνδιαιτᾶται. οὓς νῦν ὑμεῖς ζηλώσαντες καὶ τὸ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον, τὸ δ' ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον κρίναντες μὴ περιορᾶσθε τοὺς πολεμικοὺς κινδύνους. οὐ γὰρ οἱ κακοπραγοῦντες δικαιότερον ἀφειδοῖεν ἂν τοῦ βίου, οἷς ἐλπὶς οὐκ ἔστιν ἀγαθοῦ, ἀλλ' οἷς ἡ ἐναντία μεταβολὴ ἐν τῷ ζῆν ἔτι κινδυνεύεται καὶ ἐν οἷς μάλιστα μεγάλα τὰ διαφέροντα, ἤν τι πταίσωσιν. ἀλγεινοτέρα γὰρ ἀνδρί γε φρόνημα ἔχοντι ἡ μετὰ τοῦ [ἐν τῷ] μαλακισθῆναι κάκωσις ἢ ὁ μετὰ ῥώμης καὶ κοινῆς ἐλπίδος ἅμα γιγνόμενος ἀναίσθητος θάνατος.


[44] Δι' ὅπερ καὶ τοὺς τῶνδε νῦν τοκέας, ὅσοι πάρεστε, οὐκ ὀλοφύρομαι μᾶλλον ἢ παραμυθήσομαι. ἐν πολυτρόποις γὰρ ξυμφοραῖς ἐπίστανται τραφέντες· τὸ δ' εὐτυχές, ο῏ ἂν τῆς εὐπρεπεστάτης λάχωσιν, ὥσπερ οἵδε μὲν νῦν, τελευτῆς, ὑμεῖς δὲ λύπης, καὶ οἷς ἐνευδαιμονῆσαί τε ὁ βίος ὁμοίως καὶ ἐντελευτῆσαι ξυνεμετρήθη. χαλεπὸν μὲν οὖν οἶδα πείθειν ὄν, ὧν καὶ πολλάκις ἕξετε ὑπομνήματα ἐν ἄλλων εὐτυχίαις, αἷς ποτὲ καὶ αὐτοὶ ἠγάλλεσθε· καὶ λύπη οὐχ ὧν ἄν τις μὴ πειρασάμενος ἀγαθῶν στερίσκηται, ἀλλ' οὗ ἂν ἐθὰς γενόμενος ἀφαιρεθῇ. καρτερεῖν δὲ χρὴ καὶ ἄλλων παίδων ἐλπίδι, οἷς ἔτι ἡλικία τέκνωσιν ποιεῖσθαι· ἰδίᾳ τε γὰρ τῶν οὐκ ὄντων λήθη οἱ ἐπιγιγνόμενοί τισιν ἔσονται, καὶ τῇ πόλει διχόθεν, ἔκ τε τοῦ μὴ ἐρημοῦσθαι καὶ ἀσφαλείᾳ, ξυνοίσει· οὐ γὰρ οἷόν τε ἴσον τι ἢ δίκαιον βουλεύεσθαι ο῏ ἂν μὴ καὶ παῖδας ἐκ τοῦ ὁμοίου παραβαλλόμενοι κινδυνεύωσιν. ὅσοι δ' αὖ παρηβήκατε, τόν τε πλέονα κέρδος ὃν ηὐτυχεῖτε βίον ἡγεῖσθε καὶ τόνδε βραχὺν ἔσεσθαι, καὶ τῇ τῶνδε εὐκλείᾳ κουφίζεσθε. τὸ γὰρ φιλότιμον ἀγήρων μόνον, καὶ οὐκ ἐν τῷ ἀχρείῳ τῆς ἡλικίας τὸ κερδαίνειν, ὥσπερ τινές φασι, μᾶλλον τέρπει, ἀλλὰ τὸ τιμᾶσθαι.


[45]  παισὶ δ' αὖ ὅσοι τῶνδε πάρεστε ἢ ἀδελφοῖς ὁρῶ μέγαν τὸν ἀγῶνα (τὸν γὰρ οὐκ ὄντα ἅπας εἴωθεν ἐπαινεῖν), καὶ μόλις ἂν καθ' ὑπερβολὴν ἀρετῆς οὐχ ὁμοῖοι, ἀλλ' ὀλίγῳ χείρους κριθεῖτε. φθόνος γὰρ τοῖς ζῶσι πρὸς τὸ ἀντίπαλον, τὸ δὲ μὴ ἐμποδὼν ἀνανταγωνίστῳ εὐνοίᾳ τετίμηται. εἰ δέ με δεῖ καὶ γυναικείας τι ἀρετῆς, ὅσαι νῦν ἐν χηρείᾳ ἔσονται, μνησθῆναι, βραχείᾳ παραινέσει ἅπαν σημανῶ. τῆς τε γὰρ ὑπαρχούσης φύσεως μὴ χείροσι γενέσθαι ὑμῖν μεγάλη ἡ δόξα καὶ ἧς ἂν ἐπ' ἐλάχιστον ἀρετῆς πέρι ἢ ψόγου ἐν τοῖς ἄρσεσι κλέος ᾖ.


[46] Εἴρηται καὶ ἐμοὶ λόγῳ κατὰ τὸν νόμον ὅσα εἶχον πρόσφορα, καὶ ἔργῳ οἱ θαπτόμενοι τὰ μὲν ἤδη κεκόσμηνται, τὰ δὲ αὐτῶν τοὺς παῖδας τὸ ἀπὸ τοῦδε δημοσίᾳ ἡ πόλις μέχρι ἥβης θρέψει, ὠφέλιμον στέφανον τοῖσδέ τε καὶ τοῖς λειπομένοις τῶν τοιῶνδε ἀγώνων προτιθεῖσα· ἆθλα γὰρ οἷς κεῖται ἀρετῆς μέγιστα, τοῖς δὲ καὶ ἄνδρες ἄριστοι πολιτεύουσιν. νῦν δὲ ἀπολοφυράμενοι ὃν προσήκει ἑκάστῳ ἄπιτε.'


 [47] Τοιόσδε μὲν ὁ τάφος ἐγένετο ἐν τῷ χειμῶνι τούτῳ·

Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2011

Προς τους υβριστές της Ελευσίνος



Η παρουσία γραφικών που ισχυρίζονται οτι γνωρίζουν περί δήθεν υπογείων κατασκευών στην Ελευσίνα, που μπερδεύουν δεξαμενές, φρέατα και κρήνες με υπόγειους θαλάμους (!), που αποδεικνυουν την γραφικότητα τους με το να ισχυρίζονται ότι εχουν δεί με τα μάτια τους τον Ηλιο του Μεσονυχτιου(!) - που λόγω αγνοιας δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι αυτή ειναι καθαρά αλληγορική έκφραση που αναφέρεται στο νοητο επίπεδο- που ισχυρίζονται ότι γνωριζουν περί των τυπικών των μυστηρίων και άλλων φαιδρών ισχυρισμών, δεν έχουν λείψει διαχρονικά και ούτε φυσικά θα λείψουν ποτέ μιας και πάντα θα υπάρχουν αφελείς που θα πιστεύουν τέτοιες φαντασιώσεις και ευσεβεις πόθους.

Ας δούμε λοιπόν τι λέει ο Γεώργιος Μυλωνάςδιεθνώς αναγνωρισμένοςσαν ένας από τους πλεόν έγκριτους και σοβαρούς μελετητές καιανασκαφείς της΅Ελευσίνας στο βιβλίο του "Ελευσις και Ελευσίνια Μυστήρια" :

"Επί χρόνια, από τότε που ήμουν νέος, προσπαθούσα να ανακαλύψω τα γεγονότα. Ηλπιζα να κατορθώσω το αδύνατο παρά την έλλειψη στοιχείων. Η πεποίθηση ότι θα έρχονταν στο φως επιγραφές όπου οι Ιεροφάντες θα είχαν καταγράψει το τυπικό της λατρείας και το νόημα του έχει σβηστεί εντελώς.
Η αποκάλυψη μιας υπόγειας αίθουσας γεμάτης με τα αρχεία της λατρείας, πράγμα που κυριαρχούσε στην ύπαρξη μου στον καιρό της νιότης μου, αποδεικνύεται ένα άπιαστο όνειρο, αφού στην Ελευσίνα δεν υπάρχουν ούτε υπόγεια δωμάτια ούτε αρχεία της λατρείας. Ο τελευταίος ιεροφάντης πήρε μαζί του στον τάφο τα μυστικά που μεταδίδονταν προφορικά επί αμέτρητες γενεές από τον ένα αρχιερέα στον επόμενο.

Ενα πυκνό και αδιαπέραστο πέπλο εξακολουθεί να καλύπτει τις ιεροτελεστίες της Δήμητρας και να τις προστατεύει από τα περίεργα βλέμματα των συγχρόνων σπουδαστών.

Πόσα μερόνυχτα έχουν περάσει διακεκριμένοι μελετητές πάνω στα βιβλία, επιγραφές και έργα τέχνης προσπαθώντας να παραμερίσουν αυτό το πέπλο!

Πόσες εξωφρενικές και ευφάνταστες θεωρίες έχουν διατυπωθεί σε μια υπεράνθρωπη προσπάθεια να εξηγηθούν τα Μυστήρια!
Πόσες νύχτες πέρασα όρθιος στα σκαλιά του Τελεστηρίου, λουσμένος στο μαγικό ασημένιο φως του Μεσογειακού φεγγαριού, ελπίζοντας να συλλάβω την διάθεση των μυστών, ελπίζοντας ότι η ανθρώπινη ψυχή θα μπορούσε ίσως να διακρίνει φευγαλέα αυτό που ο λογικός νους δεν μπορύσε να ερευνήσει!

Μάταια όλα- ο αρχαίος κόσμος κράτησε καλά το μυστικό του και τα Μυστήρια της Ελευσίνας εξακολουθούν να μην έχουν αποκαλυφθεί".
"Ελευσίς και Ελευσίνια Μυστήρια" – Γ.Ε. Μυλωνά, Εκδόσεις Κυκεών Tales σ.376-377
Ας απομονώσουμε όλους αυτούς τους γραφικούς, που πέραν της γραφικότητας τους, επιδεικνύουν και Υβρη προς την Ιερά Ελευσίνα και αςπροστατέψουμε την παράδοση μας από την γελοιοποίηση και τονδιασυρμό, όπως ακριβώς έκαναν και οι πρόγονοι μας.

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011

ΕΛΕΥΣΙΝΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ Β' μέρος - Εκπομπή Μυστικά Περάσματα




ΤΟ α'ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ ΕΚΠΟΜΠΗΣ ΚΑΙ Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΒΑΓΓΕΛΗ ΜΠΕΞΗ ΓΙΑ ΤΑ 
ΕΛΕΥΣΙΝΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Η ΝΕΑ ΕΚΠΟΜΠΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΜΠΕΞΗ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ''ΜΥΣΤΙΚΑ ΠΕΡΑΣΜΑΤΑ'' Η ΤΡΙΤΗ ΕΚΠΟΜΠΗ ΠΡΟΒΛΗΘΗΚΕ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ 03 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2011 ΣΤΙΣ 12:00 ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ ,ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΔΥΟ ΩΡΩΝ,
ΜΙΑ ΕΚΠΟΜΠΗ ΣΤΑΘΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΜΕ ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΠΟΥ ΞΕΣΚΕΠΑΖΟΥΝ ΤΑ ΨΕΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΡΩΜΑΙΪΚΟΥ ΚΡΑΤΙΔΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ Ο ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΣ ,ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΚΔΟΤΗΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ ΙΧΩΡ , ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΕΞΗΣ .


ΕΚΠΟΜΠΗ β' ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΑ ΙΕΡΑ ΕΛΕΥΣΙΝΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ.


Α' ΜΕΡΟΣ

Β' ΜΕΡΟΣ

Γ' ΜΕΡΟΣ

Δ' ΜΕΡΟΣ

Ε' ΜΕΡΟΣ

ΣΤ' ΜΕΡΟΣ

Ζ' ΜΕΡΟΣ

Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2011

Ορφικός Υμνος Νίκης (θυμίαμα μάνναν)


Την Νίκην προσκαλώ την πολυδύναμη, 
την περιπόθητη στους ανθρώπους, 
πού μόνο αυτή απαλλάσσει τους ανθρώπους από την αγωνιώδη όρμην 
καί από την οδυνηράν αντίθεσιν κατά τάς μάχας μεταξύ αντιπάλων, 
διότι συ αποφασίζεις στους πολέμους με τα νικηφόρα έργα, 
προς τα οποια, όταν ορμάς φέρεις γλυκύτατον καύχημα, 
διότι είσαι των πάντων κυρίαρχος· 
καί εις κάθε διαμάχην εναπόκειται είς εσέ 
από εσέ εξαρτάται ή ένδοξος Νίκη το καλό αποτέλεσμα, 
πού χαίρεται ό νικητής αλλά, ώ μακαρία, 
είθε να μας έλθης με περιπόθητο φαιδρό μάτι 
καί να μας φέρης πάντοτε καλήν φήμην για τα ένδοξα έργα.

Εὐδύνατον καλέω Νίκην, 
θνητοῖσι ποθεινήν, 
ἣ μούνη λύει θνητῶν ἐναγώνιον ὁρμὴν καὶ στάσιν ἀλγινόεσσαν ἐπ᾽ ἀντιπάλοισι μάχαισιν, 
ἐν πολέμοις κρίνουσα τροπαιούχοισιν ἐπ᾽ ἔργοις, 
οἷς ἂν ἐφορμαίνουσα φέροις γλυκερώτατον εὖχος· 
πάντων γὰρ κρατέεις, 
πάσης δ᾽ ἔριδος κλέος ἐσθλὸν Νίκηι ἐπ᾽ εὐδόξωι κεῖται θαλίαισι βρυάζον. 
ἀλλά, μάκαιρ᾽, 
ἔλθοις πεποθημένη ὄμματι φαιδρῶι αἰεὶ ἐπ᾽ εὐδόξοις ἔργοις κλέος ἐσθλὸν ἄγουσα.


κείμενο πηγή: http://eleysis69.wordpress.com

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2011

Προσευχή στην Ακρόπολη Ερνέστος Ρενάν 1865



Προσευχή, που έκαμα επάνω Στην Ακρόπολη, όταν αξιώθηκα να νιώσω την τέλεια Ομορφιά .
Ερνέστος Ρενάν

Ω ευγένεια ! ω απλή κι αληθινή ομορφιά ! Θεά, που η λατρεία σου φανερώνει
την ορθή κρίση και τη φρόνηση, εσύ που ο ναός σου είναι ένα αθάνατο μάθημα
συνειδήσεως και ειλικρινείας, αργά φθάνω στο κατώφλι του ιερού ναού σου , φέρνω
μαζί μου για να προσφέρω στο βωμό σου πολλές τύψεις.
Για να σ' εύρω χρειάστηκε να κάνω άπειρες προσπάθειες,
 την μυσταγωγία, που εχάριζες εσύ στον αρχαίον Αθηναίο, 
όταν γεννιόταν μέσα από ένα χαμόγελο, εγώ την απέκτησα ύστερα
 από μακροχρόνιες αναζητήσεις και μετά από πολλούς συλλογισμούς.

Γεννήθηκα, μεγαλομάτα Θεά, από Κιμμερίους, καλόκαρδους και ενάρετους
ανθρώπους, που κατοικούν στις όχθες μιας σκοτεινής θάλασσας, γεμάτης από
απότομους βράχους, που συνεχώς τους δέρνουν οι βαρειές καταιγίδες. Εκεί, μόλις
ξέρουν τον ήλιο, για λουλούδια τους έχουν τα φύκια της θάλασσας και τα χρωματιστά
κογχύλια, που συναντά κανείς στο βάθος των ερημικών κόλπων.
Τα σύννεφα εκεί φαίνονται σαν να μην έχουν χρώμα, και η ίδια η χαρά ακόμη, είναι
κι αυτή, εκεί, κάπως θλιμμένη, όμως μέσα από τους βράχους αυτούς ξεπροβάλλουν
βρυσούλες με κρυστάλλινα νερά, και τα μάτια των κοριτσιών 
μοιάζουν σαν τις καταπράσινες πηγές, που πάνω από την κυματιστή πρασινάδα τους
 καθρεφτίζεται, στο βάθος, ο ουρανός.

Οι πρόγονοί μου, όσο μακρινή κι αν είναι η καταγωγή μας, είχαν καταγίνει με μακρινά
ταξίδια, που ούτε οι Αργοναύτες δεν εγνώρισαν.
Είχα ακούσει, σαν ήμουν μικρός, τα τραγούδια των πολικών ταξιδιών, ενανουρίστηκα
με τις αναμνήσεις των πάγων, που πλέουν πάνω στις καταχνιασμένες σαν το γάλα
θάλασσες, με την ανάμνηση νησιών κατοικημένων από πουλιά, που κελαιδούν με τις
ώρες τους, και ύστερα πετώντας όλα μαζί σκοτεινιάζουν με μιας τον ουρανό.
Ιερείς μιας ξένης, ιδιαίτερης, απ' τη δική σου θρησκείας, Σύροι, που ήλθαν από τη
Παλαιστίνη, επήραν τη φροντίδα να με μορφώσουν.
Οι παπάδες αυτοί ήταν σοφοί και άγιοι.

Με εδίδαξαν τις ατέλειωτες ιστορίες του Κρόνου που έπλασε τον κόσμο, και του γιου
του, του Δία, που, καθώς λένε, επραγματοποίησε ένα ταξίδι πάνω στη γη. Οι ναοί
τους είναι τρεις φορές πιο υψηλοί από τον ιδικό σου, ω Ευρυθμία, και μοιάζουν με
δάση, μονάχα που δεν είναι στερεοί, πέφτουν και γίνονται ερείπια μέσα σε διάστημα
πέντε - έξι αιώνων. Αυτά είναι φαντασίες βαρβάρων, που θαρρούν πως μπορούν να
κάνουν κάτι ωραίο, έξω από τους κανόνες, που έχεις χαράξει.
Εσύ στους εμπνευσμένους σου, ω Φρόνηση.

Μα οι ναοί αυτοί μου ήταν τότε ευχάριστοι, δεν είχα μελετήσει ακόμη 
τη Θεία Τέχνη σου, εκεί μέσα εύρισκα τον Θεό.
Έψαλλαν εκεί ψαλμούς, που ακόμη τους θυμάμαι :

Χαίρε, άστρο της θάλασσας, βασίλισσα αυτών, που στενάζουν μέσα στην κοιλάδα των δακρύων . 
Ή ακόμη καλύτερα :  " Ρόδο μυστικό, ελεφάντινε Πύργε, χρυσό Παλάτι, Άστρο της αυγής ".
Παράβλεψε Θεά, όταν ξαναθυμάμαι αυτούς τους ψαλμούς, η καρδιά μου πλημμυρίζει
από πίστη, γίνομαι, σχεδόν αποστάτης σου. Συγχώρα μου αυτή τη γελοιότητα, δεν
μπορείς να φαντασθής τη γοητεία, που οι βάρβαροι αυτοί μάγοι εσκόρπισαν μέσα σ'
αυτούς τους στίχους, και πόσο μου στοιχίζει να ακολουθήσω τώρα ολοφάνερη την Αλήθεια.

Ύστερα απ' όλα αυτά, αν ήξερες πόσο δύσκολο είναι να σε λατρεύει κανείς ! 
Όλη η ευγένεια έχει εξαφανισθεί σήμερα. Οι Σκύθες έχουν κατακτήσει τον κόσμο. Δεν
υπάρχει πια δημοκρατία από ελευθέρους ανθρώπους, δεν υπάρχουν πια βασιλιάδες
από ταπεινή καταγωγή, μεγαλειότητες, που θα μειδιούσες γι' αυτές. Αμόρφωτοι
υπερβόρειοι ονομάζουν ελαφρόμυαλους αυτούς που σε λατρεύουν.
Μια τρομερή παμβοιωτία ένας συνασπισμός από όλες τις ανοησίες, απλώνει στον
κόσμο κάποιο παγωμένο και βαρύ, σαν μολύβι, σκέπασμα, που πεθαίνει κανείς
από ασφυξία κάτω απ' αυτό. Κι αυτοί ακόμη, που σε τιμούν, τόσο θα πρέπει να
σε λυπούνται ! Θυμάσαι αυτόν τον Καληδόνιο ( τον Σκώτο ), που εδώ και πενήντα
χρόνια κομμάτιασε τον ναό σου με τα κτυπήματα του σφυριού του για να πάρει
μαζί του τα κομμάτια του ναού σου στο νησί της Θούλης ; Έτσι άραγε κάνουν όλοι;

Έχω γράψει, σύμφωνα με μερικούς κανόνες που αγαπάς, ω Θεονόη, τη ζωή του
νέου Θεού, που ελάτρεψα στα παιδικά μου χρόνια. Με θεωρούν σαν να είμαι ο
φιλόσοφος Ευήμερος, μου γράφουν για να με ρωτήσουν τι σκοπό έχω στο μυαλό
μου, αυτοί όμως ενδιαφέρονται μόνον για κάθε τι που εξυπηρετεί τα οικονομικά τους.
Και γιατί λοιπόν γράφει κανείς την ζωή των Θεών, ω ουρανέ, αν αυτό δεν ήταν να
μας κάνει ν' αγαπήσουμε το Θείον, που υπήρχε μέσα σ' αυτούς, και για να δείξει, ότι
το Θείον αυτό ζει και θα ζει αιώνια μέσα στη καρδιά της ανθρωπότητος ;
Θυμάσαι την ημέρα εκείνη, κάτω από το αρχοντικό του Διονυσόδωρου, όπου ένας
κακοφτιαγμένος, μικρόσωμος Ε β ρ α ί ο ς μιλώντας την Ελληνική γλώσσα των
Σύρων, ήρθεν εδώ, προσπέρασε βιαστικά τα προπύλαια, χωρίς να σε καταλάβει,
διάβασε με μεγάλη προσοχή τις επιγραφές σου και πίστεψε πως βρήκε στον
περίβολο σου ένα βωμό αφιερωμένο, σ' ένα Θεό, σ' αυτόν που ήταν : Ο Άγνωστος
Θεός. Ε, λοιπόν, ο μικρόσωμος αυτός Εβραίος απήγαγε τον βωμό σου. Επί χίλια
χρόνια σε θεωρούσαν σαν ψεύτικο είδωλο, σ' αυτά τα χίλια χρόνια ο κόσμος ήταν μια
ερημιά, όπου δεν εφύτρωνε λουλούδι.

Σ' όλο αυτό το χρονικό διάστημα σιωπούσες, ω Αθηνά Σάλπιγξ, σαλπικτήριον
όργανο του νου, Θεά της ευταξίας και του ρυθμού, εικόνα της ουράνιας
σταθερότητος. Γινόταν ένοχος κανένας, όταν σ' αγαπούσε, και σήμερα, που ύστερα
από ευσυνείδητη εργασία καταφέραμε να σε πλησιάσωμε, μας κατηγορούν, πως
έχουμε κάμει έγκλημα στο ανθρώπινο πνεύμα, 
αψηφώντας τις θεωρίες επάνω στις οποίες εδίδαξεν ο Πλάτων.
Μόνη εσύ είσαι νέα, ω Κόρη, μόνη εσύ είσαι αγνή, 
ω Παρθένος, εσύ μόνη είσαι αγία,
ω Υγεία, εσύ μόνη είσαι δυνατή, ω Νίκη.
Τις μεγάλες πόλεις εσύ τις προστατεύεις, ω Πρόμαχος. 
Έχεις ότι πρέπει από τον Άρη, ω " Αρεία " Αθηνά.
Η ειρήνη είναι ο σκοπός σου, ω Ειρηνική Θεά.

Νομοθέτρια, πηγή των δικαίων θεσμών, " Δημοκρατία ", εσύ που βασικό δόγμα σου
είναι, ότι κάθε καλό προέρχεται από τον λαό, και ότι, παντού, όπου δεν υπάρχει
λαός για να θρέψει και να εμπνεύσει τη διάνοια, εκεί δεν υπάρχει τίποτε, μάθε μας να
διαλέγωμε τα διαμάντια μέσα από τους ακάθαρτους σωρούς.
Θεϊκή Πρόνοια, που κατάγεσαι από τον Δία, ιερή εργάτρια, μητέρα κάθε πνευματικής
εργασίας, ω Εργάνη, εσύ που κάμνεις τον εργάτη να γίνει πολιτισμένος και τον
τοποθετείς τόσο πιο ψηλά από τον οκνηρό Σκύθη, Θεά της Σοφίας, εσένα που
σ' εγέννησεν ο Δίας από το κεφάλι του, παίρνοντας βαθιά την αναπνοή του , εσύ
που κατοικείς μέσα στη συνείδηση του πατέρα σου, ενωμένη ολοκληρωτικά με την
ύπαρξή του, εσύ που είσαι η συνοδός του και η συνείδησή του, Αθηνά Ενέργεια,
σπίθα που ανάβεις και διατηρείς την φωτιά στους ήρωες και στους ανθρώπους του
πνεύματος, κάνε μας να γίνουμε πνευματικά τέλειοι.
Διάλεξες να κατοικήσεις με τους Αθηναίους, σαν πιο σοφούς, την ημέρα που οι ίδιοι
οι Αθηναίοι και οι Ρόδιοι αγωνίστηκαν ευλαβικά για την ιερή θυσία. Μα ο πατέρας
σου έστειλε σε τούτους τον Θεό Πλούτο μέσα σ' ένα χρυσό σύννεφο στη μεγάλη
πόλη των Ροδίων, γιατί είχαν προσφέρει κι αυτοί μεγάλες τιμητικές θυσίες στην κόρη
του. Οι Ρόδιοι έγιναν τότε πλούσιοι, αλλά οι Αθηναίοι απέκτησαν πνεύμα, δηλαδή :
την αληθινή χαρά, την παντοτινή ευθυμία, την Θεϊκή παιδικότητα της καρδιάς !
Ο κόσμος δεν θα σωθεί παρά μόνον, όταν ξαναγυρίσει πίσω σε σένα, αφού ξεχάσει

και αποβάλει τις βάρβαρες συνήθειές του, ας τρέξουμε, ας έλθουμε όλοι μαζί.
Πόσο όμορφη θα είναι αυτή η ημέρα, όπου όλες οι πόλεις, που πήραν κάτι από
τα υπολείμματα του ναού σου : η Βενετία, το Παρίσι, το Λονδίνο, η Κοπεγχάγη, θα
ξαναδώσουν πίσω τα κλοπιμαία τους, επανορθώνοντας έτσι την αδικία που έκαναν !
Θα σχηματίσουν επίσημες αντιπροσωπείες, αρχαιολογικές αποστολές, στα ιερά
μέρη της Ελλάδος για να ξαναδώσουν τα αρχαία μνημεία, που κρατούν ακόμα στη
κατοχή τους, λέγοντας : " Συγχώρεσέ μας Θεά " ! Τα πήραμε για να τα σώσωμε από
τους βαρβάρους, από τα κακά δαιμόνια της νύχτας, και θα ξαναχτίσουν τα τείχη σου,
κάτω από τους ήχους της φλογέρας σου, 
για να ξεπλύνουν το κρίμα του ανόσιου Λύσανδρου, που τα γκρέμισε.

Πιστός σε σένα, θα αντισταθώ στους επικίνδυνους και μοιραίους συμβούλους μου :
στον σκεπτικισμό μου, που με κάνει να αμφιβάλλω, στην ανησυχία του πνεύματός
μου, που κι όταν ακόμα βρεθεί η αλήθεια με κάμνει να την αναζητώ διαρκώς στη
φαντασία μου που δεν μ' αφήνει ποτέ να ησυχάσω, και ύστερα από την διαπίστωσή
της από την ίδια τη λογική.
Ω αρχηγέτιδα Αθηνά, ιδανικό, που ο κάθε μεγαλοφυής άνθρωπος ενσαρκώνει
στα αριστουργήματά του, προτιμώ να είμαι ο τελευταίος στη πατρίδα σου, 
παρά ο πρώτος οπουδήποτε αλλού.
Ναι, θα προσκολληθώ στον στυλοβάτη του ναού σου, θα ξεχάσω κάθε άλλη
πειθαρχία, εκτός απ' τη δική σου, θα γίνω στυλίτης στις κολώνες σου, 
στο επιστήλιο σου επάνω θα στήσω το κελί μου.

Κάτι πιο δύσκολο ακόμη :
Για να σε ευχαριστήσω, για χάρη σου, θα γίνω αν μπορώ,
Ασυμβίβαστος, μεροληπτικός, φανατικός, θα αγαπώ μόνο εσένα. Θα μάθω τη δική
σου τη γλώσσα, θα ξεμάθω όλα τ' άλλα, δεν θ' αγαπώ κανέναν άλλο, παρά μόνον εσένα.

Θα γίνω άδικος γι αυτόν, που δεν σε λατρεύει, θα γίνω ο υπηρέτης και του τελευταίου
από τους απογόνους σου. Τους σημερινούς κατοίκους της γης, που έδωκες
στον Ερεχθέα, θα τους εξυψώσω θα τους περιποιηθώ, θα τους συμπαθήσω. Θα
προσπαθήσω να πείσω τον εαυτό μου, ω Ιππία Αθηνά, ότι οι νεώτεροι Έλληνες
κατάγονται από τους ιππείς, που πανηγυρίζουν εκεί ψηλά, επάνω στο μάρμαρο του
διαζώματος του ναού σου, την παντοτινή γιορτή τους. Θα ξεκολλήσω απ' την καρδιά
μου κάθε χορδή, που δεν είναι καθαρή λογική και αληθινή Τέχνη.
Θα σταματήσω ν' αγαπώ τις αρρώστιες μου, να ενδιαφέρομαι για τον πυρετό μου.
Υποστήριξέ με στη σταθερή μου απόφαση, ω Αθηνά Σώτειρα, εσύ που σώζεις.
Πόσες δυσκολίες, πραγματικά, βλέπω μπροστά μου !
Πόσες πνευματικές συνήθειες θα πρέπει ν' αλλάξω !
Πόσες γοητευτικές αναμνήσεις θα πρέπει να ξεριζώσω απ' την καρδιά μου ! Θα
προσπαθήσω όσο μπορώ αλλά δεν είμαι βέβαιος για τον εαυτό μου.
Αργά σ' έχω γνωρίσει, τέλεια, ασύγκριτη, καλλονή !

Θα έχω πολλές μεταβολές μέσα μου, μεταπτώσεις, αδυναμίες. Μία φιλοσοφία
κακόβουλη, χωρίς αμφιβολία, μ' έκανε να πιστεύω ότι :
Η καλοσύνη και η κακία, η χαρά και η θλίψη, η ομορφιά και η ασχήμια, η λογική και
η τρέλα, αλλάζουν μεταξύ τους, με λεπτούς χρωματισμούς, τόσον αδιόρατους, όσο
είναι και οι λεπτότατες αποχρώσεις στο λαιμό ενός περιστεριού.
Να μην αγαπά κανείς τίποτε, να μην μισεί κανείς απολύτως τίποτε, αυτό καταντάει
να λέγεται φρονιμάδα. Αν μια κοινωνία, αν μια φιλοσοφία, αν μια θρησκεία, θα
μπορούσε να κατείχε την απόλυτη αλήθεια, αυτή η κοινωνία, αυτή η φιλοσοφία, αυτή
η θρησκεία, θα είχε νικήσει όλες τις άλλες και θα ζούσε μόνη αυτή την ώρα. Όλοι
αυτοί, που ως τώρα έχουν πιστέψει ότι έχουν δίκαιο, έχουν απατηθεί. Το βλέπουμε ολοφάνερα.
Μπορούμε, χωρίς ανόητον εγωισμό να πιστέψωμε, ότι το μέλλον δεν θα μας κρίνει
καθώς και μεις κρίνομε το παρελθόν ; Να οι βλαστήμιες, που μου υπαγορεύει το
βαθιά ανήσυχο, το κακομαθημένο μυαλό μου. Μια φιλολογία, που, όπως η δική σου,
θα ήταν εντελώς υγιής, δεν θα ενέπνεε τώρα πια παρά την πλήξη.

Είμαστε κακομαθημένοι, τι να γίνει ;
Θα τραβήξω μακρύτερα ακόμη στις σκέψεις μου, Θεά της λογικής, 
θα σου πω την βαθύτερη διαστροφή της καρδιάς μου : 
Νους και ευθυκρισία δεν είναι αρκετά για να εξηγήσουν τον κόσμο.
Υπάρχει κάποια ποίηση στον παγωμένο Στρυμόνα και στο μεθύσι της Θράκης.
Θ'αρθούν αιώνες, που οι μαθητές σου θα λογίζονται σαν οπαδοί της Ανίας.
Ο κόσμος είναι πιο μεγάλος απ' ότι νομίζεις. Εάν είχες ιδεί τα χιόνια των πόλων και
τα μυστήρια του μεσημβρινού ουρανού, το παντοτινά γαλήνιο μέτωπό σου, 
Θεά, δεν θα ήταν τόσον ήρεμο, η κεφαλή σου, πιο πλατειά απ' ότι είναι, 
θα χωρούσε κάθε λογής ομορφιές.
Είσαι αληθινή , αγνή, τέλεια. Το μάρμαρό σου δεν έχει κανένα ψεγάδι, μα και ο ναός
της Αγίας Σοφίας, που βρίσκεται, στο Βυζάντιο, γεννά επίσης μια Θεϊκήν εντύπωση
με τα τούβλα του και τα ψηφιδωτά του. Είναι η εικόνα του ουράνιου θόλου, θα
καταρρεύσει και αυτός με τον καιρό. Όμως, κι αν ακόμη η αίθουσα του ναού σου, θα
ήταν τόσον ευρύχωρη για να χωρέσει ένα αμέτρητο πλήθος, πάλι θα γκρεμιζόταν.
Ένα απέραντο ποτάμι λησμονιάς μας παρασύρει μέσα σε μιαν άβυσσο, χωρίς όνομα.

Ω άβυσσος, εσύ είσαι ο μοναδικός Θεός !
Τα δάκρυα όλων των λαών είναι αληθινά δάκρυα,
Τα δάκρυα όλων των σοφών κλείνουν μέσα τους ένα μέρος Αλήθειας.
Όλα εδώ κάτω δεν είναι παρά ένα σύμβολο και όνειρο.
Οι Θεοί περνούν και χάνονται, όπως και οι άνθρωποι, και δεν θα ήταν καλό να έμεναν αθάνατοι.
Η πίστη, που δέχθηκαν κάποτε δεν μπορούσε ποτέ να συνεχισθεί αιώνια, έχει
ξεπεραστεί πια γι' αυτούς, αφού έχει κυλήσει απαλά μέσα στο πορφυρένιο σάβανο
της Λήθης, όπου κοιμούνται οι " νεκροί " Θεοί.

ΕΡΝΕΣΤΟΣ ΡΕΝΑΝ 1865

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2011

Υποθήκη προς Αθηναίους - ΣΟΛΩΝ



Η πόλη μας  ποτέ δεν θα χαθεί σύμφωνα με τη θέληση
και τη διάθεση του Δία και των μακαρίων αθανάτων θεών.
Γιατί μια τόσο μεγαλόψυχη προστάτιδα, κόρη πατέρα ισχυρού,
η Παλλάδα Αθηνά, έχει τα χέρια της απλωμένα  πάω από την πόλη.
Αλλά μόνοι τους οι πολίτες θέλουν να καταστρέφουν
τη μεγάλη πόλη με τις απερισκεψίες τους, παρασρμένοι από φιλοχρηματία,
και ο άδικος νους των αρχόντων του λαού. Είναι επόμενο γι’ αυτούς
εξαιτίας της μεγάλης αλαζονείας να πάθουν πολλά κακά.
Γιατί δεν ξέρουν να συγκρατούν την πλεονεξία και να απολαμβάνουν
τα στρωμένα ευφρόσυνα συμπόσια με κοσμιότητα...
.........

πλουτίζουν παρασυρμένοι σε άδικες πράξεις
.........

και, χωρίς να λογαριάζουν ούτε τα ιερά κτήματα ούτε και τα περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου,
κλέβουν με αρπακτικές διαθέσεις άλλος από δω και άλλος από κει
και δεν σέβονται τους ιερούς θεσμούς της Δίκης,
η οποία, μολονότι σιωπά, γνωρίζει αυτά, που γίνονται και θα γίνονται και τα παρελθόντα,
και με τον χρόνο συνήθως έρχεται οπωσδήποτε, για να επιβάλλει τιμωρία.
Αυτό φθάνει κιόλας ως αναπόφευκτη  συμφορά για όλη την πόλη,
και καταλήγει συνήθως αυτή πολύ γρήγορα σε ατιμωτική δουλεία,
που προκαλεί εμφύλια σύγκρουση και αφυπνίζει τον κοιμώμενο πόλεμο,
ο οποίος συνήθως οδηγεί στον θάνατο πολλούς στο άνθος της ηλικίας τους.
Γιατί εξαιτίας των εχθρών πολύ γρήγορα η πολυαγαπημένη πόλη
κατατρύχεται από πολιτικές ενώσεις, αγαπητές στους αδικοπραγούντες.
Αυτές οι συμφορές  περιφέρονται στην πόλη.
Κι από τους φτωχούς
πολλοί φεύγουν σε ξένη χώρα,
πουλημένοι και δεμένοι με εξευτελιστικά δεσμά,
και υπομένουν με καταναγκασμό τις μισητές συνέπειες της δουλείας.
..........
Έτσι μια δημόσια συμφορά μεταβαίνει στο σπίτι του κάθε πολίτη ξεχωριστά.
Και οι αύλειες θύρες δεν μπορούν πια να τη συγκρατήσουν,
αλλά αυτή συνήθως πηδά πάνω από τον περίβολο και βρίσκει οπωσδήποτε
κάποιον, ακόμα κι αν, προσπαθώντας αυτός να αποφύγει το κακό, καταφεύγει στο βάθος των δωματίων.
Αυτά με προτρέπει η ψυχή μου να διδάξω στους Αθηναίους,
ότι η κακή διοίκηση προκαλεί πάρα πολλές συμφορές  στην πόλη.
Ενώ η χρηστή διοίκηση όλα τα αναδεικνύει ταιριαστά  και αρμονικά,
και συγχρόνως δένει με χειροπέδες  τους αδικοπραγούντες.
Τις τραχύτητες της εξομαλύνει, παύει την πλεονεξία, ταπεινώνει την αλαζονεία,
ξηραίνει τα άνθη της άτης, μόλις αυτά εμφανισθούν,
επανορθώνει στρεψοδικίες και καταπραϋνει πράξεις αλαζονείας, παύει την εμφύλια έριδα.
Παύει την οργή από την ολέθρια έριδα και είναι κάτω απ’ αυτήν
τα πάντα στους ανθρώπους αρμονικά και συνετά.

Αρχαίο Κείμενο

Ημέτερη δε πόλις κατά μεν Διός ούποτ’ ολείται
αίσαν και μακάρων θεών φρένας αθανάτων.
Τοίη γαρ μεγάθυμος επίσκοπος οβριμοπάτρη
Παλλάς Αθηναίη χείρας ύπερθεν έχει.

Αυτοί δε φθείρειν  μεγάλην πόλιν αφραδίηισιν
αστοί βούλονται χρήμασι πειθόμενοι,

δήμου  θ’ ηγεμόνων  άδικος νόος.  οίσιν  ετοίμον
ύβριος εκ μεγάλης άλγεα πολλά παθείν.

ου γαρ επίστανται κατέχειν κόρον ουδέ παρούσας
ευφροσύνας κοσμείν διαιτός εν ησυχίηι

......

πλουτέουσιν δ’ αδίκοις έργμασι πειθόμενοι
..........

ούθ’ ιερών κτεάνων ούτε τι δημοσίων


φειδόμενοι κλέπτουσιν αφαρπαγήι  άλλοθεν άλλος,
ουδέ φυλάσσονται σεμνά Δίκης θέμεθλα,

ή σιγώσα σύνοιδε τα γιγνόμενα προ τ’ εόντα,

τώι δε χρόνωι πάντως ήλθ’ αποτεισομένη,
τούτ’ ήδη πάσηι πόλει έρχεται έλκος άφυκτον,

ες δε κακήν ταχέως ήλυθε δουλωσύνην,

ή στάσιν έμφυλον πόλεμόν θ’ εύδοντ’ επεγείρει,
ός πολλών ερατήν ώλεσεν ηλικίην.

Εκ  γαρ δυσμενέων ταχέως πολυήρατον άστυ
τρύχεται εν συνόδοις τοις αδικέουσι φίλους.
Ταύτα μεν εν δήμωι στρέφεται κακά.

Των δε πενιχρών
ικνέονται πολλοί γαίαν ες αλλοδαπήν
πραθέντες δεσμοίσί  τ’ αεικελίοισι δεθέντες
κα κακά δουλωσύνης στυγνά φέρουσι βίαι
.......
ούτω δημόσιον κακόν έρχεται οίκαδ’ εκάστωι,
αύλειοι δ’ έτ’ έχειν ουκ εθέλουσι θύραι,

υψηλόν δ’ υπέρ έρκος υπέρθυρεν, εύρε δε πάντως,
ει και τις φεύγων  εν μυχώι ήι θαλάμου.

Ταύτα διδάξαι θυμός Αθηναίοις με κελεύει,
ως κακά πλείστα πόλει Δυσνομίη παρέχει.
Ευνομίη δ’ εύκοσμα  και άρτια  πάντ’ αποφαίνει,
και θαμά τοις αδίκοις αμφιτίθησι πέδας.

Τραχέα λειαίνει, παύει κόρον, ύβριν αμαυροί,
αυαίνει δ’ άτης άνθεα φυόμενα,

ευθύνει δε δίκας  σκολιάς, υπερήφανά τ’ έργα
πραύνει.  Παύει δ’ έργα διχοστασίης,
Παύει δ’ αργαλέης έριδος χόλον, έστι δ’ υπ’ αυτής
πάντα κατ’ ανθρώπους άρτια και πινυτά.



Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...