Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

Σελήνη...

Σελήνη και Ενδυμίων

«Ορθή, ως σύννεφο γυμνή και ονειροπόλα μέσα εις την ολόχρυση ωχρότητά της
Που την αντανακλά το φουσκωμένο κύμα της μακριάς, κυανής της κόμης,
Μέσα εις του δρυμού το ξέφωτο όπου αστροσκορπίζονται τα βρύα
Κοιτά η Δρυάς τον σιωπηλό ουρανό.
-Διστακτική, η πάλλευκη Σελήνη αφήνει τον πέπλο της να κυματίζεται
Εις του Ωραίου Ενδυμίωνος τα πόδια,
Και του αποθέτει το ηδύ της φίλημα με μίαν χλωμήν αχτίδα.»


Άρθρουρ Ρεμπώ



Στην αγκαλιά μου σαν άστρο κι απόψε κοιμήσου...


Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2014

Πόσο σ΄ αγαπώ ...


Έλα να σου δείξω τις τριανταφυλλιές

τα πράσινα, τα κόκκινα, τα σπίτια, τις αυλές.

Πόσο σ’ αγαπώ, πουλάκι του δρόμου, 
πόσο σ’ αγαπώ, πόσο σ’ αγαπώ
Έλα να σου πω αγόρι γλυκό μου
πόσο σ’ αγαπώ, πόσο σ’ αγαπώ.

Έλα να σου μάθω, πως είναι το φιλί, 
σαν κόκκινο τριαντάφυλλο και σαν ανατολή

Πόσο σ’ αγαπώ, πουλάκι του δρόμου, 
πόσο σ’ αγαπώ, πόσο σ’ αγαπώ
Έλα να σου πω αγόρι γλυκό μου
πόσο σ’ αγαπώ, πόσο σ’ αγαπώ.

Έλα να σου δείξω το στάχυ το ξανθό
τ’ αστέρια που σωπαίνουνε για ν’ αποκοιμηθώ

Πόσο σ’ αγαπώ, πουλάκι του δρόμου, 
πόσο σ’ αγαπώ, πόσο σ’ αγαπώ
Έλα να σου πω αγόρι γλυκό μου
πόσο σ’ αγαπώ, πόσο σ’ αγαπώ.


Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος
Μουσική: Μάνος Λοϊζος

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

Φτάσε όπου δεν μπορείς!


Μαζεύω τα σύνεργά μου: όραση, ακοή, γέψη, όσφρηση, αφή, μυαλό, βράδιασε πια, τελεύει το μεροκάματο, γυρίζω σαν τον τυφλοπόντικα στο σπίτι μου, στο χώμα. Όχι γιατί κουράστηκα να δουλεύω, δεν κουράστηκα, μα ο ήλιος βασίλεψε.
Ο ήλιος βασίλεψε, θάμπωσαν τα βουνά, οι οροσειρές του μυαλού μου κρατούν ακόμα λίγο φως στην κορφή τους, μα η άγια νύχτα πλακώνει, ανεβαίνει από τη γης, κατεβαίνει από τον ουρανό, και το φως ορκίστηκε να μην παραδοθεί, μα το ξέρει, σωτηρία δεν υπάρχει δε θα παραδοθεί, μα θα σβήσει.
Ρίχνω στερνή ματιά γύρα μου, ποιόν ν’αποχαιρετίσω; τι ν’αποχαιρετίσω; τα βουνά, τη θάλασσα, την καρπισμένη κληματαριά στο μπαλκόνι μου, την αρετή, την αμαρτία, το δροσερό νερό; Μάταια, μάταια, κατεβαίνουν όλα ετούτα μαζί μου στο χώμα.
Σε ποιόν να εμπιστευτώ τις χαρές και τις πίκρες μου, τις μυστικές δονκιχώτικες λαχτάρες της νιότης, την τραχιά σύγκρουση αργότερα με το Θεό και με τους ανθρώπους, και τέλος την άγρια περηφάνια που έχουν τα γεράματα που καίγουνται μα αρνιούνται, ως το θάνατο, να γίνουν στάχτη; Σε ποιόν να πω πόσες φορές σκαρφάλωνοντας, με τα πόδια, με τα χέρια, τον κακοτράχαλο ανήφορο του Θεού, γλίστρησα κι έπεσα, πόσες φορές σηκώθηκα, όλο αίματα, και ξανάρχισα ν’ανηφορίζω;
Πού να βρώ μια ψυχή σαρανταπληγιασμένη κι απροσκύνητη, σαν την ψυχή μου, να της ξομολογηθώ;
Σφίγγω ήσυχα, πονετικά, ένα σβώλο κρητικό χώμα στη φούχτα μου, το κρατούσα το χώμα ετούτο πάντα μαζί μου, σε όλες μου τις περιπλάνησες, και στις μεγάλες μου αγωνίες το’σφιγγα μέσα στη φούχτα μου κι έπαιρνα δύναμη, δύναμη μεγάλη, σαν να’σφιγγα το χέρι φίλου αγαπημένου. Μα τώρα που βασίλεψε ο ήλιος και το μεροκάματο τέλεψε, τι να την κάμω τη δύναμη; Δεν την έχω ανάγκη πια, κρατώ το χώμα ετούτο της Κρήτης και το σφίγγω με άφραστη γλύκα, τρυφεράδα κι ευγνωμοσύνη, σαν να σφίγγω μέσα στη φούχτα μου και ν’αποχαιρετώ το στήθος γυναίκας αγαπημένης. Αυτό ήμουν αιώνια, αυτό θα’μια αιώνια, πέρασε αστραπή η στιγμή που στροβιλίστηκες, άγριο χώμα της Κρήτης, κι έγινες αγωνιζόμενος άνθρωπος.
Τι αγώνας, τι αγωνία, τι κυνηγητό του ανθρωποφάγου αόρατου θεριού, τι επικίντυνες ουρανικές και σατανικές δυνάμες η φούχτα ετούτη το χώμα! Ζυμώθηκε μ’αίμα, δάκρυο κι ιδρώτα, γίνηκε λάσπη, γίνηκε άνθρωπος, πήρε τον ανήφορο, να φτάσει-που να φτάσει; Σκαρφάλωνε αγκομαχώντας το σκοτεινό όγκο του Θεού, άπλωνε τα χέρια, έψαχνε, έψαχνε και μάχουνταν να βρει το πρόσωπό του.
Κι όταν, τα ολοστερνά ετούτα χρόνια, απελπισμένος πια, ένιωσε πως ο σκοτεινός αυτός όγκος δεν έχει πρόσωπο, τι καινούριος, όλο αναίδεια και τρόμο, αγώνας να πελεκήσει την ακατέργαστη κορφή και να της δώσει πρόσωπο-το πρόσωπό του!
Μα τώρα το μεροκάματο τέλεψε, μαζεύω τα σύνεργά μου, ας έρθουν άλλοι σβώλοι χώματα να συνεχίσουν τον αγώνα, είμαστε, εμείς οι θνητοί, το τάγμα των αθανάτων, κόκκινο κοράλλι το αίμα μας, και χτίζουμε απάνω στην άβυσσο ένα νησί.
Χτίζεται ο Θεός, έβαλα κι εγώ το δικό μου κόκκινο πετραδάκι, μια στάλα αίμα, να τον στερεώσω, να μη χαθεί, να με στερεώσει, να μη χαθώ, έκαμα το χρέος μου.
Εχετε γειά!
Απλώνω το χέρι, φουχτώνω το μάνταλο της γής, ν’ανοίξω την πόρτα να φύγω, μα κοντοστέκουμαι στο φωτεινό κατώφλι ακόμα λίγο, δύσκολο, δύσκολο πολύ, να ξεκολλήσουν τα μάτια, τ’αυτιά, τα σπλάχνα από τις πέτρες και τα χόρτα το κόσμου λες: Είμαι χορτάτος, είμαι ήσυχος, δε θέλω πια τίποτα, τέλεψα το χρέος και φεύγω, μα η καρδιά πιάνεται από τις πέτρες κι από τα χόρτα, αντιστέκεται, παρακαλάει:
“Στάσου ακόμα!»
Μάχουμαι να παρηγορήσω την καρδιά μου, να τη συβάσω να πει λεύτερα το ναι. Να μη φύγουμε σαν σκλάβοι, δαρμένοι, κλαμένοι, από τη γης, παρά σαν βασιλιάδες που έφαγαν, ήπιαν, χόρτασαν, δε θέλουν πια, και σηκώνουνται από το τραπέζι. Μα η καρδιά χτυπάει ακόμα μέσα στα στήθια, αντιστέκεται, φωνάζει:
«Στάσου ακόμα!»
Στέκουμαι, ρίχνω στερνή ματιά στο φως, που αντιστέκεται κι αυτό, σαν την καρδιά του ανθρώπου, και παλεύει. Σύννεφα σκέπασαν τον ουρανό, έπεσε απάνω στα χείλια μου μια χλιαρή ψιχάλα, η γης μύρισε, γλυκιά φωνή, μαυλιστικιά, ανεβαίνει από τα χώματα:
 “Eλα… έλα… έλα…»
Με κοίταξες, κι ως με κοίταξες ένιωσα πως ο κόσμος ετούτος είναι ένα σύννεφο φορτωμένο αστροπελέκι κι άνεμο, σύννεφο κι η ψυχή του ανθρώπου φορτωμένη αστροπελέκι κι άνεμο, κι από πάνω φυσάει ο Θεός και σωτηρία δεν υπάρχει.
Σήκωσα τα μάτια, σε κοίταξα. Εκαμα να σου πω:
«Παππού, αλήθεια δεν υπάρχει σωτηρία;» μα η γλώσσα μου είχε κολλήσει στο λαρύγγι μου, έκαμα να σε ζυγώσω, μα τα γόνατά μου λύγισαν.
Άπλωσες τότε το χέρι, σαν να πνίγουμουν κι ήθελες να με σώσεις.
Αρπάχτηκα με λαχτάρα από το χέρι σου, πασαλειμμένο ήταν με πολύχρωμες μπογιές, θαρρείς ζωγράφιζε ακόμα, έκαιγε. Άγγιξα το χέρι σου, πήρα φόρα και δύναμη, μπόρεσα να μιλήσω:
-Παππού αγαπημένε, είπα, δώσ’μου μια προσταγή.
Χαμογέλασε, απίθωσε το χέρι απάνω στο κεφάλι μου, δεν ήταν χέρι, ήταν πολύχρωμη φωτιά, ως τις ρίζες του μυαλού μου περεχύθηκε η φλόγα.
-Φτάσε όπου μπορείς, παιδί μου…
Η φωνή του βαθιά, σκοτεινή, σαν να’βγαινε από το βαθύ λαρύγγι της γης.
Έφτασε ως τις ρίζες του μυαλού μου η φωνή του, μα η καρδιά μου δεν τινάχτηκε.
-Παππού, φώναξα τώρα πιο δυνατά, δώσ’μου μια πιο δύσκολη, πιο κρητικιά προσταγή.
Κι ολομεμιάς, ως να το πω, μια φλόγα σούριξε ξεσκίζοντας τον αέρα, αφανίστηκε από τα μάτια μου ο αδάμαστος πρόγονος με τις περιπλεμένες θυμαρόριζες στα μαλλιά του κι απόμεινε στην κορφή του Σινά μια φωνή όρθια, γεμάτη προσταγή, κι ο αέρας έτρεμε:
-Φτάσε όπου δεν μπορείς!
Πετάχτηκα τρομαγμένος από τον ύπνο, είχε πια ξημερώσει. Σηκώθηκα, ζύγωσα στο παράθυρο, βγήκα στο μπαλκόνι με την καρπισμένη κληματαριά. Η βροχή είχε τώρα κοπάσει, έλαμπαν οι πέτρες, γελούσαν, τα φύλλα των δέντρων ήταν φορτωμένα δάκρυα.
-Φτάσε όπου δεν μπορείς!
Ήταν η φωνή σου, κανένας άλλος στον κόσμο δεν μπορούσε έναν τέτοιο αρσενικό λόγο να ξεστομίσει, μονάχα εσύ, Παππού ανεχόρταγε! Δεν είσαι εσύ ο αρχηγός ο απροσκύνητος, ο ανέλπιδος, της στρατευόμενης γενιάς μου; Δεν είμαστε εμείς οι λαβωμένοι, οι πεινασμένοι, οι μπουμπουνοκέφαλοι, οι σιδεροκέφαλοι, που αφήσαμε πίσω μας την καλοπέραση και τη βεβαιότητα και πας εσύ μπροστά και κάνουμε γιουρούσι να σπάσουμε τα σύνορα;
To λαμπρότερο πρόσωπο της απελπισίας είναι ο Θεός, το λαμπρότερο πρόσωπο της ελπίδας είναι ο Θεός, πέρα από την ελπίδα και την απελπισία, πέρα από τα παμπάλαια σύνορα, με σπρώχνεις, Παππού. Πού με σπρώχνεις; Κοιτάζω γύρα μου, κοιτάζω μέσα μου, η αρετή τρελάθηκε, η γεωμετρία τρελάθηκε, η ύλη τρελάθηκε, πρέπει να’ρθει πάλι ο Νούς ο νομοθέτης, να βάλει καινούρια τάξη, καινούριους νόμους, πιο πλούσια αρμονία να γίνει ο κόσμος.
Αυτό θες, κατά κει με σπρώχνεις, κατά κει μ’έσπρωχνες πάντα, άκουγα μέρα νύχτα την προσταγή σου, μάχουμουν, όσο μπορούσα, να φτάσω όπου δεν μπορούσα, αυτό είχα βάλει χρέος μου, αν έφτασα ή δεν έφτασα, εσύ θα μου πεις. Όρθιος στέκουμαι μπροστά σου και περιμένω.
Στρατηγέ μου, τελεύει η μάχη, κάνω την αναφορά μου, να που πολέμησα, να πως πολέμησα, λαβώθηκα, δείλιασα, μα δε λιποτάχτησα, τα δόντια μου καταχτυπούσαν από το φόβο, μα τύλιγα σφιχτά το κούτελό μου μ’ένα κόκκινο μαντίλι, να μην ξεκρίνουνται τα αίματα, κι έκανα γιουρούσι.
Ένα ένα μπροστά σου τα φτερά της καλιακούδας μου ψυχής θα τα μαδήσω, ωσότου ν’απομείνει ένα σβωλαράκι χώμα κι αυτή. Θα σου πω τον αγώνα μου, ν’αλαφρώσω, θα πετάξω από πάνω μου την αρετή, την ντροπή, την αλήθεια, ν’αλαφρώσω.
Άκουσέ το λοιπόν, Στρατηγέ, την αναφορά μου και κάμε κρίση, άκουσε, Παππού, τη ζωή μου, και αν πολέμησα κι εγώ μαζί σου, αν λαβώθηκα χωρίς κανένας να μάθει πως πόνεσα, αν δε γύρισα ποτέ την πλάτη μου στον οχτρό, δώσε μου την ευκή σου!
Νίκος Καζαντζάκης - Αναφορά στον Ελ Γκρέκο



Της Αθηνάς Ανάγλυφο

Αθηνά Σκεπτόμενη

Πως ακούμπησες άπραγα το δόρυ;

Τη φοβερή σου περικεφαλαία

βαριά πως γέρνεις προς το στήθος, Κόρη;

Ποιός πόνος τόσο είναι τρανός, ω Ιδέα,

για να σε φτάση! Οχτροί κεραυνοφόροι

δεν είναι για δικά σου τρόπαια νέα;


Δεν οδηγεί στο Βράχο σου την πλώρη

του καραβιού σου πλέον πομπή αθηναία;

Σε ταφόπετρα βλέπω να την έχη

καρφωμένη μια πίκρα την Παλλάδα.


Ω! κάτι μέγα, απίστευτο θα τρέχη ...

Χαμένη κλαις την ιερή σου πόλη

ή νεκρή μέσ’ στο μνήμα και την όλη

του τότε και του τώρα, ωιμένα! Ελλάδα;




Κωστής Παλαμάς

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014

Ο "τάφος της Περσεφόνης" στις Αιγές. Η τοιχογραφία


Τοιχογραφία με θέμα την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα, στον Μακεδονικό τάφο της Βεργίνας.



Πηγές
http://www.imma.edu.gr/

Ο συλημένος, κιβωτιόσχημος, κατασκευασμένος από πωρόλιθους τάφος στην παρυφή της Μεγάλης Τούμπας πλάι στο "Ηρώον", πήρε το συμβατικό του όνομα "τάφος της Περσεφόνης" από τη ζωγραφική του διακόσμηση. Ανάμεσα στις μορφές των Μοιρών και της καθισμένης στην "αγέλαστη πέτρα" Δήμητρας ξεχωρίζει η παράσταση της αρπαγής της Περσεφόνης από το θεό του Κάτω Κόσμου Πλούτωνα.


Η δεξιότητα της εκτέλεσης, η δύναμη της σύλληψης και η λιτή χρωματολογία υποδηλώνουν ένα σημαντικό ζωγράφο (ίσως τον Νικόμαχο) των μέσων του 4ου αι. π.Χ., όπως συνηγορούν και τα θραύσματα των αγγείων που βρέθηκαν στο εσωτερικό του τάφου.
Επάνω στο ακόμη υγρό, λείο και στιλπνό λευκό κονίαμα της τελικής επιφάνειας ο ζωγράφος χάραξε ένα συνοπτικό προσχέδιο, επιμένοντας πιο πολύ στα πιο σημαντικά σημεία της σύνθεσης. Στη συνέχεια, με γρήγορες, δυνατές και εκφραστικές πινελιές σχεδίασε και ζωγράφισε τις μορφές του, ακολουθώντας και κάποτε αγνοώντας το προσχέδιό του. Με βάση το λευκό, η παλέτα του είχε τα βασικά γαιώδη χρώματα της τετραχρωμίας, χοντροκόκκινο, ώχρες, μαύρο και άσπρο, αλλά και οργανικές λάκες για τα λαμπερά ρόδινα και τα πορφυρά. Τα χρώματα χρησιμοποιούνται καθαρά ή ανάμεικτα, για να προκύψουν οι απαραίτητες για τη φωτοσκίαση και το πλάσιμο των όγκων τονικές διαβαθμίσεις.
Στο βόρειο τοίχο του τάφου βρίσκεται το αποκορύφωμα της αφήγησης: Εδώ, στη μέση της εικόνας δεσπόζει το άρμα με τα 4 λευκά άλογα. Ο Πλούτωνας, πιο μεγάλος από όλες τις άλλες μορφές, άρπαξε τη λεία του και πηδάει στο άρμα. Το αριστερό του πόδι πατάει κιόλας σταθερά πάνω στο δίφρο, το δεξί ακουμπάει ακόμη με τις μύτες των δαχτύλων στο έδαφος. Στο δεξί χέρι του σφίγγει το σκήπτρο της εξουσίας και τα γκέμια των αλόγων, που τινάζονται με τα μπροστινά πόδια στον αέρα, αρχίζοντας ήδη τον ξέφρενο καλπασμό τους.

Ανάμεσα από τα πόδια του, φυλακισμένη στην αγκαλιά του, ο Πλούτωνας κρατάει σφιχτά τη γυμνή Περσεφόνη που την έχει αρπάξει απ’ το στήθος. Το φουστάνι της γλίστρησε και έπεσε. Έμεινε μόνο το κορδόνι που το κρατούσε στον ώμο της και το πορφυρό της ιμάτιο να κρύβει την ήβη, να γίνεται φόντο για τους μαλακούς γοφούς της και να χάνεται, σμίγοντας με το πορφυρό του ιματίου του Πλούτωνα. Σε μια ύστατη προσπάθεια να ξεφύγει, η Περσεφόνη τινάζεται προς τα πίσω, το σώμα της τεντώνεται για να ξεγλιστρήσει από το μπράτσο του Πλούτωνα. Απόλυτα αδύναμη, απλώνει τα μπράτσα, ικετεύοντας απελπισμένα για τη βοήθεια που δε θα έρθει. Ο άνεμος παίρνει τα μαλλιά της, τα μάτια της βασιλεύουν, το πρόσωπο της γίνεται μάσκα απόγνωσης. Η άρνηση της Περσεφόνης να δεχτεί τη μοίρα της, η επιθυμία της να γαντζωθεί στον κόσμο που αναγκάζεται να αφήσει κι η αποστροφή της για τον Άδη, γίνεται ολοφάνερη μέσα από την κίνηση του σώματός της, που είναι τελείως αντίθετη προς τη δική του και μέσα από την απομάκρυνση των κεφαλιών τους.



Με μια εξαιρετικά δυναμική και σχεδιαστικά ιδιαίτερα τολμηρή, ανοιχτή σύνθεση, που στηρίζεται στην ένταση, αλλά και στην ισορροπία που παράγουν δύο διαγώνιες που διασταυρώνονται, ένα εύρημα που μάλλον αυτός εισάγει στην παραδοσιακή εικονογραφία της Αρπαγής, ο καλλιτέχνης κατορθώνει να αποδώσει όλη τη δραματική ένταση της αντιπαράθεσης του κυνηγού με το θήραμα, του αρσενικού με το θηλυκό, της ζωής με το θάνατο. Τη δραματικότητα και το πάθος που συμπυκνώνεται σε αυτό το σημείο της παράστασης υπογραμμίζει έντεχνα η χρήση μόνον εδώ του δυνατού και πλούσιου χρώματος με τα λαμπερά πορφυρά στα ιμάτια των θεών και το βαθύ κόκκινο στο άρμα, ενώ η αίσθηση της κίνησης και του βάθους τονίζεται με την πλάγια προοπτική απόδοση των τροχών που εξισορροπούν σχεδιαστικά το δυναμικό σχήμα του δίφρου και της διαγωνίου του σκήπτρου. 



Πίσω από το άρμα, στην ανατολική γωνία της εικόνας, μισογονατισμένη στο χώμα, μια φίλη της Περσεφόνης παρακολουθεί το δράμα, πετρωμένη από φόβο. Το φόρεμά της γλίστρησε και το στήθος της είναι γυμνό, όμως το χρυσοκάστανο ιμάτιο της με τη φαρδιά μενεξελιά μπορντούρα την τυλίγει ακόμα, σχηματίζοντας ένα στεφάνι, μέσα στο οποίο προβάλλεται το λευκό της δέρμα. Λυγισμένη στα δύο σηκώνει το χέρι να φυλαχτεί, μοιάζει να θέλει να φύγει και να μη μπορεί, ακούσιος μάρτυρας του αποτρόπαιου. Τα μάτια της σχεδιασμένα εντελώς λιτά, δυο γραμμές και μια βουλίτσα όλο κι όλο και όμως καταφέρνουν να εκφράσουν απόλυτα τον άφατο τρόμο.



Σαν μορφολογική αντίθεση στην παθητικότητα της φίλης της Περσεφόνης, που με τρόμο αποδέχεται το μοιραίο, στην άλλη μεριά της παράστασης εμφανίζεται ο Ερμής. Με το κηρύκειο στο χέρι, το μόνο παραδοσιακό και αναγνωρίσιμο σύμβολο της παράστασης, ο ψυχοπομπός γίνεται εδώ νυμφοπομπός σκοτεινού γάμου και τρέχοντας, σχεδόν πετώντας στις μύτες των ποδιών του, οδηγεί το άρμα στη δύση, στη χώρα των νεκρών. Αντί για τις δάδες του Υμεναίου, το γάμο φωτίζει η τρομερή λάμψη του κεραυνού που αστράφτει μπροστά απ’ τον Ερμή.


ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ, ΑΡΠΑΓΙΜΑΙΑ ΛΕΧΗ ΜΕΤΟΠΩΡΙΝΑ ΝΥΜΦΕΥΘΕΙΣΑ...

 
  Πλούτων και Περσεφόνη - Ψυχή. Ψηφιδωτό τύμβου Αμφιπόλεως.
ΟΡΦΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΠΕΡΣΕΦΟΝΗΣ
 
Περσεφόνη, θυγατέρα τοῦ μεγάλου Διός, ἔλα μακάρια,


μοναδογένεια Θεά, καὶ δέξου τὶς εὐχαριστήριες προσφορές∙


τοῦ Πλούτωνος πολύτιμη σύντροφος, σεβάσμια, βιοδώτρια∙


σὺ ποὺ κατέχεις τὶς πύλες τοῦ Ἅδου μέσα στὰ βάθη τῆς γῆς,


Πραξιδίκη, καλλιπλόκαμη, τῆς Δηοῦς ἁγνὲ βλαστέ,


τῶν Εὐμενίδων γενέτειρα καὶ τῶν καταχθονίων βασίλισσα∙


Κόρη ποὺ ὁ Ζεὺς ἐτέκνωσε μὲ ἄρρητες γονές.


Μητέρα τοῦ πολύβροντου, πολύμορφου Εὐβουλέως,


τῶν Ὡρῶν συμπαίκτρια, φωσφόρα, λαμπρόμορφη,


σεμνή, παντοκράτειρα, Κόρη ποὺ βρίθεις ἀπὸ καρπούς,


καλόφεγγη, κερασφόρα, μόνη στοὺς θνητοὺς ποθητή,


ἐαρινή, ποὺ χαίρεσαι μὲ τὶς λιβαδογέννητες πνοές,


φανερώνοντας τὸ ἱερὸ δέμας σου μὲ τοὺς χλωρόκαρπους βλαστούς,


ποὺ μὲ ἁρπαγὴ ὁδηγήθηκες στὰ νυμφικὰ λέκτρα, τὰ φθινοπωρινά∙


ζωὴ καὶ θάνατος εἶσαι μόνη ἐσὺ γιὰ τοὺς πολύμοχθους θνητούς,


Φερσεφόνη∙ διότι φέρεις ἐσαεὶ καὶ τὰ πάντα φονεύεις.


Ἄκουσον, μακάρια Θεά, κι ἀνάπεμπε καρποὺς ἀπὸ τὴν γαῖα,


θάλλοντας ἀπὸ εἰρήνη καὶ ἠπιοθεραπευτικὴν ὑγεία,


καὶ μετὰ ἀπὸ ἕναν πλήρη βίο, ὡραῖο γῆρας νὰ κατάγεις


πρὸς τὸν χῶρο σου, ἄνασσα, καὶ τὸν παντοδύναμο Πλούτωνα.-



Ὀρφεύς, 88 Ἱεροὶ Ὕμνοι τῆς Ἑλληνικῆς Θρησκείας. Σύγχρονη ἀπόδοση: Ἰαλυσσός. Ἐκδόσεις ΗΛΙΟΔΡΟΜΙΟΝ, Ἀθήνα 2013.

ΑΕΝΑΟΙΣ ΨΥΧΑΙΣ ΟΔΟΝ ΗΓΕΜΟΝΕΥΕΙΝ...* ΗΓΕΜΟΝΕΥΕΙΣ ΤΗΝ ΟΔΟ ΤΩΝ ΑΕΝΑΩΝ ΨΥΧΩΝ...



 
 Ο Ψυχοπομπός Ερμής. Ψηφιδωτό τύμβου Αμφιπόλεως.


ΟΡΦΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΕΡΜΟΥ ΧΘΟΝΙΟΥ

Σὺ ποὺ κατοικεῖς στοῦ Κωκυτοῦ τὸν ἀνεπίστροφο δρόμο τῆς ἀνάγκης,
ποὺ ὁδηγεῖς τὶς ψυχὲς τῶν θνητῶν στὰ ἐσώτερα βάθη τῆς γῆς,
Ἑρμῆ, γέννημα τοῦ βακχικοῦ χορευτῆ Διονύσου
καὶ τῆς Παφίας Κόρης, τῆς ἑλικοβλέφαρης Ἀφροδίτης,
σὺ ποὺ ὑπηρετεῖς στὸν ἱερὸν οἶκο τῆς Περσεφόνης,
ψυχοπομπὸς ὢν τῶν δύσμοιρων ψυχῶν, ποὺ κάτω ἀπὸ τὴν γῆ
τὶς ὁδηγεῖς, ὅταν ἔρχεται ὁ καθορισμένος ἀπὸ τὴν μοῖρα χρόνος,
σὺ ποὺ θέλγεις τὰ πάντα μὲ τὴν ἱερὴ ὑπνοφόρο ράβδο,
καὶ πάλιν ἐγείρεις τοὺς κοιμισμένους∙ διότι σ’ ἐσένα
ἔδωσε αὐτὴ τὴν τιμὴ ἡ Θεὰ Περσεφόνη μέσα στὸν εὐρὺ Τάρταρο,
νὰ ἡγεμονεύεις στοὺς θνητοὺς τὴν ὁδὸ τῶν ἀέναων ψυχῶν.
Ἀλλά, μακάριε, εἴθε νὰ στέλνεις στοὺς μύστες τέλος καλὸ τῶν ἔργων τους.-

Ὀρφεύς, 88 Ἱεροὶ Ὕμνοι τῆς Ἑλληνικῆς Θρησκείας. Σύγχρονη ἀπόδοση: Ἰαλυσσός. Ἐκδόσεις ΗΛΙΟΔΡΟΜΙΟΝ, Ἀθήνα 2013.

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Της Νύχτας τα φιλιά είναι άστρα...

The moon and the stars -  Edwin Blashfield

Όταν η Νύχτα σκορπίζει τ' άστρα σαν αγαπησιάρικα φιλιά... πάνω απ΄τα σύννεφα... 
                 για να ξεφύγουν μερικά και να μας χαρίσουν την λάμψη τους...

                                   και ένα τραγούδι της Νύχτας, Νυχτερινό του Chopin



κι ένα υπέρλαμπρο Αστεράκι, μόνο του που ξέφυγε διώχνοντας τα σύννεφα...



Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2014

ΟΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΩΝ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΨΥΧΗ

Η Ψυχή
  Γιώργος Μαμώλης
             Το ερώτημα σχετικά με την ύπαρξη της Ψυχής καθώς και η προσπάθεια απάντησης του, ξεκινά από πολύ παλιά. Ήδη 3000 έτη π.Χ, οι Αιγύπτιοι προσπαθούν να απαντήσουν στον προβληματισμό. Στην συνέχεια έχουμε ακόμη μια πρώτη αλλά βασική προσέγγιση, μέσω των ποιημάτων του Ομήρου.
Το Περί Ψυχής ερώτημα, προέρχεται στην ουσία, από το Περί Ζωής ερώτημα. Τι είναι η ζωή; Από πού πηγάζει; Τι είναι θάνατος; Τι σημαίνει ’’ζούμε’’, Τι είναι η Φύση; Γιατί μπορούμε να συμπεριφερόμαστε; κλπ, είναι ερωτήματα που οδηγούν στην υπόθεση μιας πηγής ζωής.
Η Ψυχή είναι σύμφωνα με αυτήν την πίστη και θεωρία, αυτή η πηγή ζωής ολόκληρου του σύμπαντος. Η μελέτη, τώρα, του τι είναι Ψυχή, ποια η ουσία, η προέλευση, το περιεχόμενο της δηλαδή, είναι το αντικείμενο της Ψυχολογίας.
Η “φιλοσοφική ψυχολογία” εξετάζει θεωρητικά όλα αυτά τα ζητήματα, μεσώ της Μεταφυσικής. Το ψυχολογικό ερώτημα, είναι ακριβώς το ¼ του περιεχομένου του Μεταφυσικού ζητήματος. Ακολουθούν το οντολογικό ερώτημα, το κοσμολογικό και τέλος το θεολογικό ερώτημα . Με την απάντηση των ψυχολογικών ερωτημάτων, ασχολούνται εμπεριστατωμένα πρώτοι οι Προσωκρατικοί (κατά το λεγόμενο χρονικά) φιλόσοφοι, ακολουθεί ο Σωκράτης και ο μαθητής του Πλάτων, καθώς και ο Αριστοτέλης
.
  α) Θαλής ο Μιλήσιος εξ Ιωνίας (624-546 π.Χ).
 Οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι της Μιλήτου συνηθίζουν να δίδουν μια ορθολογιστική και πνευματική φύση στην Ψυχή. Αυτή, διαφέρει από την ύλη και υπάρχει αυτοτελώς ως μορφή πνευματική. Υπάρχει για να δίδει μορφή στην ύλη, έξω από την ύλη. Συγκεκριμένα ο Θαλής, αν και δεν ασχολείται συστηματικά με το Ψυχολογικό ζήτημα, εντούτοις μέσω των φυσικών διατυπώσεων του σχετικά με τον εξωτερικό φυσικό κόσμο μας, θέτει την βάση της Επιστημονικής μελέτης της Ψυχής μέσω της μεθόδου της λογικής παρατήρησης. Διατυπώνει την ρήση πως, Τα πάντα γύρω μας είναι έμψυχα δείχνοντας την σύνδεση της Ψυχής με την έννοια και το φαινόμενο της Ζωής και της λειτουργίας της. Η διαπίστωση του αυτή προφανώς υποκινείται, από την συστηματική μελέτη των φαινομένων της φύσης, που τον οδηγεί στο συμπέρασμα πως τα πάντα γύρω μας έχουν ζωή. Έτσι για τον Ίωνα φιλόσοφο, η Ψυχή είναι στην ουσία η ίδια η Ζωή.
  β) Αναξίμανδρος ο Μιλήσεις εξ Ιωνίας (611-545-διχως να είναι σίγουρο- π.Χ).
 Για τον Αναξίμανδρο Ψυχή, ως πηγή Ζωής και ύπαρξης των πάντων, είναι η έννοια της δικαιοσύνης. Τα φυσικά στοιχεία(νερό, γη, αέρας, φωτιά) διαμάχονται το ένα το άλλο, προκείμενου κάποιο από αυτά να επικρατήσει, φέροντας όμως καταστροφή του κόσμου μεσώ της ισχύς του. Η δικαιοσύνη λοιπόν, είναι μια έννοια που δύναται να εξασφαλίσει την σχετική ισορροπία μεταξύ των αντίμαχων στοιχείων. Εφόσον η ισορροπία πλέον υπάρχει, το πρώτο για τον Αναξίμανδρο “ουδέτερο, απεριόριστο, ακαθόριστο” φυσικό στοιχείο, το άπειρο, μετατρέπεται στα υπόλοιπα τέσσερα στοιχεία και με τις κατάλληλες επιδράσεις δίδει τελικώς το φαινόμενο της ζωής.
 γ) Αναξιμένης ο Μιλήσιος εξ Ιωνίας (585-525-δίχως να είναι σίγουρο- π.Χ).
 Ομού με τον Θαλή και τον Αναξίμανδρο, ο Ίωνας φιλόσοφος Αναξιμένης δεν ασχολείται συστηματικά με την Ψυχή. Εντούτοις, διαπιστώνει μέσα από την θεωρία του γύρω από την αρχή του κόσμου , πως Ψυχή, πνοή ζωής-πηγή ζωής του ανθρώπου και της φύσης, είναι ο αέρας ως φυσικό στοιχείο. Έτσι η Γη δημιουργείται από τις συχνές μετατροπές του αέρα, σε νερό και σε χώμα. Κατά συνέπεια όλα τα όντα επάνω στην γη, οφείλουν την ύπαρξη τους στον αέρα6. Αυτός λοιπόν είναι η Ψυχή τους, η αιτία της Ύπαρξης και της ζωής. τους.
Με τον Αναξιμένη, κλείνει ο κύκλος των Μιλησίων φιλοσόφων οι οποίοι περιληπτικά, αντιλαμβάνονται την πρώτη πηγή ζωής των πάντων, την Ψυχή, “…με τρόπο Υλοζωικό(νερό, αέρας…ύλη)”7. Η Προσωκρατική(κατά το χρονικά λεγόμενο) “φιλοσοφική ψυχολογία”, όμως, δεν ολοκληρώνεται εδώ. Μετά την Υλίκη θεώρηση της Μιλήτου, βαδίζουμε σε μια διαφορετική αντίληψη σχετικά με την πρώτη πηγή ζωής(Ψυχή) που σταδιακά απομακρύνεται από τον Υλισμό:
  δ) Πυθαγόρας εκ Σάμου (570-496 π.Χ) και η (κατά τον Αριστοτέλη) σχολή των Πυθαγορείων.
 Το πέρασμα από τον Υλισμό, των Ιώνων φιλοσόφων γίνεται με τον Πυθαγόρα τον Σάμο ο οποίος κατά κύριο λόγο έδρασε στον Κρότωνα της κάτω Ιταλίας. Η ερμηνεία της Ψυχής ως πηγή της ζωής, εδώ, γίνεται μέσω των Μαθηματικών και συγκεκριμένα μέσω των αριθμών. Ο αριθμός, είναι η αρχή των όλων. Δίδει την ζωή. Δημιουργεί. Αυτό παρατηρείται στις ανθρώπινες υπάρξεις και σώματα, τα οποία διέπονται από μια τάξη αριθμητική στην οποία και δομούνται8. Ο αριθμός δημιουργείται ως εξής: Αρχικώς υπάρχει η τελεία η οποία δεν έχει κανενός είδους έκταση και διάσταση. Κατά την συνέχεια από την τελεία δημιουργείται μια γραμμή. Η γραμμή, δημιουργεί μια επιφάνεια με αποτέλεσμα τη τελική ύπαρξη ενός αριθμού9: Το 1, το 2, το 10, το 4 κ.ο.κ. Οι αριθμοί, από την δημιουργία τους και έπειτα, αρχίζουν να διαδραματίζουν κυρίαρχο ρόλο εξουσίας σε ολόκληρο το σύμπαν. Δημιουργούν την ζωή(=”λειτουργούν” δηλαδή, κατά τον Πυθαγόρα, ως Ψυχή) και την εμπλουτίζουν με νόμους. Βασικό μέρος στην Πυθαγόρειο θεωρία, κατέχουν οι ιδιότητες της Ψυχής. Κάτι το οποίο δίδει ζωή, είναι αδύνατο να μην έχει ή να χάνει την ζωή. Κατά τον συλλογισμό αυτό, των Πυθαγορείων, εισάγεται μια βασική ιδιότητα και δυνατότητα της Ψυχής, η έννοια της Μετεμψύχωσης. Η Ψυχή ως αστείρευτη δύναμη ζωής, προέρχεται από κάτι Απόλυτο. Από κάτι Τέλειο και Αθάνατο. Ο Πυθαγόρειος αυτός θεός δίδει στην Ψυχή την ευκαιρία να ομοιωθεί με αυτόν και να επιστρέψει στην αρχική πηγή της(θεότητα…). Έτσι η Ψυχή μετά-βαίνει(Μετεμψύχωση) από σώμα σε σώμα, από ύλη σε ύλη10 είτε Ανθρώπων, είτε Ζωών προκείμενου, μέσω αυτού, να βρει τις πύλες προς την θέωση και τον θεό(προφανώς σε Πυθαγόρειο αριθμητική μορφή θα νοείται ο θεός). Ο Πυθαγόρας μαζί με τους μαθητές του, ίδρυσαν την σχολή των Πυθαγορείων. Μετά τον θάνατο του οι μαθητές του, αναλαμβάνουν την διατήρηση της διδασκαλίας του. Από αυτούς διακρίνονται κυρίως οι Αλκμαίων και Φιλόλαος, όχι μόνο για την διδασκαλία των Πυθαγορείων θεωριών αλλά και για την εισαγωγή νέων απόψεων σχετικά με τα μαθηματικά και τις γενικότερες επιστήμες.
Μετά τον θάνατο του Πυθαγόρα και την συνέχιση της διδασκαλίας του, από τους μαθητές εμφανίζεται στην “Ελέα της Κάτω Ιταλίας, αποικίαν των Φωκέων” η σχολή των Ελεατών, με βασικούς εκπρόσωπους τους, Ξενοφάνη τον θεολόγο(570-480 περίπου π.Χ), Παρμενίδη(539-470 περίπου π.Χ) και τον μαθητή του Ζήνων(495 ή 490-430 π.Χ). Ο συγγραφέας κρίνει, κυρίως με βάση τις ιστορικό-κριτικές φιλοσοφικές αναφορές, πως η σχολή της Ελέας δεν προσφέρει μια απάντηση ή θεωρία στο ζήτημα Περί Ψυχής που ερευνούμε, καθώς δεν κάνει συστηματική αναφορά και λόγο επάνω στο ζήτημα μας. Τούτο βέβαια, δεν σημαίνει απόρριψη της σημαντικότητας των Ελεατών φιλοσόφων! Εντούτοις, λόγος Περί Ψυχής γίνεται, εν συνεχεία και κατά την χρονική περίοδο δράσης των Ελεατών, από έναν άλλο Προσωκρατικό(κατά το χρονικά λεγόμενο) φιλόσοφο, τον Εφέσιο Ηράκλειτο.
  ε) Ηράκλειτος εξ Εφέσου (περίπου 544-484 π.Χ).
 Ο “σκοτεινός” (όπως τον αποκάλεσαν), Εφεσιος φιλόσοφος Ηράκλειτος, δίδει μεσω της θεωρίας του περί δομής του κόσμου, την κατ αυτόν πηγή ζωής, την ερμηνεία της Ψυχής και της σχέσης με τον άνθρωπο, τον κόσμο και τον θάνατο. Για τον Ηράκλειτο, η αρχή του κόσμο και η πηγή της Ζωής είναι ο πόλεμος: “Πόλεμος πάντων πατήρ. Μέσα στα πράγματα ενοικούν αντίθετες δυνάμεις. Ο σιωπηλός αγώνας μεταξύ των είναι η γενεσιουργός δύναμη των όντων(=”Ζωή).” Έναν τέτοιο πόλεμο δεν πρέπει να τον αποστέργει κανείς, διότι η ειρήνη θα σήμαινε καταστροφή. Θα ήταν μια μακάβρια ειρήνη χωρίς ζωτικό και δημιουργικό σκοπό: άρρεν και θήλυ παράγουν νέα ζωή, σύμφωνα και φωνήεντα διαμορφώνουν τη γλώσσα….. τοιουτοτρόπως επιτυγχάνεται η ενότητα των αντίθετων, η συμφιλίωση των αντί-κειμένων και η σύνθεση…..”
Ο πόλεμος, λοιπόν, μεταξύ όλων, μεταξύ των πάντων(άνδρας-γυναίκα, φωνήεν-σύμφωνο κλπ) , κατά τον Ηράκλειτο, είναι η αρχή του κόσμου. Η βασική αιτία-πνοή-πηγή Ζωής. Ο πόλεμος για τον Έφέσιο, είναι θεωρητικά η Ψυχή(=”πηγή” της Ζωής). Εντούτοις, περνά και στις ιδιότητες και στην δομή της ανθρώπινης Ψυχής, δίδοντας της βέβαια καθαρά μεταφυσικό χαρακτήρα. Η Ψυχή έχει τεράστιο εύρος και βάθος. Για τον Ηράκλειτο σκοπός του ανθρώπου, είναι η ανακάλυψη του εαυτού του, η ανακάλυψη όλου αυτού του συνεχούς Ψυχικού βάθους μέχρις το τέλος του(βλέπε την γνωστή ρήση του: “Εδιζησάμην εμεωυτόν”= Αναζήτησα τον εαυτό μου!). Ο φιλόσοφος βέβαια τονίζει, πως το ταξίδι για την πλήρη ανεύρεση του τέλους, τω ορίων της Ψυχής, είναι δύσκολο, μάλλον ακατόρθωτο από τον άνθρωπο(“Τα έσχατα σύνορα της Ψυχής, όσο και αν προχωρήσεις, δεν θα δυνηθείς να τα ευρείς οποιαδήποτε μέθοδο κι αν ακολουθήσεις. Τόσο βαθειά είναι η ουσία της”…). Στην συνέχεια ο Ηράκλειτος προβαίνει στην αναλυτική παρουσίαση των ιδιοτήτων, των συστατικών, της προέλευσης και της κατάληξης της Ψυχής. Η Ψυχή, αποτελείται -είναι- από το πυρ. Την φωτιά. H Ψυχή για να συνεχίσει να υπάρχει, πρέπει να μένει στέγνη, γεμάτη φωτιά. Τότε, το σώμα που την κατέχει παρουσιάζει μια σειρά αρετών(=”δύναμη,” θάρρος, ανδρεία κ.α.). Σε αντίθετη περίπτωση: “…ανήρ οκόταν μεθυσθη άγεται υπό παίδος ανήβου, σφαλλόμενος, ουκ επαΐων όκη βαίνει, υγρήν την ψυχήν έχων”. Όταν αρχίσει να υγραίνεται(ακόμα και από εξωτερικούς παράγοντες όπως φαίνεται, ποτό!) αρχίζει και ο σταδιακός θάνατος(έλλειψη αισθήσεων, αδυνατότητα κρίσης, εκφυλισμός, κλπ). Η Ψυχή βιώνει τον θάνατο, όταν μετατραπεί πλήρως σε νερό. Όταν χάσει την δυνατότητα του πυρός. Επειδή η Ψυχή, χρησιμοποιεί το σώμα ως “καταφύγιο”, όταν αυτή υγρανθεί, μετατραπεί σε νερό, κατά συνέπεια το σώμα αρχίζει να παγώνει, χάνοντας την δυνατότητα πυρός. Με αυτόν του τον συλλογισμό ο Εφέσιος φιλόσοφος ολοκληρώνει την “φιλοσοφική ψυχολογία΄20΄ του δίδοντας στην Ψυχή έναν χαρακτήρα σχέσης με την Φύση(φυσικοί νόμοι, φυσικά στοιχεία όπως νερό, φωτιά κ.α) και με τον Πόλεμο.
  στ) Εμπεδοκλής εκ του Ακράγαντα της Σικελίας (490-430 π.Χ).
 Ο Εμπεδοκλής, όντας κατά βάση φυσικός φιλόσοφος, αποπειράται να ερμηνεύσει την δημιουργία και λειτουργία του κόσμου και να δώσει απάντηση στο ψυχολογικό ερώτημα ως ερώτημα, 1ον από πού πηγάζει η Ζωή και 2ον ποια και τι είναι, η πηγή Ζωής(=”Ψυχή)” του ανθρώπου. Ο Ακραγαντίνος φιλόσοφος έχει μια “συνθετική-συνδυαστική θεώρηση”21 σχετικά με τον κόσμο. Η θεώρηση αυτή απορρίπτει, κατ αρχάς, την ύπαρξη ενός μόνο θεμελιώδους στοιχείου ως πρώτου αίτιου και πηγής δημιουργίας. Αντ΄ αυτού, και σε αντίθεση με τους προηγούμενους φιλοσόφους, ο Εμπεδοκλής θέτει “τέσσερα στοιχεία αρχέγονα, ριζώματα, ως αρχήν του κόσμου”: Αυτά είναι, το πυρ, το ύδωρ, ο αήρ και η γη. Τα τέσσερα αυτά στοιχεία, στο έργο “Περί Φύσεως” του φιλοσόφου, παρουσιάζονται με θεϊκή μορφή. Ως οι Ολύμπιοι θεοί. Ο Ζευς(Δίας) είναι το πυρ. Η Νήστις είναι το ύδωρ. Η Ήρα ο αήρ και ο Αιδωνεύς η γη. Τα στοιχεία έχουν την δυνατότητα να μπορούν να “αναμειγνύονται” και να κινούνται σε δυο δυνατές κατευθύνσεις: Την απωθητική και την ελκυστική. Αντιστοίχως τα ονομάζει, Νείκος και Φιλότητα. Και εδώ δίδει το φιλοσοφικό ορισμό της Ψυχής. Πνοή-πηγή Ζωής και δημιουργίας του Κόσμου(=”Ψυχή)” είναι ο συνδυασμός(μείξη) των τεσσάρων θεϊκών στοιχείων καθώς και οι χρονικές περίοδοι Νείκους και Φιλότητας μεταξύ τους. Για την διασφάλιση του κόσμου και την μη-καταστροφή, έχουν τεθεί όρια και μέτρα μεταξύ του Νείκους και της Φιλότητας. Αν και υπάρχουν περίοδοι που το ένα υπερισχύει του αλλού(αντίστοιχα κάθε φορά), εντούτοις τα όρια ποτέ δεν δύνανται να ξεπερασθούν ώστε να επέλθει η καταστροφή. Εκτός αυτών, ο φιλόσοφος μεταβαίνει και σε μια “ειδική” μελέτη του τρόπου λειτουργίας της Ζωής, της Ψυχής, του ανθρώπου. Για αυτόν, μεγάλη σημασία λαμβάνουν οι ανθρώπινες αισθήσεις και ο τρόπος με τον οποίον αντιλαμβάνονται τον έξω από τον φορέα τους(=”άνθρωπος)” κόσμο. Στους “Καθαρμούς” συγκεκριμένα, ο Εμπεδοκλής κάνει λόγο για την “άσχημη Μοίρα της ανθρώπινης Ψυχής, η οποία από το στάδιο της πρωταρχικής Ευδαιμονίας εκπίπτει στην περιοχή της απογνώσεως και της περιπλανήσεως ως την ευλογημένη ώρα του εξιλασμού της24(=”προφανώς” εννοεί τον θάνατο-σημείωση δική μου-). Η Ψυχολογία του Εμπεδοκλή, συχνά έχει χαρακτηρισθεί ως “Εσχατολογική”25και ως “δαιμονολογία”26 από τους εκάστοτε μελετητές, λόγω του περιεχομένου της(=”πνοή” ζωής οι τέσσερις θεϊκές δυνάμεις-στοιχεία, αρκετά πεσιμιστική διάθεση σχετικά με την ανθρώπινη Ψυχή, λόγος περί θανάτου ως λύτρωσης κ.α.).
  η) Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος (500-428 π.Χ).
 Ο Αναξαγόρας ξεκινά την θεωρία του, αναφερόμενος στην αρχική πηγή Ζωής και δημιουργίας. Θεωρεί πως για να προκληθεί ένα δημιούργημα(κόσμος, Σύμπαν κλπ) είναι αναγκαία η “μείξη και ο διαχωρισμός των στοιχείων και κατά συνέπεια δεν υπάρχει γένεση και φθορά”27, ομού δηλαδή με τον Εμπεδοκλή. Τα στοιχεία που συνδυάζονται και αναμειγνύονται, όμως, δεν είναι συγκεκριμένα αλλά “…άπειρα και πλήθος και σμικρότητα…”28. Ο συνδυασμός, οδηγεί στην ύλη, στον κόσμο. Η Ύλη σαν βασικά και κύρια συστατικά, αποτελείται από “σπέρματα” όπως τα ονόμασε ο ίδιος ο Αναξαγόρας. “Σπέρματα απείρου μικρότητος και παντός είδους, χρώματος ή οσμής και γεύσεως, υπό την μορφήν απείρως μικρών και ουδέποτε ελαχίστων συστατικών μορίων… υφίστανται εξ αρχής σε όλα μέσα τα πράγματα(σαρξ, τρίχες, χρυσός, οστά κ.α). Aυτή λοιπόν είναι η Ψυχή, ως αρχή Ζωής, κατά τον Αναξαγόρα: Ο συνδυασμός των διάφορων στοιχείων προκείμενου να δοθεί, η ζωή, η ύλη, ο κόσμος, το σύμπαν. Εκτός αυτών ο Κλαζομένιος φιλόσοφος, εντρυφεί περισσότερο στην έννοια της δημιουργίας, με την αναφορά του στον Νου δίδοντας έναν καθαρά Ψυχολογικό-πνευματικό ορισμό. Ο Νους, είναι μια νοητική αρχή. Είναι η πρώτη αιτία. Η έννοια του Νου είναι αρκετά συναφής με αυτήν της λογικής. “Ο Νους είναι αμιγής και τα κινεί όλα σκοπίμως. Ο χαρακτήρας του είναι τελολογικός…” και “…εν παντί παντός μοίρα ένεστι πλην νου, έστιν οισι δε και νους ένι…”. Ο Νους, έχει χαρακτήρα πνευματικό, άϋλο. Δεν έχει καμία σχέση με την ύλη. Την “αντιστρατεύεται”.
Αν και ο Αναξαγόρας, δεν ασχολείται συστηματικά και ειδικά με την έννοια της Ψυχής, ως ξεχωριστή οντότητα κλπ, εντούτοις ο συγγραφέας τον αναφέρει λόγω της μελέτης στην αρχική πηγή Ζωής, κάτι που στην “φιλοσοφική ψυχολογία”, που εξετάζουμε στην Αρχαιότητα, έχει τον όρο και την σημασία της Ψυχής.
Η “φιλοσοφική ψυχολογία”, μετά την συμβολή του Αναξαγόρα, μας οδηγεί σε μια άλλη χρονική περίοδο. Στην χρονική περίοδο, των Ατομικών φιλοσόφων. Οι “ατομικοί φιλόσοφοι” είναι ο Λεύκιππος και ο μαθητής του Δημόκριτος, οι οποίοι στο πλαίσιο της θεωρίας τους σχετικά με την δομή της ύλης, διατύπωσαν, κατά συνέπεια, την δική τους Ψυχολογία.
  θ) Λεύκιππος ο Μιλήσιος (ακμάσας γύρω στα 440/435 π.Χ) και ο Δημόκριτος ο Αβδηρίτης (460-370 π.Χ, δεν είναι σίγουρο).
 Ο Λεύκιππος και ιδίως ο Δημόκριτος είναι εκείνοι οι οποίοι, στο πλαίσιο ερμηνείας της ύλης και των υλικών σωμάτων(=”του” κόσμου δηλαδή-σημείωση δική μου-), διατυπώνουν την ρηξικέλευθη και άκρως επιστημονική, Ατομική θεωρία. Η ύλη αποτελείται από ά-τομα. Τα ά-τομα είναι σωματίδια τα οποία είναι “αμετάβλητα, αδιαίρετα, άτμητα”…
και …”η πολλαπλότητα του κόσμου των φαινομένων εξηγείται από το διαφορετικό σχήμα, τη διαφορετική τάξη και θέση ή τροπή των πολύπλοκα συνδεδεμένων ατόμων…” . Τα άτομα κινούνται μέσα σε έναν κενό χώρο, και με …”τις αλλεπάλληλες συγκρούσεις τους, δημιουργούν, καινούργιους συνδυασμούς και νέες μορφές σωμάτων…”35. Οι δυο φιλόσοφοι εξηγούν με αυτόν τον τρόπο την Ψυχή, ως έννοια πηγής ζωής, και τον υλικό κόσμο. Εκτός αυτών, ο Δημόκριτος προβαίνει σε μια πιο συστηματική ανάλυση της ανθρώπινης Ψυχής(και γενικότερα…), σε μια συστηματική Ψυχολογία, μέσω της ατομικής θεωρίας στο συνολικό κοσμοείδωλο του.
Αρχικά, δίδεται η δομή, το περιεχόμενο, τα συστατικά της Ψυχής. “Η ψυχή αποτελείται από άτομα σφαιροειδή, όμοια προς τα μικρά ξύσματα τα ορατά εις τας ακτίνας του ηλίου, αίτινες εισέρχονται εις μέρος σκοτεινόν… Η ψυχή, ως οντότητα, αποτελείται δηλαδή, από τα ίδια συστατικά της ύλης. Αποτελείται, από ά-τομα. Αυτά έχουν ένα ιδιαίτερο σχήμα. Λεπτό και σφαιροειδές. Η Ψυχή, για τον Δημόκριτο, είναι η πηγή ζωής. Σκεπτόμενος, στην Ατομική θεωρία, τι είναι αυτό που κάνει τα σωματίδια(ά-τομα) να κινούνται στον κενό χώρο αναπτύσσοντας ταχύτητα και συγκρουόμενα να δίδουν υλικές μορφές και ζωή, καταλήγει πως αυτή η δύναμη, που προκαλεί την κίνηση, είναι η Ψυχή. Τα ά-τομα που αποτελούν την Ψυχή, δίδουν ζωή στο σώμα, μεσώ της μεταφοράς εκ του αέρος. Το σώμα(ύλη) δημιουργείται από τις συγκρούσεις των σωματιδίων και λαμβάνει, δηλαδή, ζωή πάλι μέσω των Ψυχικών σωματιδίων(ά-τομα της Ψυχής). Αυτό ισχύει για ολόκληρη την φύση. Η Ψυχή έχει τον μόνο ζωοποιό ρόλο και δυνατότητα στο όλο σύμπαν. Όλη η ύλη δίχως αυτήν, δεν έχει καμία απολύτως δυνατότητα ζωής. Εξ ου και η γνωστή ρήση του Δημοκρίτου: “Οι άνθρωποι πρέπει να προσέχουν περισσότερο την Ψυχή, παρά το σώμα.” Καθώς τα (ψυχικά) σωματίδια, συγκεντρώνονται για να δώσουν ζωή στην ύλη, κάποια από αυτά σχηματίζουν μια μεγάλη μάζα η οποία ονομάζεται διάνοια. Είναι η δυνατότητα του ανθρώπου να μάθει, να κατακτήσει την γνώση. Εκτός της διανοίας, υπάρχει και άλλος τρόπος γνώσης. Οι αισθήσεις. Εδώ ο Δημόκριτος, αναδεικνύει για άλλη μια φορά την δύναμη της Ψυχής. Λέγει χαρακτηριστικά, όπως διασώζονται από τον Σέξτο τον Εμπειρικό: …”Γνώμης δε δύο εισίν ιδέαι, η μεν γνησίη, η δε σκοτίη. και σκοτίης μεν τάδε σύμπαντα, όψις, ακοή, οσμή, γεύσις, ψαύσις. η δε γνησίη, αποκεκριμένη δε ταύτης…” και …”όταν η σκοτίη μηκέτι δύνηται μήτε ορην… τότε επιγίγνεται η γνησίη άτε όργανον έχουσα του νωσαι λεπτότερον…”. Η “σκοτεινή γνώση”, είναι η γνώση που προσφέρουν οι αισθήσεις(αφή, ακοή κλπ) ενώ η “καθαρή γνώση” η γνήσια είναι αυτή που πηγάζει από την διάνοια. Και τούτο γιατί, προφανώς, η διάνοια συντίθεται από την Ψυχή ως μοναδική πηγή ζωής. Η Ψυχή, τέλος, μπορεί να προσφέρει δυνατότητα ίασης των προβλημάτων (υγείας) του σώματος(=”πρόκειται” όπως φαίνεται για μια μορφή αθανασίας της Ψυχής κατά τον Δημόκριτο-σημείωση δική μου-).

Ἑκηβόλος


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...